ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΡΕΘΥΜΝΟ

«Χρειάζεται ένας επανευαγγελισμός στον λαό μας»

0
  • Μια εναλλακτική συζήτηση με τον Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιο

Η επέλαση της πανδημίας έως σήμερα δεν αποτέλεσε μόνο μια υγειονομική κατάσταση. Η ασθένεια και ο θάνατος ως καθημερινότητα και ως πραγματική απειλή για την υγεία και την ζωή ενός εκάστου, συνέθλιψε δεδομένα και προκάλεσε κλυδωνισμούς ακόμα και για θεσμούς στερεούς εδώ και αιώνες, όπως η επίσημη ορθόδοξη εκκλησία.

Η ανάγκη εφαρμογής των αυστηρών μέτρων, δεν ήταν, τελικά, αυτονόητο, ότι επρόκειτο να εκληφθεί από όλους ως λογική πράξη συμβολής της εκκλησίας στην αποφυγή της διασποράς του κορωνοϊού και συμμετοχής της στην προστασία της υγείας και της ζωής. Οι ακραίες φωνές πολλές φορές έδωσαν ηχηρό παρόν ενώ οι φόβοι για κανονικό διωγμό της χριστιανοσύνης, κυριάρχησαν σε πολλές συζητήσεις και δημοσιεύσεις.

Την ίδια ώρα το ερώτημα για το ποια πρέπει να είναι η θέση της εκκλησίας μέσα σε όλη αυτή την κρίση, αποτέλεσε ένα αντικείμενο συζήτησης, που ουκ ολίγες φορές ξέφυγε από τα όρια και της ευπρέπειας αλλά κυρίως της ουσίας ως προς την πραγματική αποστολή εκκλησίας. Και στον διάλογο αυτό, τον πολλές φορές ανορθόδοξο ως προς την διεξαγωγή του, συμμετείχαν και κληρικοί, οι οποίοι είτε έχουν μπερδέψει την ουσία της αποστολής που έχουν επωμιστεί ή απλά απέδειξαν στην πράξη πως δεν ήξεραν εκ των προτέρων πως άλλος είναι ο ζευγάς και άλλος είναι ο παπάς.

Ανάμεσα σε όλη την σύγχυση που προκλήθηκε, μπήκε και η συζήτηση για την Θεία Κοινωνία. Πολύ κακώς, αλλά μπήκε. Ήταν από τις πιο αδιανόητες συζητήσεις που έγιναν μέσα στην εποχή της πανδημίας. Αδιανόητες γιατί προκλήθηκε και υποστηρίχθηκε από ανθρώπους, οι οποίοι δεν επρόκειτο ποτέ να μετέχουν του συγκεκριμένου μυστήριου και από ανθρώπους που ήξεραν καλά, ότι αν έθιγαν αυτό το ζήτημα, αυτομάτως το όνομα τους θα γινόταν επίκεντρο της συζήτησης και οι απόψεις τους θα προκαλούσαν την επιθυμητή και προς όφελος τους αναστάτωση. Οι άνθρωποι που μετέχουν συχνά και συνειδητά στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ούτε ενδιαφέρθηκαν, ούτε έδωσαν την παραμικρή σημασία σε ένα άνευ λόγου διάλογο, για τον οποίο ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου κ. Ευγένιος, παραχωρώντας συνέντευξη στην εφημερίδα μας, δήλωσε, ότι «το θέμα της Θείας Κοινωνίας δεν έπρεπε καθόλου να τεθεί σε συζήτηση».

Ετέθη όμως. Και γενικότερα η εκκλησία αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί μια ιδιαίτερη κατηγορία μέσα στην όλη πραγματικότητα που ζούμε. Προς τούτο και η συζήτηση με τον Σεβασμιώτατο κ. Ευγένιο περιστράφηκε γύρω από την συνολική κατάσταση που δημιουργήθηκε και που ο ίδιος πιστεύει πως ανέδειξε πολλά πεδία συζήτησης με επίκεντρο το να προχωρήσει η εκκλησία σε «επαναευαγγελισμό» της κοινωνίας.

Κρατώντας μια στάση στο πλαίσιο της λογικής αντιμετώπισης των πραγμάτων, ο Μητροπολίτης Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου μιλάει για όλα τα κυρίαρχα ζητήματα που προέκυψαν αναφορικά με την θέση και την στάση της εκκλησίας μέσα στην πανδημία προτρέποντας τον κάθε ένα να συμβάλει με τον δικό του τρόπο στο μεγάλο βήμα για την επόμενη ημέρα.

“Αν ξεκινήσουμε από την δική μας προσωπική ευθύνη, από την δική μας αυτοκριτική, τότε είμαι βέβαιος, θα μπούμε στον σωστό δρόμο για την επίλυση και αυτής και κάθε άλλης κρίσης» δηλώνει στην εφημερίδα μας.

Περισσότερα στην συζήτηση που ακολουθεί.

Η επέλαση της πανδημίας και οι περιορισμοί έδωσαν την δυνατότητα να εκφραστούν αρκετοί εναντίον της εκκλησίας. Νιώσατε στην επίσημη εκκλησία, σαν να βρίσκεστε υπό διωγμό;

Είναι μια μεγάλη συζήτηση και ασφαλώς ο καθένας μπορεί να την δει με τον δικό του τρόπο και να απαντήσει εντελώς διαφορετικά για το πώς θεωρεί τον διωγμό. Αν ο διωγμός είναι κάτι αφύσικο και τραγικό ή αν ο διωγμός είναι μέσα στην φύση της εκκλησίας. Όπως τουλάχιστον θέλω να το θεωρώ, διαβάζοντας το Ευαγγέλιο και ακούγοντας τον Χριστό τον ίδιο να λέει «Ει εμέ εδίωξαν, και υμάς διώξουσιν. Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἔξετε· ἀλλὰ θαρσεῖτε, ἐγὼ νενίκηκα τὸν κόσμον». Αν έδιωξαν τον ίδιο τον Χριστό, πώς να μην διώκουν κατά καιρούς κάποιοι άνθρωποι το Σώμα Του, δηλαδή, την εκκλησία. Αν θέλουμε, λοιπόν, να ζούμε σε μια αυθεντική εκκλησία, η εκκλησία αυτή θα είναι διωκόμενη. Γιατί διωκόμενος από την ζωή των ανθρώπων είναι πάντα ο Χριστός. Αλλά Εκείνος επιμένει να δίνει την Ζωή Του για την ζωή τους και προχωρεί διασχίζοντας τους αιώνες, αφήνοντας πίσω όλα, συγχωρώντας και αγαπώντας το πλάσμα Του. Έτσι λοιπόν, θέλω να πιστεύω, ότι κάθε φορά σε κάθε εποχή, ο Εσταυρωμένος δείχνει τον δρόμο στην εκκλησία για να είναι και εκείνη εσταυρωμένη και παράλληλα ο Αναστημένος, είναι εκείνος που της δίνει την δυνατότητα διαρκώς να ανασταίνεται και να ανασταίνει τους ανθρώπους. Έτσι λοιπόν δεν αποθαρρύνομαι καθόλου από τις αντίθετες απόψεις, που σε κάθε εποχή εκφράζονται, με κάθε ευκαιρία εκδηλώνονται και όλο και κάποιοι άνθρωποι, θέλοντας, είτε να έχουν ένα άλλοθι στην δική τους προσωπική ζωή, είτε ακούσια, επειδή η περιρρέουσα ατμόσφαιρα είναι αυτή που είναι, είτε γιατί τελικά η εκκλησία και το Ευαγγέλιο αποτελεί έλεγχο της ζωής τους, αντιδρούν με αυτόν τον τρόπο. Το βλέπω εντελώς φυσικό, το συγχωρούμε ως εκκλησία, η εκκλησία υπομένει πάντα τους σταυρωτές της, προσεύχεται για αυτούς, τους συγχωρεί, περιμένει την επιστροφή τους και κοιτάζοντας μπροστά, προσπαθεί να σώσει όσους ανθρώπους θέλουν να σωθούν.

Πέρα από τις ανάγκες που προέκυψαν λόγω του κορωνοϊού για μη συνωστισμό, οπότε περιορισμό και της λειτουργικής ζωής της εκκλησίας, πόσο συμφωνείτε ή διαφωνείτε με όσους υποστηρίζουν πως υπάρχει σχέδιο απομάκρυνσης του κόσμου από την εκκλησία;

Κανένα σχέδιο απομάκρυνσης δεν θεωρώ, ότι υπάρχει. Ίσως να υπάρχει ένας «πανικός» στην αντιμετώπιση πρωτόγνωρων φαινομένων, όπως αυτά που βιώνουμε τον τελευταίο καιρό. Φωνάζω από την αρχή όπου σταθώ και όπου βρεθώ, ότι κάνουμε ένα μεγάλο λάθος, ψάχνοντας να βρούμε φαντάσματα εκεί που δεν υπάρχουν και απομακρύνοντας τον εαυτό μας από την αληθινή θεώρηση των πραγμάτων που ξεκινάει από την αυτοκριτική μας. Όλο αυτόν τον καιρό περιμένω αυτούς που θα μπουν μπροστά, τους πνευματικούς ανθρώπους της πατρίδας μας και του κόσμου ολόκληρου, που θα ασχοληθούν με τα ψυχολογικά και κοινωνιολογικά φαινόμενα και τις διαφοροποιήσεις που υπάρχουν αυτή την περίοδο με αυτά που μας βρήκαν στον κόσμο. Περιμένω όλους αυτούς που θα σκεφτούν το ανθρώπινο πρόσωπο και το τι δοκιμασίες διέρχεται όλο αυτό τον καιρό. Περιμένω να έχουμε μια διαφορετική αντιμετώπιση και δεν την βλέπω. Δεν θέλω να είμαι απαισιόδοξος, όμως δεν σας κρύβω, ότι όλο αυτόν τον καιρό βλέπω και ακούω διάφορες αναλύσεις. Ως άνθρωπος της εκκλησίας, όμως, θα περίμενα και μια πνευματική θεώρηση του όλου αυτού φαινομένου, που θα είχε να κάνει και με το γιατί φτάσαμε ως ανθρωπότητα σε αυτό το σημείο. Για το τι λάθος έχουμε κάνει. Δεν την είδα και δεν την άκουσα από κανένα. Αντιθέτως, αν αφαιρέσουμε και όλες αυτές τις φαιδρότητες των συνωμοσιολογιών, αν αφαιρέσουμε όλους τους επιστημονισμούς των διαφόρων που έγιναν ξαφνικά ειδικοί και έχουν λόγο επί παντός επιστητού ο κάθε ένας από αυτούς, αν εξαιρέσουμε όλα αυτά, πάλι θα δούμε πως υπάρχει στους ανθρώπους ένας άκρατος και άκριτος δικαιωματισμός.  Όλοι αρχίσαμε να λέμε τι είχαμε και τι χάσαμε, τι μας στερούν, τι πρέπει να αποκτήσουμε, και αυτός ο δικαιωματισμός κάθε άλλο παρά στην θεραπεία του προβλήματος βοηθάει. Αν ο κάθε ένας μας σε αυτές τις κρίσεις, δεν βάλει τον μπέτη του μπροστά, όπως θα έλεγαν οι πρόγονοι μας, αν δεν πει τι φταίω εγώ που φτάσαμε εκεί και τι πρέπει να διορθώσω εγώ για να διορθωθεί ο κόσμος, αλλά αντίθετα, αν ο κάθε ένας από εμάς βγάζει την ευθύνη από τον εαυτό του και ψάχνει να την αποδώσει σε οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο ή φαινόμενο, τότε τα πράγματα δεν πάνε καλά και δεν θα διορθωθούν. Αν όμως ξεκινήσουμε από την δική μας προσωπική ευθύνη, από την δική μας αυτοκριτική, τότε είμαι βέβαιος, θα μπούμε στον σωστό δρόμο για την επίλυση και αυτής και κάθε άλλης κρίσης.

Εσείς είδατε τους πιστούς να επηρεάζονται και τελικά να απομακρύνονται από την εκκλησία;

Όχι είδα το αντίθετο. Οι αληθινά πιστοί άνθρωποι, είναι αυτοί που όλο αυτόν τον καιρό τους λείπει η εκκλησία και για αυτό ζητούσαν εναγώνια, ειδικά ετούτη την τελευταία περίοδο, να ανοίξουν οι εκκλησίες, να γίνει τα Χριστούγεννα αυτό που δεν έγινε το Πάσχα και πράγματι πρέπει να αναγνωρίσουμε σε αυτούς τους ανθρώπους όχι τον δικαιωματισμό για να έχουν την πνευματική αντιμετώπιση του θέματος, αλλά την αληθινή πίστη που θέλει τους ανθρώπους να βλέπουν την εκκλησία ως την αγκαλιά του Θεού ανοιχτή για όλους, δικαίους και αδίκους, που θέλει την εκκλησία να συμμετέχει με το δικό της ΕΣΥ, το εκκλησιαστικό σύστημα υγείας δηλαδή, στην πνευματική θεραπεία των ανθρώπων και απορώ, γιατί και τούτη την περίοδο η εκκλησία, που θα μπορούσε να παίζει ένα άλλο ρόλο, δεν έγινε αυτό κατορθωτό και κάποιοι δεν κατάλαβαν, ότι η εκκλησία έχει χίλιους τρόπους για να βοηθήσει αποτελεσματικά με τα πνευματικά της μέσα τον άνθρωπο και στην αποφυγή των ψυχικών φαινομένων που έπονται αυτής της κατάστασης και τέλος πάντων είναι κάτι που δεν λείπει απλώς ως ψυχολογισμός από τον άνθρωπο αλλά ως πεδίο ζωτικό για την ζωή του ολόκληρη. Τέλος πάντων, προχωρούμε μπροστά. Οι εκκλησίες μας είναι ανοιχτές, το χαιρόμαστε, θα διασφαλίσουμε με κάθε τρόπο αυτό που πρέπει να γίνεται από αγάπη στους αδελφούς μας. Από την πρώτη στιγμή η εκκλησία δέχθηκε ότι πρότειναν οι ειδικοί. Ελάχιστα φαινόμενα είχαμε από ανθρώπους που δεν σκέφτηκαν σωστά ή παρασύρθηκαν. Κοιτάζοντας μπροστά από αγάπη στους αδελφούς μας, κάναμε και θα συνεχίσουμε να κάνουμε αυτό που πρέπει, αυτό που κάθε φορά από τους αρμοδίους προτείνεται ως καταλληλότερο για να σταματήσει η διασπορά και να τελειώνουμε, επιτέλους, από αυτό το φαινόμενο. Ξαναλέω ακόμη για μια ακόμη φορά στον εαυτό μου και σε όλους: στο χέρι μας είναι να τελειώνουμε μια ώρα αρχύτερα και μακάρι να το συνειδητοποιήσουμε, να το κάνουμε πραγματικότητα, να κάνουμε ότι μπορούμε, να ασκηθούμε λίγο περισσότερο, από αυτή την άσκηση που μας γίνεται τελευταία και να ξεμπλέξουμε.

Θα πρέπει να παραδεχθούμε πως υπήρξαν και ακραίες εκκλησιαστικές φωνές μέσα στην πανδημία. Είδαμε κληρικούς όλων των βαθμίδων που δεν θέλησαν να τηρήσουν τα μέτρα προστασίας και καταγράφηκαν αντιδράσεις, πολλές φορές μέχρι επίπεδο φανατισμού. Υπήρξαν και οι φωνές της λογικής. Πόσο επηρέασε εσάς ως εκκλησιαστική διοίκηση όλη αυτή η κατάσταση και πόσο σας δυσκόλεψε;

Κατ’ αρχήν όλες οι φωνές μέσα στην εκκλησία, όπως και μέσα στην κοινωνία, και υπάρχουν και ακούγονται και δημιουργούν θέματα και καταστάσεις. Δεν σημαίνει πως πρέπει να φιμώνεται κάποιος ή να μην ακούγεται η φωνή του. Στα όρια της ευπρέπειας πάντα,  διότι και αυτά ξεπεράστηκαν πολλές φορές δυστυχώς, διότι και τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κυρίως λόγω της ανωνυμίας που μπορεί να υπάρχει εκεί, μας έχουν κάνει να χάσουμε πολλές φορές την ευγένεια μας και πολλοί δεν καταλαβαίνουν πως αν χάσουν την ευγένεια τους, χάνουν και το δίκιο τους, ακόμα και αν το έχουν. Σε κάθε περίπτωση προχωρούμε μπροστά, αφήνοντας πίσω όλα αυτά, τα οποία έως ένα βαθμό είναι κατανοητά μέσα σε τέτοιες καταστάσεις. Κατανοούμε πως κάποιοι θα παρασυρθούν, θα πάρουν λάθος δρόμους, θα το τραβήξουν ίσως λίγο παραπάνω, αλλά για όλους υπάρχει και η άλλη σκέψη, και η επιστροφή και η μετάνοια, να δουν πως κάποια πράγματα τα σκέφτηκαν και τα λειτούργησαν λάθος, αλλά πάντα υπάρχει το περιθώριο να αλλάξουν και να διορθωθούν. Δεν τίθεται κανένα θέμα από όλες αυτές τις φωνές. Φυσικά οι φωνές των ανθρώπων εκφράζουν κάθε φορά αυτόν που σκέφτεται αλλά για αυτό υπάρχει ο διάλογος και η δημοκρατία, ώστε όμορφα, ήσυχα και καλά να κουβεντιάζουμε και να προσπαθούμε μέσα από τα μέσα που διαθέτουμε, να πείθουμε τους άλλους ανθρώπους για το ποιο είναι τελικά το αληθές, ποιο είναι το σωστό και να παρακαλέσω έτσι την αγάπη όλων, πέρα από όλα αυτά που μας έχουν πιέσει τόσο και μας έχουν κάνει πολλές φορές να είμαστε επιθετικοί ή απαιτητικοί στους ανθρώπους – όπως το βλέπω καθημερινά – τουλάχιστον να είμαστε ευγενικοί.

Όλη αυτή η ιστορία με την Θεία Κοινωνία πόσο επηρέασε τους πιστούς με βάση την δική σας επαφή με τον κόσμο;

Νομίζω, ότι το θέμα της Θείας Κοινωνίας δεν έπρεπε καθόλου να τεθεί σε συζήτηση. Ας αφήνουμε κάποια πράγματα χωρίς να τα αγγίζουμε, να τα ευτελίζουμε και να ανοίγουμε συζητήσεις, υποβιβάζοντας τα σε ένα επίπεδο, που δεν θέλω καθόλου να το κατονομάσω. Δόξα τω Θεώ, οι περισσότεροι κατάλαβαν πως είναι λάθος να μιλούμε με τόση απρέπεια για αυτό το μυστήριο. Έτσι και αλλιώς, φυσικά, ο Χριστός δεν παθαίνει τίποτα, ότι και να λέμε εμείς. Εμείς παθαίνουμε. Σας θυμίζω, αυτό που είπε ο Πατριάρχης μας από την αρχή, ότι σε τούτη την πανδημία και με αυτές τις θεωρήσεις που έχουμε, δεν κινδυνεύει η πίστη αλλά κινδυνεύουμε οι πιστοί, που μπορεί να γίνουν από δύσπιστοι έως άπιστοι. Εκεί είναι ένα θέμα πάρα πολύ σοβαρό. Δόξα τω Θεώ που έχουμε καταλάβει μέσα από αυτό κάποια πράγματα, που είδαμε και αυτό είναι μια εμπειρία πλέον, ότι χρειάζεται ένας επανευαγγελισμός στον λαό μας, στον λαό της εκκλησίας, για όλα αυτά τα θέματα και τα ζητήματα. Δόξα των Θεώ, κάποιοι άνθρωποι μέσα από όλη αυτή την ιστορία, αισθάνθηκαν εντονότερα την έλλειψη της και για αυτό διαρκώς είχαμε συζητήσεις και μηνύματα πολλούς ανθρώπους που ζητούσαν να τους δοθεί η δυνατότητα να μετέχουν στην Θεία Κοινωνία. Εγώ μέχρι σήμερα ποτέ δεν είχα δει τόση διάθεση συμμετοχής στην Θεία Λειτουργία, όσο τώρα. Και έχω πάρα πολλές συγκινητικές αναφορές να κάνω, αλλά για ευνόητους λόγους δεν θα τις κάνω, για όλους αυτούς τους ανθρώπους που στερήθηκαν την δυνατότητα συμμετοχής στο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας όλο αυτόν τον καιρό. Για μένα προσωπικά ισχύει αυτό που έχουν γράψει οι Πατέρες μας: όποιος επιθυμεί να κοινωνήσει, ακόμα και αν δεν του δίδεται η δυνατότητα, είναι σαν να έχει κοινωνήσει με ένα άλλο διαφορετικό τρόπο, από τον ίδιο τον Χριστό. Δόξα τω Θεώ, και αυτό βλέπω να υποχωρεί ως συζήτηση τελευταία. Έκαναν λάθος μερικοί άνθρωποι από εμάς που μπήκαν σε αυτή την συζήτηση. Η Εκκλησίας της Κρήτης, από την αρχή, και το θυμίζω σε όλους, είπε μία λέξη: το θέμα αυτό για την εκκλησία μας είναι αδιαπραγμάτευτο. Και έτσι συνεχίζουμε και νομίζω πως και εγώ είπα περισσότερα από όσα έπρεπε.

Ποια θεωρείτε πως πρέπει να είναι η στάση του ιερέα και πνευματικού προς τον πιστό που προστρέχει προς αυτόν μέσα σε αυτή την δύσκολη περίοδο;

Είναι μια χρυσή ευκαιρία τούτη η περίοδος για να ξαναβρούμε την αληθινή σχέση με τους ανθρώπους. Την σχέση της πατρότητας που πρέπει να έχουν οι ιερείς μας με τους πιστούς της ενορίας τους. Του κομματιού εκείνου της εκκλησίας που τους έχει εμπιστευθεί ο Θεός για να οδηγούν στην αλήθεια. Να οδηγούν σωστά. Να στέκονται δίπλα στον άνθρωπο παρηγορητικά. Είναι μια χρυσή ευκαιρία και υπάρχουν χιλιάδες τρόποι τώρα για να αναθερμαίνεται αυτή η οικογενειακή σχέση μέσα στο ενοριακό επίπεδο. Κάθε φορά έχουμε τις δυσκολίες αλλά και κάθε φορά έχουμε και την υπέρβαση τους. Και θέλω να σας θυμίσω εδώ και την υπέροχη εκείνη φράση του μακαριστού μεγάλου προκατόχου μου, του Μητροπολίτη Τίτου, που είχε γράψει κάποτε, ότι κάποιες στιγμές στην ιστορία της εκκλησίας, όπως και στην γενικότερη ιστορία, έχομε τις δυσκολίες των δυνατοτήτων. Τούτη  την περίοδο έχουμε τις δυνατότητες των δυσκολιών και μέσα από αυτές τις δυνατότητες κάνουμε ότι μπορούμε κοιτώντας μπροστά, ελπίζοντας σε ένα καλύτερο αύριο για τον τόπο, για τον λαό μας, για την πατρίδα μας, για τον κόσμο ολόκληρο.

Από το πρωτοφανώς απομονωμένο Πάσχα που ζήσαμε πάμε σε κάπως πιο ελεύθερα Χριστούγεννα. Πόσο ικανοποιημένοι είστε και τι συμβουλεύετε κληρικούς και πιστούς;

Είμαστε βαθύτατα ικανοποιημένοι. Η αλήθεια είναι πως εργαστήκαμε πολύ για αυτό. Εργαστήκαμε τηρώντας όλα τα μέσα, όλο αυτόν τον καιρό που πρότεινε η πολιτεία για την αποφυγή της διασποράς. Πονέσαμε πολύ το Πάσχα. Δεν θεωρήσαμε, όμως, ποτέ τις εκκλησίες μας αδειανές. Προσωπικά το έχω ξαναπεί, ότι πάντα έβλεπα με την πνευματική μου όραση τις εκκλησίες γεμάτες. Τα καθίσματα με όλους τους ανθρώπους, τους οποίους προσωπικά γνωρίζω, να μετέχουν με ένα άλλο μυστικό τρόπο σε αυτά που γίνονταν στην Θεία Λατρεία. Δόξα τω Θεώ, που τώρα έχουμε αυτή την δυνατότητα να είμαστε κάπως μαζί, αντιπροσωπευτικά έστω, τηρώντας όλες τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να μην γίνομε αίτιοι ενός τρίτου κύματος βίας απέναντι στα πρόσωπα μας με τον κορωνοϊό. Λέω για ακόμη μία φορά: 1ον όσοι έχουν σοβαρά προβλήματα, είναι μεγάλων ηλικιών ή ανήκουν σε ευπαθείς ομάδες του πληθυσμού, όσοι διατρέχουν οποιοδήποτε κίνδυνο λόγω επιβάρυνσης της υγείας τους, να παραμείνουν στο σπίτι τους. Χριστούγεννα κάνουμε όταν ανοίγουμε την καρδιά μας για να έρθει εκεί ο Χριστός να γεννηθεί. Όταν την κάνουμε Βηθλεεμικό σπήλαιο. Και γνωρίζουμε και ξέρουμε τους τρόπους στην εκκλησία, πως γίνεται αυτό με την μεγαλοψυχία μας, την μακροθυμία μας, με την αγάπη μας σε όλες τις μορφές έκφρασης της. Με ρώτησε αυτές τις ημέρε κάποια πιστή κυρία του λαού μας, με ποιο τρόπο θα παραστούν οι 50 πιστοί ή οι 25 μέσα στους ναούς μας και αν θα πρέπει να βάλω τους ιερείς μας στην διαδικασία να κλείνουν θέση εκ των προτέρων. Της απήντησα και το πιστεύω ακράδαντα αυτό, πως όποιος είναι καλός χριστιανός, παραχωρεί την θέση του στον αδελφό του και μένει έξω για να μπει αυτός που έχει πραγματικά πνευματική ανάγκη μέσα. Μακάρι να μπορούσα να κάνω και εγώ το ίδιο. Να παραχωρούσα τη θέση μου - αλλά αυτό δεν γίνεται εκ των πραγμάτων - σε εκείνον που πραγματικά εκείνη την ώρα έχει θέση μέσα στο «νοσοκομείο της εκκλησίας», γιατί είναι όντως πνευματικά ασθενής. Εμείς στην τοπική μας εκκλησία θα κάνουμε το καλύτερο για να μπορέσουν να μετέχουν περισσότεροι άνθρωποι σε αυτές τις δυνατότητες τις λίγες αλλά ουσιαστικές που θα έχουμε μέσα στο Άγιο Δωδεκαήμερο. Ελπίζω και προσεύχομαι να μην έχουμε περίεργα φαινόμενα, να έχουμε μια καλή προσέλευση των ανθρώπων, όπως χρειάζεται, να τηρούνται τα μέτρα, για να μην χρειαστεί στο μέλλον να ξανακάνουμε κάτι τέτοιο και είθε εκ των αποτελεσμάτων διαφαίνεται, ότι πάμε καλά και είναι λάθος αν το χαλάσουμε τώρα στο τέλος, αφού τα νούμερα μηδενίζονται σιγά - σιγά στην Κρήτη και εδώ στο νομό μας έχουμε μηδενίσει σε κρούσματα εδώ και ημέρες και αυτό μου δίνει μεγάλη χαρά. Είναι κρίμα τώρα που φτάνουμε στο τέλος να δώσουμε μια να ξαναρχίσουμε από την αρχή.

Να κλείσουμε με τις ευχές σας για το νέο έτος.

Οι ευχές μου είναι να προσλάβουμε το ουσιαστικό μήνυμα αυτών των ημερών. Το μήνυμα που μας θέλει αλληλέγγυους, αγαπητικά δοσμένους τον ένα στον άλλο και με αυτόν τον τρόπο απολαμβάνοντας την χρυσή ευκαιρία να είμαστε μαζί και να κοιτάμε μπροστά. Να αφήνουμε κατά μέρος ότι μας πόνεσε, ότι μας προβλημάτισε, και να κάνουμε τους πόνους μας πόθους και τα προβλήματα προβληματισμούς για ένα καλύτερο αύριο, όπου δεν θα υπάρχει πόνος στους ανθρώπους, όπου ο θάνατος δεν θα θερίζει όπως τώρα, όπου όλοι μας θα ευημερούμε γιατί θα έχουμε προτάξει στη σχέση μας με το Θεό, στην σχέση μας με τον άνθρωπο και στην σχέση μας με τον εαυτό μας όχι το προσωπικό μας συμφέρον αλλά κάθε φορά αυτό που θα κάνει τον άλλο εγώ και το εγώ εμείς.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ