ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Mιχάλης Νικ. Καζαντζάκης (πατέρας) - Νίκος Καζαντζάκης (γιος) του Μανώλη Σκαρσούλη

0

Άγνωστες πτυχές της οικογενειακής του ζωής

Το ίδιο σημαντική με τα έργα του, είναι και η ζωή του Νίκου Καζαντζάκη.  Ανασκαλεύοντας άγνωστες πτυχές της οικογενειακής του ζωής, ανακαλύ-πτει κανείς ένα βαθύ στοχαστή μα και ταυτόχρονα, ένα πρόσχαρο άνθρωπο, με αγάπη –όπως κάθε Κρητικός και έξυπνο χιούμορ.  Μιά πνευματική φυσιογνωμία που αγαπούσε τη ζωή και σεβόταν τους φίλους του, φανερώνεται από τον ανιψιό του Νίκο Σακλαμπάνη, γιο της αδερφής του.

          Δεμένος στενά με την Κρητική παράδοση και τις ρίζες της Κρήτης. Θαυμάζει την αγριάδα και σύγχρονα ο ίδιος είναι ένας ήσυχος άνθρωπος επα-ναστημένος μεν, αλλά ποτέ προκλητικός.  Απ’ όλο το στενό οικογενειακό περιβάλλον του, περισσότερο τον απασχόλησε ο πατέρας του, Μιχάλης Καζαν-τζάκης ο «καπετάν Ψωμής» όπως ήταν το παρατσούκλι του, που καταγόταν από το χωριό «Βαρβάρους» Πεδιάδος.

          Ο Μιχάλης Καζαντζάκης, ήταν ένας γνήσιος ασυμβίβαστος Κρητικός.  Αψόθυμος, βαρύς και γεροδεμένος «Άντρας» όπως λέγανε τότε στη Κρήτη.  Αγαπούσε πολύ τον γιό του.  Τον θαύμαζε. Όταν τον είχε κοντά του . σχολαρούδι παιδί, ήθελε να τον κάνει δικηγόρο.  Να ανοίξει γραφείο στο Ηρά-κλειο κι αυτός να κάθεται εκεί στα γεράματά του και να καπνίζει ναργιλέ.  Όνειρο του γερο-Καζαντζάκη αρκετά γνωστό σ’ όλη την οικογένεια.

          Έτσι βλέπουμε στις αρχές του αιώνα μας τον Νίκο να σπουδάζει Νομικά. Το 1910 μάλιστα στέλνει και επιστολή στον πατέρα του και του λέει ότι θα γίνει καθηγητής των Νομικών. Ο χρόνος βέβαια διάψευσε τις προσδοκίες και των δύο.  Και όσο αφορά τον Νίκο, δεν υπήρχε κανένα πρόβλημα, γιατί μόνος αποφάσιζε.  Ο Μιχάλης όμως; Η θύελλα της Κρητικής του ψυχής, απαλυνόταν μπροστά στο γιό. Ποτέ δεν έπαψε να τον θαυμάζει κι ας μην καθόταν στην πόρτα του Δικηγορικού γραφείου να  καπνίζει ναργιλέ.

          Όταν πέθανε, ο πατέρας Καζαντζάκης και άνοιξαν οι κληρονόμοι το χρηματοκιβώτιο, βρήκαν εκτός από λίγα πολύτιμα  αντικείμενα και ελάχιστα απομείνοντα χρήματα, μόνο τα γράμματα που τούχε στείλει  γιός του. Τα φύλασσε εκεί, σαν κειμήλια.

Ο Καζαντζάκης στη φυλακή

          Ο Μιχάλης Καζαντζάκης στάθηκε έξω από τις φημολογίες, που κυριαρ-χούσαν για το γιό του στο Μεγάλο Κάστρο. Ο Νίκος, είχε ιδρύσει μαζί με άλλους πνευματικούς Νέους, τον «Σύλλογο Δημοτικιστών Ο Σολωμός».  Κατηγορή-θηκαν σαν πουλημένοι, ότι τάχα τους πλήρωναν για να καταστρέψουν την Ελληνική … γλώσσα.  Τους κλείσανε στις παλιές φυλακές του Ηρακλείου.  Το μαντάτο, μαθεύτηκε γρήγορα.  Κι ερχόταν οι φίλοι του Νίκου και οι συγγενείς να τον δουν,. χωρίς να ξεχάσουν να του πουν δυο κουβέντες :

- Είντα ΄ναι μωρέ Νικόλα τουτανά τα ρεζιλίκια; Δε ντρέπεστε να παίρνετε ρούβλια»

          ΄Υστερα απ’ αυτά, ο Ν.Κ. τρόμαζε με την ιδέα της επίσκεψης του πατέρα του, ο οποίος σύμφωνα με το γενικό κλίμα, έπρεπε να σκέφτεται το ίδιο ή και χειρότερα λόγω της γνωστής ψυχοσύνθεσής του.

          Άναυδος λοιπόν μια μέρα είδε τον πατέρα του στην φυλακή να του λέει :

-        Εγώ δεν κατέχω απ’ αυτά.  Ότι πεις εσύ, αυτό είναι το σωστό. Εγώ σε σπούδαζα για να κατέχεις πιο πολλά από τους άλλους. Εμένα να μου πεις αν θέλεις πράμα κουβέρτα ή φαϊ να σου φέρω…

Αυτή την μικρή ιστορία, την είπε πολλές φορές ο Καζαντζάκης.  Και δεν παρέλειπε να τονίσει τον θαυμασμό του για τον πατέρα του, τον οποίο σκιαγραφεί θαυμάσια στον «Καπετάν Μιχάλη».

          Σ΄ όλα τα σημεία  η Καζαντζακική εξιστόρηση αγγίζει την πραγματι-κότητα.  Ακόμη και στο σημείο εκείνο που αμφισβητείται από πολλούς μελετητές του.  Εκεί που λέει ότι ο Καπετάν Μιχάλης, δεν γνώρισε τη κόρη του και εκδηλώνοντας ερωτική, κατά κάποιο τρόπο, διάθεση ρώτησε τινος είναι αυτή η όμορφη κοπέλα. Ήταν η κόρη του η Αναστασία Καζαντζάκη μετέπειτα σύζυγος Μιχάλη Σακλαμπάνη.  Και δεν είναι και τόσο παράξενο το γεγονός γιατί ο Μ.Κ. σπάνια έμενε τη μέρα στο σπίτι του και πιθανότατα να ήταν η πρώτη φορά που την έβλεπε στολισμένη.

          Στην οικογένεια Καζαντζάκη, η παραπάνω ιστοριούλα, ήταν πολύ πριν την γράψει  Νίκος, οικογενειακό ανέκδοτο.

Ο … ΑΝΤΑΡΤΗΣ ΒΑΣΙΛΙΑΣ

          Ήταν δεμένος πάρα πολύ με την οικογένειά του ο συγγραφέας. «Πάντα, κι όταν ακόμη απουσίαζε στο εξωτερικό, ήταν ζωντανή η παρουσία του μέσα στο σπίτι. Πάντα ήταν ενήμερος για το καθετί και ποτέ δεν ξεχνούσε να στείλει απ’όπου βρισκόταν ένα καρτ-ποστάλ».

          Ένας παντοτεινός έρωτας του Καζαντζάκη, ήταν τα παιδιά.  Παρατηρού-σε με τις ώρες τα παιδιά και διερωτόταν ψηλαφίζοντας τα κεφάλια τους «Άραγε τι άνθρωπος να γίνει;» Και η  οικογένειά του, είχε πολλά παιδιά.  Ένα από τα παιδιά του Βενιζελικού Βουλευτή Μιχάλη Σακλαμπάνη, ήταν ο Σοφοκλής μετέπειτα Μηχανικός, που πέθανε πριν μερικά χρόνια. Ο Σοφοκλής, ήταν ζωηρό παιδί. Πράγμα που ενθουσίαζε τον «Καπετάν Ψωμή» τον παππού του,  ο οποίος μάλιστα βλέποντάς τον  τόσο ζωηρό, τον φώναζε «αντάρτη». Ο μικρός πούχε συνηθίσει, όλα τα ονόματα στην Κρήτη που ξέφευγαν  από το κανονικό, παρατσούκλια, θύμωνε.  Μια μέρα επιτέθηκε εναντίον του γέρου –παππού του και τον δάγκωσε δυνατά στο γόνατο, μέχρι σημείου να τρέξουν αίματα. Άρχισαν οι παραινέσεις, κι οι συμβουλές, ότι πρέπει τελοσπάντων να σέβεται τον παππού του.  Θηρίο αυτός.  Δεν ήθελε ν’ ακούσει τη λέξη «αντάρτης».

          Για το περιστατικό αυτό, ενημερώθηκε ο Καζαντζάκης όπως συνέβαινε συνήθως. Βρισκόταν τότε στην Κεντρική Ευρώπη. ίσως στη Γερμανία.  Αγόρασε λοιπόν ένα καρτ-ποστάλ που παρίστανε τον Καραγιώργη της Σερβίας και τον έστειλε στον Σοφοκλή γράφοντας «Αυτός εδώ, ήταν αντάρτης, και έγινε βασιλιάς».

          Η ψυχολογημένη αυτή ενέργεια  του Καζαντζάκη, έπιασε αμέσως τόπο και ο Σοφοκλής επεδίωκε στο εξής να τον λένε «αντάρτη». Συνήθως ο Καζαν-τζάκης επιδρούσε θαυμάσια και έξυπνα και επηρέαζε τους συγγενείς του με τα καρτ-ποστάλ. Διάλεγε πάντα καρτ-ποστάλ ποιότητας και κατάφερνε να τα κρατά πάντα ζωντανά στη μνήμη του παραλήπτη.  Έτσι βλέπανε οι δικοί του άγνωστα γι’ αυτούς μέρη και με την διαβολική χιουμοριστική και έξυπνη τάση του Καζαν-τζάκη, να θυμούνται αρκετά χαρακτηριστικά σημεία και ουσιώδεις λεπτομέρειες. Όταν παντρεύτηκε ο Νίκος Σακλαμπάνης με την Τιτίκα Σπιθάκη, ο Ν.Κ. έστειλε μια κάρτα από την Κίνα και έγραφε: Ἁυτή την φωτογραφία μου την στείλανε και είναι από τον γάμο του Νίκου και της Τιτίκας».  Η κάρτα παρίστανε μια .. . Κινέζικη πομπή γάμου. Επίσης όταν ταξίδευε στη Ρωσία, έστειλε καρτ-ποστάλ που εικόνιζε ένα Εσκιμώο γράφοντας: «Έτσι είμαι τώρα που γυρίζω στη Ρω-σία».   Ταχτικά έστελνε από τις πατρίδες των μεγάλων ζωγράφων καρτ-ποστάλ με κάποιο έργο ζωγραφικής, γράφοντας: «Το τελευταίο μου πορτραίτο».

          Ο τρόπος του με το πηγαίο χιούμορ επιδρούσε πάλι θετικά στους παραλήπτες των καρτ-ποστάλ και μπορούμε να πούμε ότι υπήρξε τέτοια σκοπιμότητα από την πλευρά του Ν.Κ.

ΓΕΝΝΗΘΗΚΑ ΑΦΟΥ ΠΑΝΤΡΕΥΤΗΚΑΝ ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΜΟΥ

          Θα δούμε παρακάτω, άλλα περιστατικά έξυπνου χιούμορ, στην οικο-γενειακή ζωή του Ν.Κ. ‘΄Όμως δεν πρέπει να περάσει απαρατήρητο ένα γεγο-νός που συνέβηκε όταν οραματίσανε το δρόμο του πατρικού του σπιτιού «Οδό Ν. Καζαντζάκη».  Τότε στήσανε και μια αναμνηστική πλάκα στο σπίτι του και πάνω της γράφανε και την ημερομηνία της γέννησής του.  Η ημερομηνία όμως ήταν λάθος και έδειχνε τον τιμώμενο ενάμισυ χρόνο μεγαλύτερο. Φωτογρα-φίσανε την πλάκα και του την στείλανε. Να τι απάντησε:

-        «Γεννήθηκα μετά τον γάμο των γονέων μου γιατί τότε οι άνθρωποι δεν κάνανε παιδιά πριν παντρευτούνε».  Εννοώντας φυσικά, πως τη μέρα που αναφερόταν σαν ημέρα γέννησής του, οι γονείς δεν είχαν.. παντρευτεί ακόμη.

ΗΧΟΣ ΚΑΙ ΣΚΟΤΑΔΙ

          Ένα ακόμη έξυπνο έλεγε μετά που πρότεινε να σβήνουν τα φώτα.  Ο Καζαντζάκης, άνθρωπος στοχαστικός ήθελε να μένει αδιάσπαστος και ανεπηρέαστος από εξωγενείς παράγοντες όταν συζητούσε.  Έτσι, για να μην ενοχλούν τον κατά καιρούς  συνομιλητή τα βλέμματα των άλλων και τραυματίζουν την φιλοσοφική ή στοχαστική διάθεση προτιμούσε να κλείνουν τα φώτα όταν μιλούσαν. Αφού λοιπόν έκλειναν τα φώτα, ο Καζαντζάκης συνήθως εσυμπλήρωνε: «Άλλωστε ο ήχος διαδίδεται και στο σκοτάδι». Τέτοιες «νυχτε-ρινές συντροφιές είχε πολλές.  Και πρώτα-πρώτα τον Αλέξη Ζορμπά και τον φίλο του ζωγράφο Τάκη Κολμούχο.

ΤΟ ΚΑΠΕΛΟ ΓΙΑ ΤΗ … ΜΑΣΧΑΛΗ

          Ο Καζαντζάκης ήταν άνθρωπος ασυμβίβαστος. Τάβαλε με το Ιερατοκρα-τικό κατεστημένο με τα γνωστά αποτελέσματα αι εναντιωνόταν σε κάθε τι που δεν ταίριαζε με την σωστή έννοια «άνθρωπος».  Σεβόταν όμως και αγαπούσε τα έθιμα και τις συνήθειες του τόπου του, τόσο τις παραδοσιακές όσο και τις πρόσκαιρες. Βέβαια, δεν μπορούμε να ακριβολογήσουμε λέγοντας ότι αγαπού-σε και τις δεύτερες, αυτές της μόδας, που συνήθως δεσμεύουν  τον άνθρωπο και την εσωτερική του ελευθερία.  Τις σεβόταν όμως.  Και ο σεβασμός αυτός είναι παρακλάδι του σεβασμού του προς τους ανθρώπους του τόπου του.

          Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι ο πιο συμπαθής ανηψιός του, ήταν ο Νίκος Σακλαμπάνης,. Κάνανε ταχτικές παρέες και συζητήσεις και γενικά, είχαν κάποιο ιδιαίτερο δεσμό διαμορφωμένο από τα πρώτα χρόνια. Κάποτε που ήρθε στη Κρήτη ο Καζαντζάκης, πήρε τον ανηψιό του, πιτσιρίκο τότε, να πάνε παρέα στο «Πιλοποιείον Μπαρμπουνάκη». Τότε ήταν αγένεια και απρέπεια να κυκλοφορούν οπι άνθρωποι με ακάλυπτο κεφάλι. Πήγαν λοιπόν να πάρουν το καπέλο και ο Μπαρμπουνάκης τον ρώτησε:

-        Τι νούμερο το θέλετε κύριε Νίκο;

-        Ότι νάναι.

-        Τι;

-        Ναι, ότι νάναι, Δεν το θέλω για το κεφάλι. Το θέλω για τη… μασχάλη.

Έτσι πήρε ένα καπέλο και φύγανε χωρίς να γίνεται προκλητικός στους απλοϊκούς Μεγαλοκαστρινούς. Βέβαια το καπέλο αυτό ποτέ δεν το φόρεσε.  Το κρατούσε όμως πάντα στη … μασχάλη του για να μην γίνεται προκλητικός.

          Και μια και αναφερθήκαμε στη σχέση του με τον Νίκο Σακλαμπάνη, μπορούμε να πούμε ότι ο Καζαντζάκης χαιρόταν πραγματικά ναχει με τα ανήψια του.

          Το 1926 που έγινε η μεγάλη πυρκαγιά του Ορφανοτροφείου στο Ηρά-κλειο, όλα τα μικρά τότε ανήψια του, που έμεναν στην  γειτονιά της πυρκαγιάς (σημερινό κτίριο Ταχυδρομείου) έτρεξαν  να πάνε στο πατρικό σπίτι του θείου τους για προστασία.  Ο Καζαντζάκης τα πήρε από το χέρι, τα ηρέμησε και τα γύρισε στην πλατεία Δασκαλογιάννη για να βλέπουν τις φωτιές μιλώντας τους για τις υλικές ζημιές της πυρκαγιάς και την τρομαχτική και τραγική ομορφιά της φλόγας.

          Η στενή του όμως αυτή σχέση με τους συγγενείς του περιορίζεται σε κάποια σύνορα, όσον τουλάχιστον αφορά τη  συμβίωση.  Ο Νίκος Καζαντζάκης σπάνια έμενε στο σπίτι της αδελφής του, όταν εκείνη είχε μικρά παιδιά, παρ’ όλο ου έτρεφε για όλους αδυναμία. Όσον αφορά τις σχέσεις με τον ίδιο τον πατέρα του, ο Καζαντζάκης φαινόταν καμιά φορά ντροπαλός. Έγραφε στον πατέρα του ότι αν έπαιρνε φοιτητικό βραβείο στο εξωτερικό, θα πήγαινε να φτιάξει τα χαλασμένα  του δόντια.  Και δεν ζήτησε, άμεσα τουλάχιστον, την συνδρομή του πατέρα του. Ζήτησε όμως την οικογενειακή βοήθεια σε πιο δύσκολες ώρες, όπως οι μέρες που πέρασε «καταπεινασμένος» όπως λέει σ’ επιστολή κι ο ίδιος από τη Αίγινα.  Τότε ειδοποίησε εκτάκτως την οικογένειά του να του στέιλουν τρόφιμα, πράγμα που έγινε σχεδόν αμέσως με λαθροκάραβο Ηρακλειώτικο που βρήκε ευκαιρία να φτάσει μέχρι εκεί. Την εποχή αυτή ζούσε στην Αίγινα με την μετέπειτα γυναίκα του την Ελένη Σαμίου. Ήταν η εποχή της Γερμανικής κατοχής και η πείνα ήταν τόσο μεγάλη, ώστε άρχισε κιόλας να πρήζεται.

          Στο οικογενειακό του περιβάλλον, ο Καζαντζάκης εμφανίζεται από τα χρόνια της εφηβείας  του σαν το χαϊδεμένο παιδί της οικογένειάς του. Πρωτύτερα δεν υπάρχουν ενδείξεις εκτός από όσα αφηγήθηκε ο ίδιος μέσω των συγγραμμάτων του. Αντικρύζει με δέος τον πατέρα του, πράγμα που ενισχύει μια φήμη που κυκλοφόρησε παλιά στο Μεγάλο 9Κάστρο ότι δηλ. ο πατέρας του τον έδερνε πολύ άγρια και για να μην ακούγονται οι φωνές του, τον κατέβαζε σε μια εσοχή των Ενετικών τειχών. Βέβαια, αυτό δεν ξεφεύγει από τα πλαίσια του όρου «φημολογία» γιατί είναι αποδεδειγμένη η συμπάθεια, η αλληλοσυμπάθεια, και αλληλοεκτίμηση μεταξύ πατέρα και γιού.

Νίκος Ψιλάκης

Πηγή :  ΚΡΗΤΙΚΕΣ ΕΙΚΟΝΕΣ

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ