Ο Απόστολος Ναθαναήλ (= ο Θεός να δώσει) ή Βαρθολομαίος (βαρ=γιος του Θολεμά ή Θολομί ή Θολμαϊ). Το Ναθαναήλ είναι το κύριο όνομα. Το Βαρθολομί, που με την παραγωγική κατάληξη (-αίος) της ελληνικής γλώσσας γίνεται Βαρθολομαίος, είναι το πατρώνυμο. Λέγεται ακόμη πως είχε και τ’ όνομα Ιησούς, που αναγκάστηκε(;)(από ποιο;) να το αλλάξει, προφανώς για να μην υπάρχει συνωνυμία αυτού με τον Κύριο… Αυτός, λοιπόν, καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας, όπως αναφέρεται από τον Ιωάννη στο Κ21/2: «Ήσαν ομού Σίμων Πέτρος και Θωμάς ο λεγόμενος Δίδυμος, και Ναθαναήλ από Κανά της Γαλιλαίας, και οι υιοί του Ζεβεδαίου, και άλλοι εκ των μαθητών αυτού δύο». Οδηγήθηκε στο Χριστό, όπως οίδαμε, από τον Φίλιππο. Αναφέρεται κι από τους τέσσερις Ευαγγελιστές. Με μοναδική διαφορά, πως οι τρεις τον αναφέρουν με το πατρώνυμό του, ως Βαρθολομαίο: « Των δε Δώδεκα αποστόλων τα ονόματά εισι ταύτα: πρώτος Σίμων ο λεγόμενος Πέτρος και Ανδρέας ο αδελφός αυτού, Ιάκωβος ο υιός Ζεβεδαίου και Ιωάννης ο αδελφός αυτού. Φίλιππος και Βαρθολομαίος, Θωμάς και Ματθαίος ο τελώνης, Ιάκωβος ο του Αλφαίου και Λεββαίος ο επικληθείς Θαδδαίος, Σίμων ο Κανανίτης και Ιούδας ο Ισκαριώτης» (Μτ. Κ10/2-4, Μκ. Κ3/18). Λκ. Κ6/14). Μόνο ο Ιωάννης τον αναφέρει ως Ναθαναήλ. Κ οι τέσσερις συμφωνούν ότι Αυτός κατείχε την έχτη θέση στον κύκλο των Μαθητών. «46. εὑρίσκει Φίλιππος τὸν Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ὃν ἔγραψε Μωϋσῆς ἐν τῷ νόμῳ καὶ οἱ προφῆται, εὑρήκαμεν, ᾿Ιησοῦν τὸν υἱὸν τοῦ ᾿Ιωσὴφ τὸν ἀπὸ Ναζαρέτ. 47. καὶ εἶπεν αὐτῷ Ναθαναήλ· ἐκ Ναζαρὲτ δύναταί τι ἀγαθὸν εἶναι; λέγει αὐτῷ Φίλιππος· ἔρχου καὶ ἴδε. 48. εἶδεν ὁ ᾿Ιησοῦς τὸν Ναθαναὴλ ἐρχόμενον πρὸς αὐτὸν καὶ λέγει περὶ αὐτοῦ· ἴδε ἀληθῶς ᾿Ισραηλίτης, ἐν ᾧ δόλος οὐκ ἔστι. 49. λέγει αὐτῷ Ναθαναήλ· πόθεν με γινώσκεις; ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· πρὸ τοῦ σε Φίλιππον φωνῆσαι, ὄντα ὑπὸ τὴν συκῆν εἶδόν σε. 50. ἀπεκρίθη Ναθαναὴλ καὶ λέγει αὐτῷ· ραββί, σὺ εἶ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, σὺ εἶ ὁ βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραήλ. 51. ἀπεκρίθη ᾿Ιησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὅτι εἶπόν σοι, εἶδόν σε ὑποκάτω τῆς συκῆς, πιστεύεις; μείζω τούτων ὄψει. 52. καὶ λέγει αὐτῷ· ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἀπ' ἄρτι ὄψεσθε τὸν οὐρανὸν ἀνεῳγότα, καὶ τοὺς ἀγγέλους τοῦ Θεοῦ ἀναβαίνοντας καὶ καταβαίνοντας ἐπὶ τὸν υἱὸν τοῦ ἀνθρώπου.» (Ιω. Κ1/46-52). Στις Πράξεις των Αποστόλων (Κ1/13) παρουσιάζεται, όμως, να κατέχει την έβδομη θέση. Ο Ναθαναήλ ή Βαρθολομαίος κατηχήθηκε και οδηγήθηκε στον Χριστό από το στενό φίλο του Φίλιππο. Ακόμη λέει ο Χριστιανικός Ελληνοκρητικός Κόσμος, όταν αντικρύσουν παρέα δυο αχώριστοι φίλοι: «Ήβρεν ο Φίλιππος το Ναθαναήλ!» Κι όταν πρόκειται για «χαβαλέδες» φίλους, προσθέτουν στην προηγούμενη και την ακόλουθη φράση: «Απαντάτε (=συγκρατήσετέ) τους εδά!» ή και: «απαντάτε τους εδά, να μη χαλάσουνε τον κόσμο!...». ή και «απαντάτε τους εδά, να μην πηδήξουνε τον τράφο…» (=να μην ξεπεράσουν τα όρια). Όχι πως θέλουν να παρουσιάσουν το Ναθαναήλ ως να ήταν «χαβαλές», αλλά γιατί στην Κρήτη, «οι φίλοι όντε σμίξουνε, η γης αναδακρυώνει! Και τα βουνά ραϊζουνε! Κ η θάλασσα μερώνει»… Μάλιστα κατά την κατήχησή του, ο Ναθαναήλ εκδήλωσε αμφιβολία για τη Θεότητα του Ιησού, ερωτώντας τον Φίλιππο: «Εκ Ναζαρέτ δύναται τι αγαθόν είναι:» (Ιω., 1-47). Ο δε Φίλιππος του απάντησε: «Έρχου και είδε». Ο Φίλιππος, λοιπόν, είναι, που οδήγησε το στενό του φίλο Ναθαναήλ στον Χριστό. Κι ο Κύριος, όταν είδε να οδηγείται προς Αυτόν ο Ναθαναήλ, είπε: «Ίδε αληθώς Ισραηλίτης, εν ω δόλος ούκ εστι»! (Ιω., 1/48). Κι αυτό σημαίνει πως ο Κύριος οίδε = αυτόν τον αυθόρμητο, άδολο, ευθύ Άνθρωπο, πριν Του τον παρουσιάσει ο Φίλιππος. Ο Κύριος γνώριζε ότι Αυτός ήταν, ό,τι στην Κρήτη ονομάζομε ντρέτο=ευθύ=ανυπόκριτο άνθρωπο. Και, επειδή ο Ναθαναήλ παραξενεύτηκε από το καλωσόρισμα και ρώτησε το Χριστό πως τον επαινεί αφού δεν τον γνωρίζει, ο Κύριος του απάντησε ότι: « Προτου σε Φίλιππον φωνήσαι, όντα υπό την συκήν, ίδον σε» (Ιω. 1/48)! Αυτό άρκεσε στο Ναθαναήλ ώστε αμέσως ν’ αντιληφτεί ότι απέναντί του είχε τον παντογνώστη Κύριο και φώναξε: «Ραβί, Σύ ει αληθώς Θεού Υιός, συ ει ο Βασιλεύς του Ισραήλ» (Ιω. 1/4). Ο Ναθαναήλ αποκαλεί τον από Ναζαρέτ Χριστό, για τον Οποίο προηγουμένως αμφέβαλε, Ραβί(=Δάσκαλο). Υιό του Θεού. Βασιλιά του Ισραήλ. Τι άλλο μπορεί να είναι και ν’ αποτελεί η έκφραση αυτή, παρά βαθιά ομολογία πίστης; Ο Ιησούς ως την ηλικία των τριάντα (30) Του χρόνων δεν είχε δείξει ορατό σημάδι, που να προκαλέσει στους συντοπίτες Του έστω την υποψία της Θεότητάς Του. Όλοι Τον έβλεπαν, ίσως με συμπάθεια, σαν παιδί και σα νέο σεμνό και φρόνιμο, άσημο και φτωχό, χωρίς εξάρσεις, να εργάζεται στο ξυλουργείο του γέροντα Ιωσήφ φιλότιμα, και Τον θαρρούσαν παιδί του. Βέβαια υπάρχει και η άποψη ότι φοίτησε στην Καπερναούμ σε ιδιωτικό σχολείο, όπου διδάχτηκε Ελληνικά, με βάση τα του Ομήρου, λέτε και δε γνώριζε σα Θεός όλες τις γλώσσες. Πλην όμως ούτε οι «κηδεμόνες» του Κυρίου γνώριζαν τη Θεότητά Του. Στο Ναθαναήλ, όμως άρκεσε ελάχιστος χρόνος, αφού Τον αντάμωσε για πρώτη φορά και είπε λίγα λόγια μαζί Του, για να Του απονείμει το ζηλευτό τίτλο του Ραβί, που λίγοι από τους πολύ μορφωμένους Εβραίους κατείχαν. Δεν ήταν, όμως, και λίγοι οι Εβραίοι μορφωμένοι, που διακαώς επιθυμούσαν να τον αποχτήσουν. Και δεν αποτελούσε κολακεία του Μαθητή προς τον «αμόρφωτο» Δάσκαλο, αλλά ενδόμυχη έκφραση και ομολογία βαθειάς πίστης Κ οι Φαρισαίοι ακόμη απορούσαν και διερωτούσαν εαυτούς: «Πως ούτος γράμματα οίδε μη μεμαθηκώς;» (Ιω., 7/15). Ο Ναθαναήλ τους απαντά με τη δήλωσή του προς τον Κύριο: «Συ ει αληθώς Θεού Υιός». Εάν οι Φαρισαίοι κ.λπ. πίστευαν, αυτό, που ο Ναθαναήλ δήλωσε ότι πίστεψε, τότε δεν θ’ απορούσαν για τη σοφία και την ευγλωττία του Κυρίου. Ακόμη κ οι Ραβίνοι, σαν πιο μορφωμένοι Δάσκαλοι του Μωσαϊκού Νόμου, θα ερμήνευαν στο Πρόσωπο του Ιησού, αυτό, που προφήτευσε γι’ αυτούς ο Μωϊσής: « Προφήτην εκ των αδελφών σου ως εμέ αναστήσει σοι Κύριος ο Θεός σου, αυτού ακούσεσθε» (Δευτ. 8/15, Ο΄). Τότε θ’ αγαπούσαν και δε θα συκοφαντούσαν, ούτε θα μισούσαν κι ούτε θα σταύρωναν τον Κύριο Ιησού… Ο Χριστός απάντησε στην ομολογία, λέγοντας στο Ναθαναήλ «Ότι ίδον σε υπό κάτω της συκής πιστεύεις; μείζω τούτων όψει» (Ιω., 1/50). Στη συνέχεια του διαλόγου ο Δάσκαλος αποκάλυπτε μεθοδικά την ταυτότητα του νέου προσερχόμενου στους άλλους πέντε Μαθητές, που είχαν προταχτεί στον Κύκλο των Δώδεκα, ήταν παρόντες, άκουσαν και γνώρισαν τον ψυχικό κόσμο του Ναθαναήλ . Την επόμενη μέρα οι έξι ως τότε Μαθητές οδήγησαν τον Δάσκαλό Τους ή οδηγήθηκαν από Αυτόν στο Γάμο της Κανά, που ήταν ως φίλοι και, πιθανό, συγγενείς της νύφης ή του γαμπρού καλεσμένοι. Αφού δα, ο Φίλιππος εκτελούσε χρέη «νυμφαγωγού» στο γάμο. Έτσι δόθηκε η ευκαιρία στον Κύριο να κάμει το πρώτο θαύμα Του, παρακινούμενος από την Παναγία Μητέρα, που κι Αυτή βρισκόταν στο γάμο αυτό. Κι ακάλεστοι, δεν πάνε σε γάμο. Και θαυματούργησε ο Κύριος, όχι με τη θέλησή Του, αλλά ύστερ’ από επιμονή της Παναγίας Μητέρας. Και με το σκεπτικό ακόμη, να μην προσβληθούν μπροστά στους τόσους καλεσμένους οι οικογένειες του γαμπρού και της νύμφης, από την έλλειψη κρασιού που παρουσιάστηκε! Η φροντίδα της Παναγίας αυτή και το επίμονο ενδιαφέρον Της, φανερώνουν κάποια οικειότητα και συγγένεια με τις οικογένειες των νεόνυμφων. Φανερώνουν ακόμη πως η Παναγία Μητέρα γνώριζε ότι ο Υιός της ως Υιός του Θεού, είχε τη δυνατότητα να κάμει αυτό το ακατόρθωτο στους ανθρώπους, που ζητούσε από Αυτόν. Και φαίνεται ακόμη πως, κ η παρούσα στο γάμο Σαλώμη ήταν ενήμερη για τις ικανότητες του ανεψιού-αν ήταν η ξαδέλφη της Παναγίας Μαρίας, και Κυρίου Θεού της και δικού μας Θεού. Δεν είμαι σίγουρος ποια Σαλώμη ήταν καλεσμένη στο γάμο και συνομίλησε με την Θεοτόκο, πριν η Μητέρα του Κυρίου παρακαλέσει φορτικά τον Υιόν Της να θαυματουργήσει. Ήταν η ξαδέρφη Της ή η προγονή Της τρίτη κόρη του Ιωσήφ, που τεκμαίρεται πως, κι αυτή ήταν παρούσα στο γάμο;… Ο Ναθαναήλ μαζί με το Φίλιππο και την αδελφή του Φιλίππου Μαριάμνη κήρυξαν, όπως ανέφερα στα περί Φιλίππου, σε περιοχές της Ασίας. Μετά δε από το θάνατο του Φιλίππου, ο Ναθαναήλ συνέχισε το κήρυγμα του Χριστιανισμού σε Συρία, Καραμανία, Ευδαίμονα Αραβία, Αιθιοπία, Περσία, Ινδία, όπου κατέλειπε χειρόγραφο του κατά Ματθαίο Ευαγγελίου. Άρα ήταν σε γνώση του το έργο αυτό του Ματθαίου και ασφαλώς θα το είχε μελετήσει και θα συμφωνούσε με το περιεχόμενό του, ώστε να το αφήσει στους Ινδούς ως οδηγό κατηχητή διαρκείας στην πίστη τους, καθώς και μάρτυρα για τα κατά Χριστόν. Κατά την επιστροφή Του από Ινδίες, ο Ναθαναήλ έφτασε στη Μεγάλη Αρμενία της Ανατολής, όπου συνέχισε και σε πόλεις και χωριά κι αυτής της περιοχής να κηρύττει το Λόγο του Θεού. Θεωρείται δ’ ένας από τους θεμελιωτές του Χριστιανισμού σ’ αυτήν, μαζί με τον Ιούδα, όχι βέβαια τον Ισκαριώτη, αλλά τον επικαλούμενο Θαδδαίο και Λεββαίο. Για τη μεγάλη προσπάθεια και την εξαντλητική κινητικότητα, που κατέβαλε για την επιτυχία του στο σωτήριο αυτό έργο, συνελήφθη στην πόλη της Αρμενίας Arevbanus - Ουρβανούπολη ή και Αλβανούπολη ονομαζόμενη, κατά διαταγή του βασιλιά Αστυάγη. Καταδικάστηκε, σταυρώθηκε με το κεφάλι κάτω, και πέθανε πάνω στο σταυρό του μαρτυρίου του περί το 68 μ. Χ. Οι Χριστιανοί πήραν το Ιερό λείψανο του Ναθαναήλ και το ενταφίασαν σε μια λάρνακα πέτρινη που τοποθέτησαν σε μέρος που να μη γίνεται αντιληπτό εύκολ’ από τους εχθρούς. Όταν όμως αποκαλύφτηκε η θέση του από τη συρροή του κόσμου, που έμαθε τη θαυματουργή δύναμη του λειψάνου, και συνέρρεε στον τόπο για προσκύνηση και θεραπεία, οι εχθροί του Χριστιανισμού, πήραν το Ιερό και θαυματουργό λείψανο αυτού του μάρτυρα και το πέταξαν στη θάλασσα, χωρίς να το βγάλουν από τη λαξευτή λάρνακα. Πέταξαν ακόμη στη θάλασσα και τα λείψανα άλλων τεσσάρων Αγίων μαρτύρων, των: Παππιανού, Λουκιανού, Γρηγορίου, και Ακακίου. Όλων τα λείψανα όπως και όπου ήταν εναποθεμένα, ταξίδεψαν από τον Εύξεινο Πόντο. Πέρασαν τα Στενά. Κατέβηκαν το Αιγαίο. Μπήκαν στη Μεσόγειο θάλασσα και διέπλευσαν αυτή, χωρίς να βυθιστούν παρά το βάρος των λαρνάκων. Έτσι, όπως κι ο Πέτρος βάδισε στην επιφάνεια της θάλασσας χωρίς να βουλιάζει. Και όλα σε κάποια στεριά ξεβράστηκαν και κατέληξαν. Το δε κιβώτιο με το λείψανο του Βαρθολομαίου ή Ναθαναήλ εξέβρασε η θάλασσα στις κοντά της Σικελίας, και Β/Δ αυτής ευρισκόμενες, «Λιπάρες ή Αιολίδες νήσους». Συγκεκριμένα, σε παραλία της ηφαιστειογενούς νησίδας Λίπαρι (Lipari), που βρίσκεται στο Τυρρηνικό πέλαγος ΝΔ της Ιταλικής χερσονήσου! Τα δε Ιερά λείψανα των άλλων τεσσάρων Αγίων Μαρτύρων κατέληξαν σε διαφορετικά νησιά του Τυρρηνικού. Ο Άγιος Απόστολος Ναθαναήλ παρουσιάστηκε σε όραμα στον Επίσκοπο Αγάθωνα του Λίπαρι, στον οποίο υπέδειξε την ακτή όπου είχε προσαράξει το θαυματουργό λείψανό Του. Κι αυτός, αφού έκθαμβος διαπίστωσε την αλήθεια, πήγε στον τόπο με πομπή και με όλες τις τιμές. Πήρε, μετέφερε και τοποθέτησε το Ιερό και θαυματουργό λείψανο του Αγίου Αυτού Αποστόλου στο μέρος, όπου ο Ίδιος του υπέδειξε. Η δε Παράδοση μαρτυρά ότι: Κατά τη μεταφορά χρειάστηκαν δυο βόδια ζεμένα να τραβήξουν από τα ρηχά τη λάρνακα με το Ιερό λείψανο και να τη μεταφέρουν εκεί, όπου υπέδειξε ο Άγιος πως έπρεπε να πάει και να παραμείνει το θαυματουργό λείψανό Του. Υστερότερα ανέγειραν μεγαλοπρεπή Ναό στο μέρος εκείνο, που βρίσκεται σε φρουριακό τόπο της νησίδας, όπου κ επακολούθησε μεγάλος αριθμός θαυμάτων. Το δε ηφαιστειογενές νησάκι Λίπαρι, ονομαζόταν πρωτύτερα Βουκλάνος στα Λατινικά και Πυρπνόον στα Ελληνικά, ένεκα της ηφαιστειακής δραστηριότητας που εξακολουθούσε να έχει. Είναι δε αποδειχτικό της θαυματουργικής δύναμης του Θεού, το κατά θαυμαστό τρόπο σβήσιμο του ενεργού, ως την μεταφορά του λειψάνου του Ναθαναήλ, κρατήρα του ηφαιστείου σ’ αυτό το νησάκι και η μεταφορά της ηφαιστειακής ενέργειας σε παρακείμενο νησάκι του ίδιου νησιωτικού συμπλέγματος των Λιπάρων Νήσων και σε απόσταση τέτοια, που να μην επηρεάζει τη ζωή και τη δράση στο Λίπαρι!! Η μνήμη του Αποστόλου και Μάρτυρα Βαρθολομαίου ή Ναθαναήλ τιμάται από την Εκκλησία μας στις 11 Ιούνη μήνα. Κ η ανακομιδή των λειψάνων του στις 25 Αυγούστου. Την ευχή Του να έχομε .
ellinikisalpigga 25.8.2020