ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΣΥΠΑ Banner
ΑΠΟΨΕΙΣ

Μια περιήγηση στην πρωτεύουσα της κρίσης - Κείμενο δεύτερο

0

«Αθήνα διαμαντόπετρα  της γης το δακτυλίδι», ένας από τους πολλούς ύμνους για την πόλη αυτή

 

Του Αιμίλιου Γάσπαρη

[email protected]

 

«Αθήνα διαμαντόπετρα  της γης το δακτυλίδι», ένας από τους πολλούς ύμνους για την πόλη αυτή. Προικισμένη από τους θεούς ακόμη και στις πιο άτυχες στιγμές της κρατούσε τα δώρα της, το κλίμα της, τα βουνά, τις θάλασσες. Ακόμα και μετά το πέρασμα κατακτητών που τη ερήμωναν και που άρπαζαν ότι μπορούσαν, εκεί από το πιο ταπεινό μέχρι τα ανυπέρβλητα μνημεία η λάμψη ήταν αρκετή και η μαγεία του τόπου τόση για ανήκει δικαιωματικά στις ιερές και ανοχύρωτες πόλεις. Τελικά υπήρξε μια πόλη ανοχύρωτη για τους ίδιους τους Έλληνες και τις κυβερνήσεις τους που τις τελευταίες δεκαετίες χρησιμοποίησαν την Αθήνα με τέτοιο τρόπο σαν να επρόκειτο για μια εχθρική πόλη. Μα τόσο πολύ που ούτε σε εχθρικές πόλεις ακόμα και οι πιο βάρβαροι κατακτητές δεν συμπεριφέρονται έτσι. Σήμερα πάλι σε τόσο δύσκολους καιρούς  η Αθήνα βρίσκεται στο επίκεντρο μιας κρίσης πολιτισμικής, οικονομικής και κοινωνικής. Παρατημένη και βεβηλωμένη, χωρίς ηγέτες και με διαλυμένο τον κοινωνικό της ιστό, έχει τραγικό ενδιαφέρον και αποκτά την βαρύτητα ενός εν δυνάμει πειράματος του οποίου οι συνέπειες και τα αποτελέσματα είναι σε εξέλιξη. Βρίσκεται σε μια τραγική στιγμή και δεν μπόρεσαν όσοι πήραν ή και έχουν την τύχη της στα χέρια τους να σταματήσουν την φθορά που ερχόταν ή δεν ήθελαν ξέροντας ότι με αυτό τον τρόπο θα εξασφάλιζαν τον έλεγχο της χώρας ολόκληρης.

Παρ’ όλα αυτά, παρά τις τόσες λεηλασίες στο υπέροχο σώμα της πόλης της Αθηνάς, η ομορφιά περιίπταται και περπατώντας την μπαίνει μέσα σου και τα συναισθήματα ανάμεικτα, της χαράς και της θλίψης, σε γεμίζουν. Για τις ομορφιές της θα επανέλθω με ένα άλλο κείμενο. Τώρα στα πρόθυρα μια νευρικής κρίσης, που προκαλείται από την έκρυθμη κατάσταση και την ανικανότητα των κυβερνώντων και σε συνέχεια του θέματος της χλαπάτσας, θα περιγράψω μια πρωτεύουσα παραδομένη άνευ όρων, χωρίς να συνωμοσιολογώ, σε σκοτεινές δυνάμεις.

Από το Παγκράτι στου Γκύζη, από τους Αμπελόκηπους στο Κουκάκι και από τα Πατήσια στο Μεταξουργείο και από παντού με σημείο αναφοράς τον ιερό βράχο η πόλη σήμερα κατακλύζεται από την ίδια εικόνα. Τι μένει πιο έντονα στη μνήμη μας  καθώς περπατάμε στο ιστορικό κέντρο και στις γειτονιές πέρα από τους κάδους των σκουπιδιών. Τι άλλο θα δεις σε κάθε σου βήμα πέρα από ξεδοντιασμένους, ανοικτούς κάδους με ανάκατα σκουπίδια και μέσα και έξω. Μένεις με τη σκέψη, μα τι ήθελαν αυτοί που είχαν την φαεινή ιδέα να γεμίσουν την πόλη με τέτοιους κάδους. Σκοτεινές δυνάμεις τα σκουπίδια και ακόμα πιο σκοτεινές τώρα που μετανάστες, με καροτσάκια από σουπερμάρκετ , παιδικά καροτσάκια ή οτιδήποτε έχει ροδάκια και κινείται, τριγυρνούν όλη την Αθήνα και ψάχνουν κάτι από μέταλλο και το μαζεύουν και αδειάζουν τους κάδους της λεγόμενης ανακύκλωσης για να βρουν ένα ντενεκάκι και αφήνουν τα υπόλοιπα έξω να χάσκουν και να απλώνονται. Σε λίγο τα μεταλλικά διακοσμητικά του Αβραμόπουλου θα κάνουν φτερά, όπως και  τα χάλκινα από τα νεκροταφεία ήδη και τα καλώδια που τα κλέβουν και κρυφά και παράνομα τα λειώνουν στον Ταύρο για να πάρουν το μέταλλο. Γύφτοι με φορτηγάκια γυρνούν και μαζεύουν παλιά ψυγεία και θερμοσίφωνες και ακούς καθημερινά να διαλαλούν το πέρασμά τους. Ο παλιατζής και άλλοι με τρίκυκλα μαζεύουν κι αυτοί ότι από τα πεταμένα της πόλης  τους αναλογεί. Το πιο έντονο, το πιο ορατό και βέβαια αναμενόμενο είναι αυτό, το παιγνίδι με τα σκουπίδια και οι άνθρωποι εκείνοι που περιμένουν να ζήσουν σήμερα κυνηγώντας τα σκουπίδια και μαζεύοντας από τους κάδους. Φαινόμενο σκληρό να βλέπεις να σκαλίζουν τους κάδους για κάτι φαγώσιμο γυναίκες με μαντίλες, γέροι και παιδιά. Δεν αποφεύγεις αυτή την εικόνα ακόμα και στις καλές λεγόμενες περιοχές, όπως στο Κολωνάκι ή την Πλάκα.

Ειδικά στις καλές περιοχές δεν μπορείς να ξεφύγεις από την θλιβερή εικόνα της επαιτείας. Λες και είναι ένα επάγγελμα σε άνθιση και η Αθήνα είναι γεμάτη παντού με ζητιάνους και γίνεται αγώνας για τα καλά πόστα και διαβάζω στις εφημερίδες πως γίνεται και εισαγωγή ζητιάνων και από τις γειτονικές χώρες. Διαβάζω επίσης πως οι τουρίστες έχουν συνήθεια να ελεούν και έτσι παιδιά, γέροι, γριές και ότι άλλο μίζερο μπορείς να φανταστείς από την ανθρώπινη δυσμορφία και ατυχία και απελπισία  με ένα χέρι απλωμένο ή ένα κυπελλάκι κάτω. Έξω από τις εκκλησίες, ειδικά τις Κυριακές και μετά τις λειτουργίες, έξω από τα μουσεία και τα μεγάλα καταστήματα νέοι, πολλοί νέοι, ρακένδυτοι και με πληγές που επιδεικνύουν, ξαπλωμένοι ή καθιστοί με το κεφάλι κρυμμένο στα γόνατα κι άλλοι με μια πινακίδα που λεει «πεινάω» γεμίζουν την πόλη και ξεπερνούν ακόμα και την περιγραφή του ζητιάνου στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Ανδρέα Καρκαβίτσα. Μια μέρα κάθισα για ένα καφέ στη στοά Κοραή και στη μισή ώρα που ήμουν εκεί πέρασαν πάνω από δεκαπέντε ζητιάνοι κάθε είδους και προέλευσης. Πάνω σε μια τάβλα με ροδάκια ένας χωρίς πόδια να τσουλάει την φρικτή του κατάσταση και μετά γυναίκες που σου πουλούσαν ένα χαρτομάντιλο ή ένα στυλό προβάλλοντας βαριές αρρώστιες και παντοειδείς δυστυχίες. Άλλοι σε αναπηρικά καροτσάκια και άλλοι στο μετρό και άλλοι να στέκονται στα καφέ και στις ταβέρνες και να περνούν από τραπέζι σε τραπέζι και να ζητούν ότι έχεις ευχαρίστηση. Νέες και νέοι να σε σταματούν και να ζητάνε είκοσι λεπτά ή πενήντα λεπτά και να λες δεν είναι δυνατόν, δεν μπορεί να γίνεται αυτό, καθώς  πολλές φορές δεν φαίνεται πως ανήκουν  στη χορεία αυτή.

Κι όσο περνάς στο επίπεδο που η πόλη υποφέρει και η φτώχεια είναι απτή και σέρνεται από τους γερασμένους τοίχους στα βρώμικα πεζοδρόμια, με τους άστεγους και τις ομάδες των μεταναστών που κατακλύζουν τα πάρκα και τις πλατείες, τόσο η ζητιανιά γίνεται πιεστική και απαιτητική. Γριές και γέροι με βρώμικα ρούχα να παραπατούν και να φοβάσαι πως θα πέσουν πάνω σου, γυναίκες κι άντρες με ένα μωρό ή και δυο και τρία καμιά φορά, μεσόκοποι με λιγδιασμένα μαλλιά και ένα σκύλο στο πλάι κι αλλού με απλωμένο όλο το νοικοκυριό στα πεζοδρόμια και στους ιστορικούς δρόμους. Όλα μπροστά σου, δείγματα μιας σπασμένης συνοχής και μιας αδικαιολόγητης συμπεριφοράς της κοινωνίας εκείνης που άφησε την πρωτεύουσα να γίνει πεδίο επαιτείας. Στην Πεσματζόγλου ένας φορώντας καλοκαιριάτικα παλτό φώναζε πως πεινά και πως να τον βοηθήσει ο θεός να μην κάνει κάτι κακό. Εκεί συναντήθηκε με έναν άλλο που κι αυτός έκανε το ίδιο σταματώντας σε κάθε μαγαζί. Εκείνος του φώναξε να φύγει από το συγκεκριμένο δρόμο γιατί είναι πιασμένος. Πιο πάνω, στην Πανεπιστημίου και έξω από το φούρνο του Πωλ, που η υψηλή κοινωνία αγοράζει το κρουασάν χρυσάφι, ένεκα της γαλλικής κουλτούρας, ένας χωρίς χέρια από τους ώμους και με το πλαστικό κύπελλο στα δόντια είχε επιδοθεί σε ένα χορό μακάβριο και αποτρόπαιο. Το πρόσωπο μια μάσκα κινδύνου, τα μάτια ολόκληρα ένα θέμα και η κίνηση βγαλμένη από τα άδυτα και απροσπέλαστα. Τι κι αν μόλις στρίψεις σε περιμένουν οι ωραίες βιτρίνες, εκεί η εικόνα ξεπερνούσε κι αυτό το διάστημα της κρίσης και ανερχόταν να στιγματίσει την πόλη που μυρίζει ούρα .

Είναι φθινόπωρο και έχει μήνες να βρέξει στην Αθήνα. Οι κάδοι ξέχειλοι, οι μετανάστες να την αλωνίζουν και οι ζητιάνοι να συνθέτουν μια ζοφερή εικόνα. Πως να δεχτείς το παιδί με το ακορντεόν, τα κομμένα χέρια και τις φωνές της πείνας και να σιωπάς και να συνεχίζεις τη δική σου πορεία ανεπηρέαστος και να περνάς από το Σύνταγμα, που μέσα νομοθετούν οι φτωχούληδες και να βλέπεις τα σκυλιά τα αδέσποτα και μετά σε κάθε γωνιά μια πληγή, ένα ζητιάνο. Αν τουλάχιστον έριχνε μια δυνατή βροχή και κυριολεκτικά και μεταφορικά κάτι μπορεί να καθάριζε. Από το ρυπαρό πρόσωπο τη σκόνη και μόνο να έπαιρνε, τη σκόνη.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

KPRINT Banner
ΑΠΟΨΕΙΣ

Μια περιήγηση στην πρωτεύουσα της κρίσης - Κείμενο δεύτερο

0
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ