ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΣΥΠΑ Banner
ΑΠΟΨΕΙΣ

Ηθική αλαφρότητα και υλική απληστία του Μανώλη Σκαρσούλη

0

Γράφει ο Μανώλης Σκαρσούλης

Η συζυγική γαλήνη

Από μια άποψη, η μοιχεία μπορεί να θεωρηθεί σύμμαχος και όχι αντίπαλος του γάμου: μια ανακωχή, μια  ευκαιρία να επανιδρυθεί ο δεσμός με κάποιες τροποποιήσεις. Τον 18ο αιώνα, μας λένε οι ιστορικοί,  ο «βαλεντινισμός», από τον οποίο προήλθε ο Άγιος Βαλεντίνος,  ήταν μια συνή-θεια στη βόρεια Γαλλία όπου οι γυναίκες έκαναν σεξ εν γνώσει των συζύγων τους, με «βαλεντίνους» εραστές που έλεγαν οι ίδιες –για μερικές μέρες τον χρόνο.  Η «κοινοκτημοσύνη» που αναφέρει  Φουριέ μπορεί να γίνει ένα ωφέλι-μο διάλειμμα για τους συζύγους:  μπορεί να ελαφρύνει τα βάρη και να ανανεώ-σει το συμβόλαιο μεταξύ τους. Τι είναι, για παράδειγμα, η ανταλλαγή συντρό-φων αν όχι μια τεχνική αντίστασης στη διάβρωση που επιφέρει ο χρόνος; Και μάλιστα με παράλληλη επιτήρηση του ενός από τον άλλον… Σου δανείζω τη γυναίκα μου ή τον άνδρα μου για μια βραδιά, αλλά την θέλω/τον θέλω πίσω.

Εύθραυστοι και ειλικρινείς

          Τέλος με τις πρωτοπορίες του έρωτα. Όλα τα προτεινόμενα φάρμακα στα δεινά του γάμου έχουν δοκιμαστεί: άλλοτε φανερά, άλλοτε πιο διακριτικά, Δεν είναι λιγότερο δύσκολο το να είσαι διαρκώς άστατος από το να είσαι σταθερός, πιστός και συνεπής: απαιτείται αξιομνημόνευτη συνέπεια για να είσαι τόσο ασυνεπής. Αν και μερικοί σύζυγοι καταργούν υπό όρους τη σεξουαλική  αποκλειστικότητα, θα ήταν παράλογο να δημιουργήσουμε μια γενική επιταγή.  Ο καθένας επεξεργάζεται το δικό του πρότυπο που συνδυάζει την ανάγκη για ασφάλεια και την παρόρμηση για περιπέτεια. Ωστόσο, η διαδοχή προδοσίας και πίστης δεν μπορεί αν αναχθεί σε ιδεώδες.  Σε τελική ανάλυση, η χειρότερη απιστία  που μπορεί να διαπράξει ένα ζευγάρι είναι έναντι του εαυτού του, όταν αποδεικνύεται ανάξιο της αρχικής ορμής και μέθης, επιτρέποντας να επικρατήσει η μελαγχολία και η πλήξη.

Είμαστε άραγε δειλοί;

Αλλά γιατί όχι; 

          Δεν λιώνουν όλες οι ενώσεις όπως το χιόνι στον ήλιο, μερικές διαρκούν χωρίς να θεωρούν τη διάρκειά τους κάτι εξαιρετικό. Στη σύγκρουση ανάμεσα στην ορμή καις τη φθορά, οι εραστές επιλέγουν τη μονιμότητα. Καμιά φορά φαίνεται ότι δεν θα τα καταφέρουν, περνούν σκοτεινές περιόδους, βαριούνται, εγκαταλείπουν  ο ένας τον άλλον –τελικά όμως οι πληγές επουλώνονται. Στην ευαίσθητη σύζευξη του πάθους και της διάρκειας διαλέγουν τη διάρκεια, που φθείρει το πάθος αλλά ενισχύει την εμπιστοσύνη.  Διαλέγουν τον σκελετό μιας μακράς χρονολογίας από τη σύντομη ανάφλεξη της επιθυμίας.  Παρ’ όλα αυτά, στέκονται με θαυμασμό μπροστά στα υπολείμματα του πάθους και ευγνω-μονούν ο ένας τον άλλον που έμεναν μαζί. Αυτή η ευγενική επιμονή των παλιών ζευγαριών αξίζει την προσοχή μας ακόμα κι όταν δεν την συμμεριζόμαστε.  Πώς να επιβραδύνουμε την αναπόφευκτη διάβρωση του γάμου από έρωτα; Επαναπροσδιορίζοντάς τον με βάση την εκτίμηση, τη συνενοχή, τη φιλία,  τα παιδιά, την αναζήτηση κάποιας αθανασίας μέσω της αναπαραγωγής.  Πρέπει να φροντίσουμε να επικρατήσει το εύκρατο κλίμα του συναισθήματος, αντί για το τρελό πάθος η γλυκιά αγάπη που χτίζει τον κόσμο, γαληνεύει τις μέρες και βλέπει τον χρόνο σαν φίλο, όχι σαν εχθρό.

Μια γενιά σπαταλά την ενέργειά της

          Στην Πολιτεία του Θεού, Ο Ιερός Αυγουστίνος περιγράφει την πρόωρη και βιαστική στύση του ανθρώπου σαν μια εξέγερση των οργάνων ανάλογη εκείνης του θεϊκού δημιουργήματος μετά την πτώση. «Μερικές φορές αυτή η ορμή συμβαίνει χωρίς να κληθεί.  Μερικές φορές εξαπατά την επιθυμία. Η ψυχή είναι φωτιά και το σώμα πάγος: τι παράξενο!  Η φυσική έλξη αρνείται να υπακούσει όχι μόνο στη νόμιμη βούληση αλλά  και στις άσεμνες συγκινήσεις».  Ο Αυγουστίνος φαντάζεται το ζευγάρωμα του Αδάμ και της Εύας στον επίγειο παράδεισο πριν από το προπατορικό αμάρτημα και επινοεί αυτό που θα ονο-μάζαμε σεξουαλικότητα χωρίς λίμπιντο. Οι πρώτοι σύζυγοι  γονιμοποιήθηκαν εν πλήρη αθωότητα και οι καρποί της σάρκας τους πολλαπλασιάστηκαν: Ὁ άνδρας έσπειρε και η γυναίκα έκανε τη συγκομιδή όταν έπρεπε, όσο έπρεπε».  Οι πρόγονοί μας φαίνεται σαν να κινούσαν τα εσωτερικά τους όργανα όπως κινούμε εμείς το χέρι ή το πόδι μας.  Ο Αδάμ είχε τον πλήρη έλεγχο «των μαλακών και νευρικών μορίων […]που μπορούν να εκταθούν, να λυγίσουν, να συσταλούν».  Με άλλα λόγια, ενωμένος με το άλλο του μισό με δεσμούς μη σεξουαλικής αγάπης, έδινε μακαρίως εντολές στο σεξουαλικό του όργανο –αντίθετα απ’ ό,τι συμβαίνει στο τραγούδι του Μπρασάνς.  Μια μηχανική πράξη  χωρίς συνέπειες: ο Αυγουστίνος προβλέπει τη σύγχρονη πορνογραφία, αυτή τη σεξουαλικότητα χωρίς εκρήξεις».

Το αληθινό έγκλημα είναι η μετριότητα

          Η σεξουαλικότητα διαθέτει μια ακτινοβολία που δεν ελέγχουμε. Κατά μια έννοια, τα έχουμε δει όλα, δεν έχουμε ζήσει τίποτα. Η λαχτάρα των εφήβων για ερωτικές εικόνες –φαινόμενο που απαντά σε όλες τις εποχές –συσχετίζεται με την απύθμενη άγνοια των πραγμάτων του έρωτα:υψηλή θεωρητική παιδεία που συνοδεύει την έλλειψη πείρας, την ασχετοσύνη.  Ο σεξουαλικά αστοιχείωτος έχει την τάση να μιλάει με ενθουσιασμό για ζητήματα για τα οποία δεν έχει ιδέα: η λεκτική δεξιοτεχνία σημαίνει συχνά απουσία λίμπιντο. Σε ορισμένους κύκλους, η φαλλοκρατική καταστολή που  επιβάλλει η παράδοση συνυπάρχει με την πορνογραφία, σε λεκτικό επίπεδο τουλάχιστον από αυτή την άποψη, οι αλητόβιοι των προαστίων και η επιθετική μισογυμνία τους διαχέεται στις καλές συνοικίες, όπου δωδεκάχρονα και δεκατριάχρονα κοριτσάκια αποκαλούν το ένα το άλλο «πουτάνα» και «καριόλα». Η περιφρόνηση των γυναικών εκφράζεται με λεξιλόγιο πορνό. Η άρση των απαγορεύσεων συνετέλεσε στην υποβάθμιση των αντικειμένων του πόθου.  Το πορνό τείνει να μετατρέψει την αισχρότητα σε κοι8νοτυπία: χαμηλώνει το επίπεδο της συγκίνησης και προκαλεί  κορεσμό. Οι πιο εξωφρενικές στάσεις, οι ωμές διατυπώσεις εξατμίζονται χωρίς να  αφήσουν ίχνη.  Η χυδαιότητα του σεξουαλικού γλωσσαρίου καταλήγει στο κιτς, χάνει την οξύτητά του, καθώς γίνεται προϊόν της σειράς που το χρησιμοποιεί όλο και μεγαλύτερος αριθμός ανθρώπων.

Διασκέδαση αλλά και φυσική λειτουργία

          Πού αρχίζει η σεξουαλική πράξη; Με το φιλί; Με τη διείσδυση; Με τα χάδια; Με τον αμοιβαίο αυνανισμό ; Για μερικούς, η σεξουαλική πράξη δεν συνέβη ποτέ: παρότι εγκλωβίζονται ο ένας μέσα στον άλλον παραμένουν  αποσυνδεδεμένοι. Για άλλους, το πράγμα παίρνει φωτιά μ’ ένα άγγιγμα των χεριών. Οι περισσότεροι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τη στιγμή σαν μια κατάσταση σωματικής τρικυμίας, σαρκικής αναταραχής. Η επιμονή των δυτικών κοινωνιών να τα πουν όλα και να τα δείξουν όλα έχει κάτι ύποπτο, κάτι ψεύτικα απλό. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να απελευθερωθεί κανείς από τη λίμπιντο:  να τη δαιμονοποιήσει ως αμαρτία, να την καταστείλει μέσω του ασκητισμού, να την αφανίσει μέσω της πλήρους απελευθέρωσης των ηθών ή να την ταυτίσει με την αναπαραγωγή.

Η αυτοκρατορία του ξέκωλου

          Κάποτε η μπουρζουαζία και η πουτάνα μοιράζονταν σαφώς καθορισμέ-νους ρόλους: η μια ήταν συμβατική, ή άλλη ήταν επιδεικτική και χυδαία.  Η Δεύτερη Αυτοκρατορία στη Γαλλία γνώρισε μια σύγχυση των κωδίκων, μια βαθμιαία διάβρωση του κοινωνικού σώματος από τα περιθωριακά λαϊκά στρώματα: η ιδέα ότι μια γυναίκα ελαφρών ηθών μπορεί να μοιάζει με μια τίμια αστή τρομοκρατούσε τις συνειδήσεις.  Αυτή η διάκριση έχει τροποποιηθεί στην εποχή μας: η πόρνη είναι συχνά σικ, ενώ η μητέρα ντύνεται σαν ξέκωλο. Τα τελευταία είκοσι χρόνια τα κορίτσια  γδύνονται το στρινγκ ξεπροβάλλει από το παντελόνι, το στήθος σηκώνεται με Wonderbra – αποκτούν τολμηρή εμφάνιση με αφοπλιστική φυσικότητα. Μεταβίβαση συμβόλων :η στολή των περί του σεξ επαγγελμάτων γίνεται εκείνη της συνηθισμένης γυναίκας.  Μεταμφιεσμένη και σκανδαλώδης, η συνηθισμένη γυναίκα εμφανίζεται με το σώμα να διαγράφεται μέσα από εφαρμοστά ρούχα: γκόμενα, γκομενάρα, γκομενάκι –η λέξη έχει πολλά συνώνυμα, υπερθετικά και υποκοριστικά που δείχνουν την αμφισημία μας.  Το φαινόμενο της καθημερινής σεξουάλα καταντά ένα είδος παρωδίας που προκαλεί τόσο τον θαυμασμό όσο και μια δόση αποδοκιμασίας.

          Περιέργως οι γυναίκες, αφού κατέκτησαν την ανεξαρτησία τους, υπογραμμίζουν ότι είναι αντικείμενα πόθου. Γιατί τέτοια δημόσια επίδειξη της λίμπιντο; Για να ξεφύγουν από την ανωνυμία, αλλά προπάντων για να πούν: είμαι σέξι, δεν αθετών τις σεξουαλικές μου υποσχέσεις… Το ξέκωλο συνδυάζει δύο μοντέλα: την έφηβη και την τσούλα, τη νεότητα και την πείρα –υπονοεί επιδεξιότητα και ένταση.

Υποκουλτούρα επιθετικής θηλυκότητας

          Μπορούμε να πούμε για το ξέκωλο ότι κάτω από την επιδειξιομανία ίσως υπάρχει ένα άβγαλτο κοριτσάκι, μια αδέξια και μη μου άπτου  κοπελίτσα.  Η επιθετική εμφάνιση δεν συνεπάγεται απαραίτητα και τη σεξουαλική ευκολία. Κυρίως χρησιμεύει για να τραβήξει την προσοχή με ένα είδος σκηνοθεσίας –ταλέντο να μετατρέπεται κανείς σε έκθεμα.  Το στήθος ξεγυμνώνεται, τα χείλη σουφρώνουν, τα οπίσθια τονίζονται, τα τατουάζ βρίσκονται σε μέρη εμφανή: Κοιτάξτε με!  Η τίμια νοικοκυρά,  που δεν της επιτρέπεται να ντυθεί σαν τσούλα, γίνεται έτσι μάρτυρας μιας εποχής που ανήγαγε το σεξ σε κλειδί όλης της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Το αποκορύφωμα της παραπλάνησης, ταυτόχρονη επίδειξη φερετζέ και στρίνγκ, συμμόρφωση με τον πατριαρχικό νόμο αλλά και προβολή ως αντικείμενο πόθου και ως υποκείμενο σαγήνης.

          Η καινούργια γυναίκα αποτελεί ίσως το άθροισμα όλων των γυναικείων μορφών της Ιστορίας: σεβάσμια ομορφιά, ψυχρή παρθένα, διεστραμμένο βαμπίρ, στοργική μητέρα, μοδιστρούλα και γόησσα:  φαυλότητα και αρετή… Όπως συμβαίνει και στα ανδρικά πρότυπα  ο σημερινός άνδρας είναι το άθροισμα των προσώπων του αρσενικού στην πορεία της Ιστορίας.

          Πίσω από το δαντελένιο σουτιέν που φαίνεται μέσα από το ανοιχτό φόρεμα, χτυπάει πάντα μια καρδιά.

Η υπέρτατη κατάληξη

          Υπάρχει μια διάκριση όμως εδώ: Η παλιά αποχή ήταν μια υποχρέωση, η καινούργια είναι μια ελευθερία (δεν αναφερόμαστε βέβαια στην έλλειψη σεξουαλικής ζωής των ηλικιωμένων συζύγων). Η πρώτη είχε ποικίλες λειτουργίες: κατέστειλλε τις ζωϊκές ανάγκες του σώματος, συνδύαζε τη διατροφική νηστεία με τη σαρκική, εξάγνιζε την ψυχή με το να ελέγχει τις ορέξεις του σώματος.  Αν θέλουμε να εμβαθύνουμε στην ανάλυση, θα λέγαμε ότι οι αρχαίοι είχαν στόχο μια συνετή διαχείριση του σώματος, οι χριστιανοί μια μεταμόρφωση, ώστε να το απαλλάξουν από τη κυριαρχία του ζωϊκού κόσμου και να δώσουν τέλος στην αναπαραγωγή. Σύμφωνα με τον Κλήμη τον Αλεξανδρέα στο τέλος του 2ου αιώνα, το ζήτημα δεν ήταν η εγκράτεια της επιθυμίας αλλά η αποχή από την επιθυμία.  Η παρθενία δεν ήταν μόνο μια κατάσταση που υπέμενε κάποιος, αλλά μια κατάκτηση που επέλεγε.  Δεν γεννιόταν παρθένος, αλλά γινόταν με το να αρνείται τη διαφθορά του επίγειου κόσμου και με το να υποκαθιστά την αγνότητα του σώματος –μια ιδιότητα των κοριτσιών –με την αγνότητα της ψυχής, μόνιμη και αμετάκλητη, ανοιχτή σε αμφότερα τα φύλα.

Πηγή:  «Το παράδοξο του έρωτα»

             Πασκάλ Μπρύκνερ

              Εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗΣ

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

KPRINT Banner
ΑΠΟΨΕΙΣ

Ηθική αλαφρότητα και υλική απληστία του Μανώλη Σκαρσούλη

0
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ