Τα γεγονότα σε ό,τι αφορά στην ακτοπλοϊκή σύνδεση του Ρεθύμνου, στην CRETAN LINES και στο πλοίο “ELLI T” (αυτή την μέγιστη τελευταία τραγωδία του Ρεθύμνου) είναι λίγο έως πολύ γνωστά: Ξεκίνησε το καλοκαίρι του 2008 μια πρωτοβουλία για την αποκατά¬σταση της ακτοπλοϊκής σύνδεσης του Ρεθύμνου. Τέσσερα χρόνια τώρα, λάθη και μόνο λάθη έγιναν με αποτέλεσμα σήμερα οι Ρεθεμνιώτες να έχουν εισφέρει στην εταιρεία περίπου 1.500.000 ευρώ τα οποία έχουν εξανεμιστεί και η εταιρεία να βρίσκεται χρεωμένη περί τα 3.000.000 και πλέον ευρώ. Αν αύριο το πρωί - και ούτε καν το μεσημέρι! - αποβάλλει από τα χέρια του το σημερινό πλοίο υπάρχει ενδεχομένως μιά περίπτωση να αποφύγει την καταβολή τμήματος των ληξιπρόθεσμων δόσεων προς τον πλοιοκτήτη (900.000ευρώ) και δεδουλευμένων του πληρώματος που θα επιβαρυνθεί ο πλοιοκτήτης (830.000 ευρώ περίπου). Ακόμα και σε αυτήν την καλύτερη των περιπτώσεων τα πράγματα είναι απλά: Τα 1.500.000 ευρώ που εισέφεραν οι Ρεθεμνιώτες έχουν εξανεμιστεί και το χρέος είναι επιπλέον άγνωστου ύψους επταψήφιος αριθμός ευρώ. Πλέον τούτων να σημειωθεί ότι οι αριθμοί αναφέρονται με κάθε επιφύλαξη (το χρέος είναι πάρα πολύ μεγαλύτερο) καθώς η αδιαφάνεια, η κρυψίνοια και η τσαπατσουλιά που παρατηρείται στην ενημέρωση που παρέχει η CRETAN LINES δεν έχει ιστορικό προηγούμενο… Δυστυχώς, αυτή η πραγματικότητα δεν αφορά μόνο στην ενημέρωση αλλά και συνολικά στην έως τώρα διαχείριση.
Και όμως, μέσα από τις στάχτες που δημιούργησαν συγκεκριμένοι άνθρωποι με αλλότριες σκοπιμότητες και απίστευτες ασχετοσύνες και πρακτικές οφείλουμε να ξαναδημιουργήσουμε ελπίδα! Να καταστήσουμε υλοποιήσιμη την αδιαμφισβήτητη για κάθε λογικό άνθρωπο ανάγκη να έχει ακτοπλοϊκή εξυπηρέτηση το Ρέθυμνο.
Τα δεδομένα αυτήν την ώρα είναι:
Δεδομένο πρώτο: 3.000 περίπου συνέταιροι έχουν εισφέρει ποσά από κάποιες δεκάδες έως κάποιες χιλιάδες ευρώ. Τα χρήματα αυτά δεν πρέπει να διαγραφούν και να χαθούν. Αυτό μπορεί να γίνει με την δέσμευση ότι τα πρώτα κέρδη από μια νέα προσπάθεια εκμετάλλευσης ή συνεκμετάλλευσης της γραμμής Ρέθυμνο – Πειραιά και δρομολόγησης πλοίου, θα κεφαλαιοποιηθούν υπέρ των μερίδων αυτών, μέχρι να καλυφθεί πλήρως το κεφάλαιο αυτό. Η προσπάθεια αυτή πρέπει το ταχύτερον να υλοποιηθεί. Οι διαρκώς μεταβαλλόμενες συνθήκες στον ακτοπλοϊκό χάρτη της Ελλάδος, δεδομένης της ύφεσης το επιτρέπουν. Οι μερίδες αυτές που έχουν αγοραστεί κατά κύριο λόγο από το υστέρημα και όχι το πλεόνασμα των Ρεθεμνιωτών και των φίλων του Ρεθύμνου δεν πρέπει να μηδενιστούν και να εξαφανιστούν. Κάτι τέτοιο δεν είναι ηθικά σωστό και δίκαιο και εάν συμβεί θα αποτελέσει ένα «μαύρο κεφάλαιο» στις συλλογικές προσπάθειες και στην ιστορία του Ρεθύμνου κάτι που θα λειτουργήσει αποτρεπτικά σε κάθε μελλοντική αναπτυξιακή πρωτο¬βου¬¬¬λία και δραστηριότητα.
Δεδομένο δεύτερο: Η αποδεδειγμένη θέληση και επιθυμία των Ρεθεμνιωτών να έχουμε πλοίο στο Ρέθυμνο. Είναι παραπάνω από βέβαιο ότι το επιβατικό κοινό στήριξε το πλοίο στη διάρκεια της δρομολόγησης του. Είναι επίσης βέβαιο ότι το μεταφορικό έργο έδειξε ότι η γραμμή είναι βιώσιμη και μπορεί να γίνει σε ικανό βαθμό κερδοφόρα. Μην λησμονούμε ότι το μεταφορικό έργο (επιβάτες, αυτοκίνητα και φορτηγά) που καταγράφηκε στο ουσιαστικά μισό καλοκαίρι που εκτέλεσε δρομολόγια το πλοίο ELLI T, ήταν σαφώς κατώτερο από το εν δυνάμει πραγματικό καθώς οι διάφορες παλινδρομήσεις και καθυστερήσεις, η συνεχής αβεβαιότητα για την ημέρα έναρξης των δρομολογίων, υποχρέωσαν στο πλέον κερδοφόρο καλοκαιρινό διάστημα, πολλούς απόδημους Ρεθεμνιώ¬τες να εκδώσουν έγκαιρα από άλλες εταιρείες τα εισιτήρια τους, όπως επίσης πολλές μεταφορικές εταιρείες του Ρεθύμνου αλλά και των γειτονικών νομών, είτε είχαν υπογεγραμμένες συμβάσεις με άλλες εταιρείες, είτε και εκείνες αντιμετώπισαν με μια εύλογη δυσπιστία την σταθερότητα και την συνέπεια στην εκτέλεση των δρομολογίων, πράγμα εν πολλοίς κατανοητό.
Δεδομένο τρίτο: Γίνεται πλέον ευρύτερα αποδεκτό, ότι η εταιρεία CRETAN LINES πρέπει να αλλάξει μορφή να γίνει περισσότερο λειτουργική και περισσότερο ελκυστική στο επενδυτικό κοινό, το οποίο -παρά την γενικότερη κρίση και ύφεση- υπάρχει στο Ρέθυμνο. Η αλλαγή εταιρικής μορφής πρέπει ωστόσο να γίνει χωρίς να αλλοιωθεί ή να κινδυνεύσει η βασική φιλοσοφία της εταιρείας που λέει ότι αυτή δεν θα συγκεντρωθεί ποτέ σε ελάχιστα χέρια και δεν θα εισαχθεί στο χρηματιστήριο. Η κυριαρχική αυτή δέσμευση εξυπηρετείται με τον όρο ότι ουδείς συνέταιρος μπορεί να αποκτήσει ποσοστό μεγαλύτερο του 1% του μετοχικού κεφαλαίου, ότι η συμμετοχή στις Γενικές Συνελεύσεις και τις ψηφοφορίες (εκλογικές κ.λπ.) γίνεται μόνο αυτοπρόσωπα και όχι δι αντιπροσώπων και ότι για να αποφασιστεί ενδεχόμενη εισαγωγή στο χρηματιστήριο απαιτούνται πλειοψηφίες της τάξης του 80% πράγμα πρακτικά αδύνατο. Ο όρος που θεσπίζει «ψήφο ανά συνεταίρο» και όχι «ψήφο ανά μερίδα», είναι εκ των πραγμάτων περιττός, υπερκαλύπτεται από τους προηγούμενους όρους και το αρνητικό επιπλέον είναι ότι αποτρέπει μικρομεσαίους ή μεγαλύτερους επενδυτές να επενδύσουν στην εταιρεία. Δύσκολα θα αποδεχθεί κάποιος που επενδύει 2.000 ευρώ να έχει μία ψήφο, όπως μία ψήφο έχει και εκείνος που επενδύει 100 ευρώ. Αυτός – καλώς ή κακώς είναι βασικός κανόνας στην επιχειρηματική ζωή και πραγματικότητα και δεν μπορεί να αγνοηθεί. Επομένως κατ’ εξαίρεσιν και δεδομένου του αδιεξόδου πρέπει νομικά να βρεθεί τρόπος να υπάρξει το ταχύτερο η καταστατική αυτή αλλαγή.
Δεδομένο τέταρτο: Από μια ψύχραιμη και ρεαλιστική εκτίμηση των πραγμάτων όλα αυτά τα τέσσερα χρόνια ύπαρξης της εταιρείας και στο διάστημα ναύλωσης του πλοίου προκύπτει ότι δεν υπήρξε αμφισβήτηση και έλλειψη εμπιστοσύνης των πολιτών σ’ αυτό καθαυτό το εγχείρημα λειτουργίας της ακτοπλοϊκής γραμμής, όμως υπήρξε αρχικά έλλειψη αξιοπιστίας προς τα Διοικητικά σχήματα που διαχειρίστηκαν το εγχείρημα. Πράγμα που επέτεινε η εξαρχής πλήρης αδιαφάνεια σε κάθε χειρισμό (με πρώτο, αλλά καθοριστικό σημείο την εξέλιξη συγκέντρωσης του συνεταιριστικού κεφαλαίου), ο αποδε¬δειγμένος ερασιτεχνισμός και προχειρότητα στις επιλογές πλοίου, στις συμφωνίες που υπογράφηκαν στην ίδια την λειτουργία της Διοίκησης και των μηχανισμών της εταιρείας κ.λπ. Τα όσα γίνονται γνωστά το τελευταίο διάστημα είναι εξόχως αποκαλυπτικά και καθιστούν περιττό κάθε σχολιασμό τους. Το βέβαιο είναι ότι πρώτος κανόνας στην λειτουργία μιας νέας Διοίκησης της Εταιρείας, θα πρέπει να είναι η απόλυτη διαφάνεια προς τους συνέταιρους αλλά και ευρύτερα την κοινωνία του Ρεθύμνου π.χ. δεκαπενθήμερη - ή έστω μηνιαία – ενημέρωση για το πόσα χρήματα εισφέρονται σε συνεταιριστικό κεφάλαιο, πόσα χρήματα συγκεντρώνονται ως τζίρος και ως κέρδος από την εκμετάλλευση ή συνεκμετάλλευση ενός νέου πλοίου, τί έξοδα υπάρχουν, τί δαπάνες γίνονται, τι υποχρεώσεις υπάρχουν, με ποιό ρυθμό και με ποιές προτεραιότητες καλύπτονται κ.λπ. Μια τέτοια διαχείριση – νοικοκυρεμένη, ειλικρινής και διαφανής – είναι βέβαιο ότι θα αποκαταστήσει την εμπιστοσύνη την Ρεθεμνιωτών στην νέα λειτουργία της εταιρείας, θα εμπνεύσει τους Ρεθεμνιώτες και θα γίνει παράδειγμα στο ότι: ακόμα και αν γίνει ένα –ακόμα και τραγικό όπως τώρα- λάθος σε ένα τόσο σοβαρό θέμα όπως αυτό της ακτοπλοϊκής εξυπηρέτησης ενός τόπου, δεν είναι αδύνατο να διορθωθεί, δεν είναι αδύνατο η αρνητική εμπειρία να λειτουργήσει ως διδακτική εμπειρία για μια νέα προσπάθεια.
Δεδομένο πέμπτο: Είναι φανερό πως όλα τα προηγούμενα δεν μπορούν να γίνουν και να υλοποιηθούν επιτυχώς με την υπάρχουσα Διοίκηση σε ρόλο πρωταγωνιστικό. Δυστυχώς ή ευτυχώς, καλώς ή κακώς, τα πρόσωπα διαδραμάτισαν και διαδραματίζουν ρόλο καθοριστικό. Η αλλαγή Διοίκησης είναι προϋπόθεση εκ των ουκ άνευ. Σε προηγούμενο άρθρο προτείναμε να συγκροτηθεί άμεσα - ει δυνατόν αύριο το πρωί και ούτε καν το μεσημέρι!- Μια ολιγομελή ευέλικτη και αποτελεσματική Διοίκηση. Προτείναμε με συγκεκριμένη αιτιολογία, συγκεκριμένα πρόσωπα: Τον Μητροπολίτη Ρεθύμνης & Αυλοποτάμου κ.κ. Ευγένιο, τον επιχειρηματία με μεγάλη γνώση του χώρου της Ναυτιλίας κ. Γιάννη Γενεράλη, τον πλοίαρχο κ. π. μέλος της Διοίκησης της «Ρεθυμνιακής» με τεράστια γνώση της ακτοπλοΐας ειδικότερα της γραμμής «Ρέθυμνο – Πειραιάς, κ. Γιώργο Πορτάλιο. Διαπιστώσαμε ότι στην κοινωνία του Ρεθύμνου η πρόταση αυτή είχε και έχει σχεδόν καθολική αποδοχή και επικρότηση. Ασφαλώς η πρόταση αυτή μπορεί και πρέπει να εμπλουτιστεί και με άλλους συμπολίτες που έχουν αξιοπιστία, ικανότητα, διάθεση προσφοράς και συναντίληψη στις αρχές, στους στόχους και στο γενικότερο πλαίσιο της προσπάθειας. Είναι βέβαιο, ότι αδιέξοδα σε μια ζώσα κοινωνία δεν υπάρχουν. Εμφανίζονται βέβαια και πολλές φορές εμφανίζονται απειλητικά. Όμως όσο τα αφήνουμε να μακροημερεύουν και να μονιμοποιούνται σημαίνει ότι μάλλον ως δικαιολογίες και προφάσεις τα χρησιμοποιούμε…
Του Δημήτρη Τζανακάκη

