ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΣΥΠΑ Banner
ΡΕΘΥΜΝΟ

Τα παιδικά Χριστούγεννα του Μητροπολίτη Προδρόμου, της Μαρίας Λιονή και του Γιώργη Μαρινάκη

0

 ΟΙ ΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΕΠΙΣΤΡΕΦΟΥΝ ΣΤΗΝ ΠΑΙΔΙΚΗ ΤΟΥΣ ΗΛΙΚΙΑ

Τα Χριστούγεννα έχουν τη μοναδική δύναμη να μας γυρίζουν πίσω. Να μας κάνουν, έστω και για λίγο, ξανά παιδιά. Να ανασύρουν μνήμες που δεν χάνονται, αλλά φωλιάζουν βαθιά μέσα μας, όπως οι μυρωδιές από τα γλυκά, οι φωνούλες των παιδιών στα κάλαντα, οι ζωντανές γειτονιές, τα ανοιχτά σπίτια και τα γεμάτα φροντίδα βλέμματα. Σε αυτό το χριστουγεννιάτικο αφιέρωμα, τρεις άνθρωποι που σήμερα υπηρετούν τον τόπο από διαφορετικές θέσεις ευθύνης, αφήνουν στην άκρη τους ρόλους τους και επιστρέφουν στα χρόνια της αθωότητας. Με λόγια απλά, ειλικρινή και ανθρώπινα, μιλούν για τα παιδικά τους Χριστούγεννα όχι ως ανάμνηση πολυτέλειας, αλλά ως βίωμα σχέσης και αγάπης.  

 

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΡΕΘΥΜΝΗΣ ΚΑΙ ΑΥΛΟΠΟΤΑΜΟΥ ΠΡΟΔΡΟΜΟΣ

«Πάντα Χριστούγεννα» – Μια εξομολόγηση καρδιάς...

Ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Πρόδρομος επιστρέφει στα παιδικά του χρόνια και μοιράζεται εικόνες που μοιάζουν με μικρές προσευχές. Θυμάται τη γιαγιά και τον παππού, τη γειτονιά, τα κάλαντα, την κοινότητα. Μια αφήγηση γεμάτη πίστη, ανθρωπιά και το άρωμα μιας άλλης εποχής.

«Σας ευχαριστώ θερμά για την δυνατότητα που μου δίνετε να ανατρέξω στα παιδικά μου χρόνια και να «εξομολογηθώ» σε εσάς και όλους τους αναγνώστες της έγκριτης εφημερίδας σας, βιώματα ιερά και αλησμόνητα συνδεδεμένα με τη μεγάλη Εορτή των Χριστουγέννων, που σε λίγες ημέρες, για μια ακόμη φορά, θα εορτάσει ολόκληρη η Οικουμένη.
Είναι αλήθεια ότι τα Χριστούγεννα μας βοηθούν όλους να «ξαναγίνουμε» παιδιά! Να ανατρέξουμε πολλά ή λίγα χρόνια πίσω, να ανασκαλέψουμε μνήμες και αναμνήσεις, να ψηλαφήσουμε πρόσωπα, τα οποία πάντα είχαν και έχουν τη θέση τους στην καρδιά και τα βιώματά μας.
Τα προσωπικά μου παιδικά βιώματα πάντοτε συνυφασμένα υπάρχουν με τον παππού Ζαχαρία και τη γιαγιά Μαρία, καθώς έμεναν στο ισόγειο του πατρικού μου σπιτιού και όλες οι αναμνήσεις πάντοτε τους έχουν στο κέντρο τους. Άλλωστε, για εμένα το σπίτι του παππού και της γιαγιάς, αποτέλεσαν και την πρώτη «κατ’ οίκον Εκκλησία» καθώς και εκείνοι το πρώτο για εμένα «εκκλησίασμα» στις «αυτοσχέδιες παιδικές μου λειτουργίες».
Κάθε χρόνο οι προετοιμασίες για τα Χριστούγεννα ξεκινούσαν αρκετές ημέρες πριν. Οι προετοιμασίες της οικογένειάς μου ήταν οι καθιερωμένες σε όλα τα χωριά, στην ύπαιθρό μας και ήταν συνυφασμένες αφ’ ενός μεν με την προετοιμασία του τραπεζιού την ημέρα της εορτής, των παραδοσιακών κουραμπιέδων και μελομακάρονων πού η «ευωδία» τους γέμιζε το σπίτι πολλές μέρες πριν την εορτή, η αγορά δώρων και η ανταλλαγή επισκέψεων, τόσο κατά τίς προετοιμασίες, όσο και τις ημέρες των εορτών.

Θα ήθελα αυτό να το επισημάνω: θυμάμαι ότι η προετοιμασία των γλυκισμάτων ήταν υπόθεση όλης της γειτονιάς. Όλες οι γυναίκες μαζεύονταν και βοηθούσαν σε όλα τα σπίτια, μια μέρα σε καθένα σπίτι. Δεν ήταν ούτε η προετοιμασία υπόθεση «ατομική», αλλά υπόθεση «κοινοτική». Έτσι ήταν και όλη η περίοδος των Εορτών του Δωδεκαημέρου. Περίοδος και ευκαιρία για «συναπάντημα», συνάντηση, συζήτηση, παιχνίδι.
Ξεχωρίζω, επίσης, τη χαρά μας, όλων των παιδιών, στις επισκέψεις μας σε όλα τα σπίτια του χωριού, για να πούμε τα κάλαντα. Πολλές και μεγάλες παρέες, σέ όλο το χωριό τις παραμονές των εορτών. Δεν δεχόμασταν με ευχαρίστηση τα λιγοστά «μας τα ‘πανε», αλλά ξέραμε ότι «ο επιμένων νικά» και έτσι δεν φεύγαμε με άδεια χέρια... Βεβαίως η κατανομή των «κερδών» γινόταν δίκαια στο τέλος της ημέρας με αισθήματα ικανοποίησης για το «επίτευγμα»!
Τα αισθήματά μας ήταν μόνο αισθήματα χαράς και συγκίνησης. Αισθήματα ειλικρινή και ανυπόκριτα, όπως άλλωστε τα αισθήματα όλων των παιδιών. Όμορφες αναμνήσεις, στο σπίτι της γιαγιάς και του παππού, στα παιχνίδια στη γειτονιά, στο άναμμα της ξυλόσομπας, σε πράγματα απλά και ανεπιτήδευτα, πού σήμερα τείνουν να χαθούν, σαν μια παλιά ανάμνηση...

Συνηθίζαμε με την αδελφή μου, να αφήνουμε σημείωμα κάτω από το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, για να το παραλάβει εγκαίρως και να το υλοποιήσει ο Άγιος Βασίλης, παρ’ ότι «διαπιστώσαμε» νωρίς, όταν μείναμε ξάγρυπνοι, ότι το «ρόλο» του Αγίου Βασίλη είχε αναλάβει κατ’ αποκλειστικότητα ο μπαμπάς....
Στην αρχική «απογοήτευσή» μας πού δεν ήρθε ο «αληθινός»..... απαντούσε η ικανοποίηση του «αιτήματος» κάθε φορά. Με αποκλειστικότητα βέβαια ένα παιχνίδι, ποδήλατο, πατίνι, αρμόνιο και άλλα συναφή....
Βεβαίως, πάντοτε στην παιδική απορία μας, «Από πού θα μπει ο Άγιος Βασίλης, αφού δεν έχουμε τζάκι;» η μαμά μας καθησύχαζε ότι θα μείνει η πόρτα ανοιχτή για να μπορεί να μπει χωρίς να τον καταλάβουμε...
Αργότερα, μεγαλώνοντας λίγο, τα δώρα άρχισαν να γίνονται πιο «εκκλησιαστικά»: εικόνες, θυμιατό, καινούρια στολή για το ιερό και άλλα συναφή...

Αφού και πάλι σας ευχαριστήσω για την ευκαιρία αυτής της «εξομολόγησης» θέλω να ευχηθώ σέ όλους τούς αναγνώστες Καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα, γεμάτα από τον Χριστό, τον Σωτήρα του κόσμου. Μακάρι η ρήση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου «αεί Χριστούγεννα», δηλαδή, πάντα Χριστούγεννα, να γίνει βίωμα και πραγματικότητα στην καθημερινότητα της ζωής όλων μας.»

 

ΑΝΤΙΠΕΡΙΦΕΡΕΙΑΡΧΗΣ Π.Ε ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΜΑΡΙΑ ΛΙΟΝΗ

Η ζεστασιά των μικρών πραγμάτων και η απλότητα που γίνεται παρακαταθήκη

Η Αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου Μαρία Λιονή θυμάται τα παιδικά της Χριστούγεννα μέσα από εικόνες καθημερινότητας, οικογενειακής σύμπνοιας και ήσυχης προσμονής. Περιγράφει Χριστούγεννα χωρίς υπερβολές, όπου η αξία δεν βρισκόταν στα δώρα αλλά στη συνύπαρξη, στη συνέχεια και στην ασφάλεια που προσφέρει το σπίτι.

«Όσο περνούν τα χρόνια, συνειδητοποιώ πως τα Χριστούγεννα της παιδικής μου ηλικίας έχουν χαραχτεί μέσα μου με έναν τρόπο απλό αλλά πολύ καθαρό. Δεν ήταν πάντα εντυπωσιακά ούτε γεμάτα εκπλήξεις, όμως είχαν μια ζεστασιά που σήμερα ξεχωρίζω ακόμα περισσότερο.

Οι προετοιμασίες στο σπίτι ξεκινούσαν αρκετές μέρες πριν από τις γιορτές. Η μητέρα μου έδινε το σύνθημα όταν έβγαζε τα υλικά για τα μελομακάρονα και τους κουραμπιέδες. Η κουζίνα γινόταν για λίγες ώρες το «κέντρο επιχειρήσεων» της οικογένειας. Εμείς τα παιδιά βοηθούσαμε όπως μπορούσαμε, συνήθως περισσότερο ανακατεύοντας και δοκιμάζοντας, παρά προσφέροντας πραγματική βοήθεια. Αλλά εκείνες οι στιγμές μάς έφερναν πιο κοντά και δημιουργούσαν μια αίσθηση ότι όλοι συμβάλλουμε στη γιορτινή ατμόσφαιρα.

Ο πατέρας μου είχε αναλάβει τον στολισμό του σπιτιού. Το χριστουγεννιάτικο δέντρο, που τότε ήταν σχεδόν πάντα φυσικό, είχε τη δική του μικρή διαδικασία: έπρεπε να κοπεί λίγο η βάση, να μπει στη σωστή θέση, να σταθεί ίσιο. Μετά ακολουθούσαν τα στολίδια, τα περισσότερα παλιά και φθαρμένα, αλλά αγαπημένα. Κάθε χρόνο τα τοποθετούσαμε με την ίδια σειρά, σχεδόν από συνήθεια, αλλά αυτό ακριβώς ήταν που μας έδινε την αίσθηση συνέχειας και οικειότητας. Όταν άναβαν στο τέλος τα λαμπάκια, το σπίτι έμοιαζε να αλλάζει μορφή.

Ανάμεσα στις πιο έντονες αναμνήσεις μου είναι οι μέρες πριν από τα Χριστούγεννα, όταν ετοιμαζόμασταν να πούμε τα κάλαντα. Η παρέα των παιδιών της γειτονιάς οργανωνόταν από νωρίς. Παρότι πάντα αισθανόμουν λίγη αμηχανία, ήθελα πολύ να συμμετέχω. Τα τρίγωνα χτυπούσαν δυνατά, οι φωνές δεν ήταν πάντα συντονισμένες, αλλά η χαρά της βόλτας από σπίτι σε σπίτι ήταν μοναδική. Τα κέρματα που συγκεντρώναμε δεν είχαν τόσο σημασία όσο η αίσθηση ότι κάναμε κάτι «δικό μας».

Τα συναισθήματα εκείνων των ημερών ήταν απλά και γνήσια. Ανυπομονησία για τις διακοπές, χαρά που το σπίτι γέμιζε συγγενείς και φίλους, και μια αίσθηση ασφάλειας που σήμερα ως ενήλικας αναγνωρίζω πόσο σημαντική ήταν. Η παραμονή των Χριστουγέννων είχε πάντα μια ηρεμία που δεν μπορώ να εξηγήσω εύκολα. Ήξερα ότι κάτι όμορφο θα συμβεί, ακόμη κι αν δεν ήταν κάτι συγκεκριμένο.

Όσο για τον Άγιο Βασίλη, τον είχα συνδέσει με μια προσμονή που με κρατούσε ξύπνια μέχρι αργά. Κάθε χρόνο έγραφα το γράμμα μου με προσοχή, προσπαθώντας να είμαι «συγκεκριμένη» αλλά και «λογική», όπως έλεγαν οι μεγάλοι. Δεν ζητούσα πολλά. Συνήθως ένα ζευγάρι παπουτσάκια ή ένα ζευγάρι καλτσάκια με δαντέλα, ή κάτι μικρό για το σχολείο, όπως μαρκαδόρους ή ένα τετράδιο που μου άρεσε. Εκείνα τα δώρα, όσο απλά και αν ήταν, μου φαίνονταν πραγματικά σημαντικά. Η χαρά του πρωινού της Πρωτοχρονιάς, όταν έβλεπα το πακέτο κάτω από το δέντρο, ήταν από τις στιγμές που θυμάμαι πολύ καθαρά.

Σήμερα, κοιτάζοντας πίσω, καταλαβαίνω ότι οι πιο έντονες αναμνήσεις δεν αφορούν τα δώρα ή τα υλικά πράγματα, αλλά το κλίμα μέσα στο σπίτι. Την αίσθηση ότι οι γιορτές μάς έφερναν όλους λίγο πιο κοντά, ότι υπήρχε χρόνος για συζήτηση, παιχνίδι και απλές χαρές. Αυτή η απλότητα είναι ίσως η μεγαλύτερη παρακαταθήκη των παιδικών μου Χριστουγέννων.

Ίσως γι’ αυτό, κάθε φορά που πλησιάζει η γιορτή, θυμάμαι εκείνες τις εικόνες. Δεν είναι νοσταλγία για να γυρίσω πίσω, αλλά μια υπενθύμιση του τι πραγματικά μετράει: η οικογένεια, η ζεστασιά και οι στιγμές που, χωρίς να το καταλάβεις τότε, σε ακολουθούν για μια ζωή.»

 

ΔΗΜΑΡΧΟΣ ΡΕΘΥΜΝΟΥ ΓΙΩΡΓΗΣ ΜΑΡΙΝΑΚΗΣ

Χριστούγεννα στις γειτονιές του Ρεθύμνου, τότε που η χαρά γεννιόταν από το «μαζί».

Ο Δήμαρχος Ρεθύμνου Γιώργης Μαρινάκης ανακαλεί με νοσταλγία τα παιδικά του Χριστούγεννα. Μέσα από διαφορετικές εικόνες του Ρεθύμνου. Περιγράφει γειτονιές γεμάτες ζεστασιά, απλές χαρές, παιχνίδια και αλληλεγγύη, όπου η παιδική αθωότητα συνυπήρχε με το πνεύμα των γιορτών και τη χαρά που μοιράζονταν.

«Η αναδρομή στο παρελθόν, στα χρόνια της αθωότητας, μου προκαλεί πάντα ένα έντονο αίσθημα νοσταλγίας και γαλήνης.  

Ειδικά οι αναμνήσεις από την περίοδο των Χριστουγέννων, με συγκινούν διότι μου υπενθυμίζουν πως όλοι οι άνθρωποι, μοιραζόμαστε κοινές συναισθηματικές και ψυχικές ανάγκες που δεν εκπληρώνονται με αγαθά. Θυμάμαι την καθαρότητα που είχε το βλέμμα των απλών  Ρεθεμνιωτών, την αυθόρμητη συμπαράσταση τους στον αδύναμο και τον πάσχοντα, το νοιάξιμο των γειτόνων για τον διπλανό τους, τη χαρά των οικογενειακών φίλων όταν μας επισκέπτονταν με αφορμή τις γιορτές.

Παρότι η παιδική μου ηλικία διχοτομείται χρονικά σε δύο περιόδους αφού από την ηλικία των 3 ετών έως τα 10 μου ζούσαμε στη Σοχώρα, στην Παλιά Πόλη και μετά τα 10, στο σπίτι μας στη Λ. Κουντουριώτη,  δεν στερήθηκα τη στοργή ανθρώπων με τους οποίους είχα δεθεί συναισθηματικά λόγω γειτνίασης, μια και το Ρέθυμνο, τη δεκαετία του ‘60 ήταν ακόμη μια μικρή  παραλιακή κωμόπολη. Είχα το προνόμιο να γνωρίσω «το Ρέθυμνο πριν την πολυκατοικία» και να απολαύσω τη ζεστασιά δύο γειτονιών. Πέριξ της Κουντουριώτη, τα «πεδία δράσης» για  τα παιχνίδια μας ήταν ο περίβολος του Δημοτικού Σχολείου και η Επιμ. Μαρούλη από την οποία διέρχονταν, με μεγάλη  χρονική απόσταση μεταξύ τους, τα λιγοστά αυτοκίνητα. 

Ήταν εποχές οικονομικά δύσκολες, όμως υπήρχε περίσσευμα αγάπης. Η «γειτονιά» αποτελούσε  ισχυρό κοινωνικό δίκτυο σε όλα τα επίπεδα  κοινωνικής επαφής, συμπαράστασης και βοήθειας.

Καθ’ όλη της διάρκεια του χρόνου, αδημονούσαμε ως παιδιά για τα  Χριστούγεννα. Τα σχολεία έκλειναν κι έτσι είχαμε ελεύθερο χρόνο για να απολαύσουμε τα παιχνίδια μας στα σοκάκια και τις αλάνες. Λαχταρούσαμε όμως τις χριστουγεννιάτικες γιορτές για ένα επιπλέον λόγο: Να ψάλλουμε με την παρέα μας τα κάλαντα  διότι με το χαρτζιλίκι που κερδίζαμε αγοράζαμε γλυκίσματα, βιβλία με ωραία παραμύθια αλλά και παιχνίδια, κυρίως μπάλες και βώλους, για να παίζουμε όλοι μαζί.

Εκτός από τα παιχνίδια μοιραζόμασταν και την ίδια  αγωνία,  μήπως ο καιρός μας στερήσει αυτή τη δυνατότητα.

Στο σπίτι, οι  προετοιμασίες για τα  Χριστούγεννα και το καλωσόρισμα της νέας χρονιάς είχαν μια τελετουργία που μας γέμιζε προσμονή αλλά και γαλήνη.

Θυμάμαι ακόμη πώς μοσχοβολούσε όλη η γειτονιά, ειδικά την περίοδο των γιορτών, από τα γλυκίσματα αλλά και τα φαγητά των γιορτινών τραπεζιών που μετέφεραν οι νοικοκυραίοι, σε μεγάλα ταψιά, στους φούρνους για ψήσιμο.  

Η μητέρα μου αντάλλασε ιδέες και συνταγές με τις άλλες νοικοκυρές, ώστε να γίνουν ακόμη πιο νόστιμα. Η έννοια της  φροντίδας και της αγάπης, ενσαρκώνονταν στο πρόσωπο της. 

Ως παιδιά  βιώναμε την παιδική μας ηλικία πολύ πιο ήρεμα, χτίζαμε δυνατές φιλίες και ενθουσιαζόμασταν με απλά πράγματα: ένα φιλοδώρημα ή ένα κέρασμα με χριστουγεννιάτικα γλυκά, αρκούσαν για να ομορφύνει ο κόσμος μας. Ήμασταν ελεύθεροι από κάθε είδους τεχνολογική εξάρτηση, από ηλεκτρονικές οθόνες και εξαρτήματα. Ο προσωπικός χρόνος ήταν ο κοινωνικός μας χρόνος, αυτός μου μοιραζόμασταν αυθόρμητα και ολόψυχα.

Ούτε να διανοηθούμε μπορούσαμε φυσικά, τη μεταμόρφωση που υπέστησαν στο διάβα του χρόνου οι ανθρώπινες σχέσεις αλλά και το αστικό- κοινωνικό περιβάλλον. 

Η εξέλιξη άγγιξε θετικά πολλούς τομείς, όμως δεν κατάφερε να εμποδίσει την απώλεια  της ανεπιτήδευτης, πηγαίας χαράς που νοιώθαμε ως παιδιά.

Αναπολώ λοιπόν αυτές τις εποχές με νοσταλγία όχι μόνον γιατί μεγάλωσα, αλλά γιατί ακόμη νοιώθω αυτό το αίσθημα της φιλίας και τη ζεστασιά των ανθρώπων που συνεχίζουν να με αποκαλούν «Γιωργιώ» στις συναντήσεις μας, παρότι θα μπορούσα να είμαι παππούς.  

Παρά τις δυσκολίες της σύγχρονης μας εποχής, αισιοδοξώ ότι στο Ρέθυμνο, οι άνθρωποί του δεν θα πάψουν ποτέ να νοιάζονται ο ένας για τον άλλο και όλοι μαζί για την πόλη μας.

Και είμαι βέβαιος πως το πνεύμα των  Χριστουγέννων, ολοζώντανο στη διάρκεια των παιδικών μας χρόνων, μπορεί να περιβάλλει τη συνύπαρξή μας με όλη του τη ζωογόνα δύναμη. Αρκεί να του το επιτρέψουμε.

Χρόνια καλά κι ευλογημένα σε όλους και όλες!» 

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

KPRINT Banner
ΡΕΘΥΜΝΟ

Τα παιδικά Χριστούγεννα του Μητροπολίτη Προδρόμου, της Μαρίας Λιονή και του Γιώργη Μαρινάκη

0
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ