ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Ιστορική επιφυλλίδα - Γ. Η καθαριότητα

0

Ο χώρος που αναλογούσε στην κάθε εργάτρια ήταν ένα κοινό δωμάτιο ύπνου για όλη την οικογένεια και ένα κοινό πλυσταριό για όλους τους συνοίκους της αυλής. Δημόσια γυναικεία λουτρά δεν είχε ούτε η Ερμούπολη ούτε η Αθήνα. Τα δημόσια γυναικεία λουτρά στη συνοικία της Μουνιχίας, στον Πειραιά, ήταν τα μοναδικά.

Εκεί η διεξαγωγή του μπάνιου αποτελούσε πρόβλημα για τις γυναίκες. Από την εφημερίδα Σφαίρα πληροφορούμαστε ότι οι «πετρομαχούντες παίδες» έσπαγαν τα τζάμια των λουτρών, με αποτέλεσμα η διαδικασία μπάνιου να παρουσιάζει εξαιρετικές δυσκολίες για τις γυναίκες. Θα έπρεπε να έχει κανείς μεγάλη δόση εφευρετικότητας για να κατορθώσει με τα μέσα αυτά να κάνει ένα γενικό λουτρό.

Το 1903 η Ευγενία Ζωγράφου προτείνει στους ιδιοκτήτες των εργοστασίων να δημιουργήσουν λουτρά και πλυντήρια ενδυμάτων για τις εργάτριες. Το θερμό νερό που εξέρχεται από τις μηχανές κατά την εξάτμιση θα μπορούσε να κατευθυνθεί σε ειδική, αίθουσα και να χρησιμοποιηθεί για λουτρό των εργατριών. Με βάση τα διαθέσιμα στοιχεία μου η πρότασή της δεν εισακούσθηκε.

Εκτός όμως από το χώρο για το λουτρό οι εργάτριες δεν διέθεταν ούτε τον απαραίτητο χρόνο, ούτε νερό, ούτε σαπούνι. Στην καλύτερη περίπτωση η τροφοδοσία του νερού γινόταν από τη βρύση του δρόμου που βρισκόταν πολλές φορές σε μεγάλη απόσταση από την κατοικία. Στη χειρότερη περίπτωση αντλούσαν νερό από τα πηγάδια ή από δεξαμενές.

 Το νερό ήταν περιορισμένο λόγω της λειψυδρίας κατά τους θερινούς μήνες. Ακόμα και το νερό από τη βρύση του δρόμου διοχετευόταν, κάθε δεύτερη μέρα το χειμώνα και κάθε τρεις, τέσσερις, έως και πέντε ημέρες το καλοκαίρι. Πως οι γυναίκες αυτές θα εξοικονομούσαν νερό ώστε η οικογένεια να κάνει άφθονη χρήση και να περισσέψει για το λουτρό τους;

Το κοινό σαπούνι και το χτένι για τα μαλλιά αποτελούσαν είδη πολυτελείας. Αυτό αποδεικνύεται από το γεγονός ότι τα Κυριακά Σχολεία των Εργατριών κατά τις γιορτές των Χριστουγέννων και στις εξετάσεις του Ιουνίου προσέφεραν ως δώρα ή ως βραβεία στις εργάτριες σαπούνια και χτένια. Η Ένωσις των  Ελληνίδων διένεμε σαπούνια και χτένια στις οικογένειες των λαϊ­κών συνοικιών.

Η διαδικασία των πρακτικών καθαριότητας βασιζόταν στην οικονομία του χώρου, του χρόνου, του νερού, των υλικών και των κινήσεων. Μια πήλινη. γαβάθα με χλιαρό νερό, ένας άδειος κάδος που χρησίμευε και για την μπουγάδα, μια βούρτσα απ' αυτές που τρίβουν τα πατώματα ή ένα σφουγγάρι και ένα κομμάτι φανέλας ήταν τα απαραίτητα υλικά για το λουτρό.

Πριν το μπάνιο έπρεπε να τρίψουν το σώμα τους για να ανέβει η θερμοκρασία και να ανοίξουν, οι πόροι, μετά με την φανέλα έπρεπε να σκουπιστούν. Όσον αφορά την υγιεινή των μαλλιών, αυτά έπρεπε να βρέχονται και να κτενίζονται καθημερινά.

Έπρεπε να λούζονται τακτικά (δύο φορές την εβδομάδα), έτσι ώστε να μην αναπτύσσουν παράσιτα (ψείρες, τριχοφάγο, ψώρακ.ά.). Η περιποίηση των δοντιών προστίθεται πολύ αργότερα στις πρακτικές καθαριότητας. Το 1911 προσφέρεται σκόνη για το καθαρισμό των δοντιών ως βραβείο στις εξετάσεις του Κυ­ριακού Σχολείου του ΕΚΑ.

Το πλύσιμο των ρούχων είναι επίπονο, χρονοβόρο και δαπανηρό. Γιατί οι εργάτριες θα πρέπει να θυσιάσουν την Κυριακή, να εξοικονομήσουν σαπούνι, στάχτη και ξύλα, είδη που δεν προσφέρονται σε αφθονία, για να πλύνουν τα ρούχα τους. Έτσι θεωρείται κατόρθωμα για τις εργάτριες να τα πλένουν μια φορά το μήνα.

Η διαδικασία του λουτρού αποτελεί έναν ισχυρό αυτοαναγκασμό. Oι εργάτριες πρέπει να αναπτύξουν τέτοιου τύπου συνήθειες ώστε να χαλιναγωγηθούν. Μέσω της καθαριότητας και της ευπρέπειας διακόπτεται η συμβολική βία που ασκούν οι βρόμικοι και οι ατημέλητοι.

Η εργάτρια για να ενταχθεί κοινωνικά και να ξεφύγει από τις αγροτικές της καταβολές πρέπει να αισθανθεί απέχθεια προς τη βρώμα, σεβασμό προς την καθαριότητα, την αίσθηση του καθήκοντος και της εργασίας.

Για τα ανύπαντρα κορίτσια της αστικής τάξης η εμφάνισή τους αποτελεί απόδειξη της κοινωνικής και οικονομικής τους κατάστασης και χρησιμεύει κυρίως ως επένδυση για την ανεύρεση συζύγου.

Οι εργάτριες πρέπει, αντιθέτως, με την εμφάνισή τους να αποδεικνύουν ότι εργάζονται για να ζήσουν και όχι για να ντυθούν. Σύμφωνα με τα κυρίαρχα κοινωνικά πρότυπα, οι νέες εργάτριες με την εμφάνισή τους δεν πρέπει να επιδεικνύουν τίποτε άλλο εκτός από την καθαριότητά τους. Πρέπει να φορούν απλά -όχι πολυτελή- και άνετα ρούχα ώστε να διευκολύνονται οι κινήσεις.

Η καθαριότητα των ρούχων απαιτεί την αφαίρεση των λεκέδων και των οσμών. Τα εσώρουχα των γυναικών πρέπει να αλλάζονται μια ή δυο φορές την εβδομάδα. 'Όμως, αυτό αποτελεί ένα πρόβλημα γιατί οι γυναίκες δεν έχουν χρήματα για να αγοράσουν λευκό ύφασμα και να ράψουν εσώρουχα.

Το λευκό βαμβακερό ύφασμα κατάλληλο για τη ραφή εσωρούχων- θεωρείται πολύτιμο χριστουγεννιάτικο δώρο για τις εργάτριες που φοιτούν στα Κυριακά Σχολεία. Τα κουρελιασμένα βαμβακερά ενδύματα της νεοαφιχθείσας στην πόλη εργάτριας πρέπει να αντικατασταθούν με καθαρά, ατσαλάκωτα και καλομπαλωμένα ρούχα. Η διδασκαλία στοιχειωδών γνώσεων κοπτικής, ραπτικής, και «εμβαλωματικής» στα Κυριακά Σχολεία, έχει ως πρωταρχικό σκοπό τη βελτίωση της εξωτερικής εικόνας της εργάτριας.

Αντίθετα, για τις εργάτριες που ντύνονται πολυτελώς παραβαίνοντας τα πρότυπα της σεμνότητας και της νοικοκυροσύνης, δημιουργείται ένα κλίμα καχυποψίας και απόρριψης. Το φαινόμενο παρατηρείται στις νέες που εργάζονται στα εργαστήρια μοδιστρικής και στα καπελάδικα.

Προφανώς η επαφή με τις αστές, με τους τρόπους τους και τις νοοτροπίες τους, δημιουργεί στις εργάτριες την επιθυμία της μίμησης, Η πολυτέλεια της νέας εργάτριας προκαλεί αναστάτωση σε όλους γιατί ανατρέπει αποδεκτούς κώδικες και συμπεριφορές. Φανερώνει σπατάλη και υπονοεί ανηθικότητα.

Το 1920 η επιθεωρήτρια εργασίας Άννα Μακροπούλου σημειώνει ότι αρκετές εργάτριες «διαθέτουν τα περισσεύματά των εις είδη πολυτελείας, αδιαφορούσαι παντελώς διά το μέλλον των». Πραγματικά, η εικόνα της καθαρής εργάτριας φανερώνει την εκπαίδευσή της και την υποταγή της στις νέες αρχές που βασίζονται στην υγιεινή του σώματος και στη σεμνότητα της ενδυμασίας.

Το πνεύμα της νοικοκυροσύνης και της αποταμίευσης κυριαρχεί. Η ένταξή της στον κόσμο της εργασίας διευκολύνεται. Κάθε άλλη συμπεριφορά -κυρίως η υιοθέτηση της πολυτέλειας- αποτελεί παραβίαση των κυρίαρχων αναπαραστάσεων στην κοινωνία.

Μια ιδιοκτήτρια μεταξοϋφαντηρίου διευκρινίζει τι ακριβώς θεωρείται πολυτέλεια για τη νέα εργάτρια και αποκαλύπτει τις ανησυχίες της: «Η ελληνίς εργάτις ουδέν άλλο ιδανικόν έχει δι’ ουδέν άλλο φροντίζει ή πώς να αμείβεται καλώς, να έχη μεταξωτό φόρεμα, ωρολόγιον της χειρός, να φορή την καλυτέραν κάλτσαν, να περιποιήται τους όνυχας, το πρόσωπον και την κό­μην της, και να φροντίζει πώς να εύρη ένα σύζυγον, όστις θα εξασφαλίσει εις αυτήν άνετον βίον και αποχήν από πάσης εργασίας εν τω μέλλοντι».

Ας ερμηνεύσουμε τον λόγο της: Για το πρότυπο εμφάνισης της εργάτριας έχει δημιουργηθεί ένα ηθικό, και αισθητικό σύστημα αναπαραστάσεων, το οποίο βασίζεται στη διαφοροποίησή της από τα κυρίαρχα αστικά στρώματα. Γι’ αυτό η κατάκτηση της καθαριότητας από τις νέες εργάτριες θα είναι πάντοτε μισή αρχοντιά και ποτέ ολόκληρη.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ