ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΣΥΠΑ Banner
ΡΕΘΥΜΝΟ

Η χώρα χρειάζεται νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο

0
  • Για ανάγκη καθολικής επανεκκίνησης κάνει ο λόγο ο καθηγητής πολιτικών επιστημών Νίκος Παπαδάκης

 

«Στην όποια νέα κανονικότητα, κανείς δεν πρέπει να αφεθεί να «διαβεί την έρημο» μόνος του». Η δήλωση αυτή του διακεκριμένου πολιτικού επιστήμονα Νίκου Παπαδάκη, έρχεται να εκφράσει τις αγωνίες και τους προβληματισμούς που διέπουν το σύνολο της κοινωνίας για την επόμενη ημέρα της πανδημίας. Παράλληλα δεν να απαντήσει και να υποδείξει πως «η διαχείριση της επόμενης μέρας δεν είναι μια εύκολη εξίσωση, δεδομένου του τεράστιου και εξελικτικού οικονομικού και κοινωνικού κόστους της πανδημίας. Καθιστά ωστόσο επιβεβλημένη την αναζήτηση ενός νέου παραγωγικού- αναπτυξιακού μοντέλου».

Μπορεί, να μην είναι εφικτό να κρίνει κάποιος για το πότε θα έρθει «η επόμενη ημέρα» όπως επίσης το τι εννοούν όλοι όσοι μιλούν για μια «νέα κανονικότητα». Όμως, καθολική απαίτηση είναι να μην μείνει κανένας πολίτης μόνος και απροστάτευτος.
Η αλήθεια είναι πως η χώρας μας, διακόσια χρόνια μετά εθνική παλιγγενεσία, βρίσκεται στην χειρότερη θέση, που έχει βρεθεί ποτέ. Είναι ένα κράτος με αιμορραγούσες πληγές από την δεκαετή οικονομική κρίση, οι οποίες έγιναν ακόμα πιο βαθιές και επίπονες τον τελευταίο χρόνο λόγω της πανδημίας. Επιχειρήσεις διέλυσαν και χρεοκόπησαν. Οι κατασχέσεις της ιδιωτικής περιουσίας έχουν φτάσει σε πρωτοφανή επίπεδα. Η ανεργία ολοένα και διογκώνεται και οι φτωχοί συνεχώς αυξάνονται. Ο πλούτος συσσωρεύεται σε λίγους και οι πολλοί πεινάνε. Και αυτή η πραγματικότητα δεν ωραιοποιείται με κανένα τρόπο. Είναι η τραγική Ελλάδα του 2021 που όχι μόνο δεν μπορεί να γιορτάσει το ηρωικό 1821 αλλά στον απολογισμό της η ζυγαριά βαραίνει αρνητικά και όχι θετικά όπως θα έπρεπε. 

Τι θα γίνει, λοιπόν, μετά την πανδημία; Το ερώτημα αυτό «ροκανίζει» κάθε μέλος της κοινωνίας που αγωνιά. Το ερώτημα αυτό θέσαμε ως εφημερίδα και στον κ. Νίκο Παπαδάκη, Καθηγητή και Διευθυντή του Κέντρου Πολιτικής Έρευνας και Τεκμηρίωσης (ΚΕΠΕΤ) του Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης του Πανεπιστημίου Κρήτης και Αν. Διευθυντή του Κέντρου Ερευνών και Μελετών του Πανεπιστημίου Κρήτης (ΚΕΜΕ-Π.Κ.). Η πολιτική επιστήμη έχει απάντηση στο ερώτημα; Και ποια είναι η λογική που πρέπει να ακολουθηθεί; Μήπως χρειάζεται ένα restart; Μια ολική επανεκκίνηση;

ΔΙΑΠΙΣΤΩΣΕΙΣ

«Αναμφίβολα, η παρατεταμένη (δεκαετής) οικονομική ύφεση και τα αυστηρά δημοσιονομικά μέτρα που ελήφθησαν στο πλαίσιο των Μνημονίων στην Ελλάδα επέφεραν μία σειρά από δραματικές μεταβολές στα πεδία της οικονομίας και της απασχόλησης, διευρύνοντας τις κοινωνικο-οικονομικές ανισότητες και την κοινωνική ευπάθεια, απορρυθμίζοντας την αγορά εργασίας, αυξάνοντας τα ποσοστά ανεργίας, ιδίως της νεανικής, και έχοντας άμεση επίπτωση στον κοινωνικό ιστό της χώρας», λέει ο Νίκος Παπαδάκης και συμπληρώνει: «Κι ενώ η Ελλάδα είχε αρχίσει να επιστρέφει στην ανάπτυξη και να «επουλώνει» κάποιες από τις πληγές της δεκαετούς κρίσης, ξέσπασε η πανδημία του Covid-19. Η πανδημία και η συνακόλουθη (παγκόσμια) Οικονομική Κρίση και Ύφεση φαίνεται να έχει δραματικές επιπτώσεις και στην Ελλάδα. Η Ύφεση για το 2020 έφθασε το 8,2% και έχει ήδη εκτατικές συνέπειες στην οικονομία, την κοινωνία και το βιοτικό επίπεδο των πολιτών, ενώ δεν άφησε ανεπηρέαστο κανένα τομέα οικονομικής δραστηριότητας.  Αξίζει να επισκοπήσουμε σύντομα, και με βάση ευρήματα της - σε εξέλιξη - έρευνας μας με τίτλο «Επισφαλής Εργασίας και Νέα Γενιά» (την οποία υλοποιεί το ΚΕΠΕΤ, με συγχρηματοδότηση από την Ελλάδα και την Ευρωπαϊκή Ένωση -Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Ταμείο/ESF, μέσω του ΕΣΠΑ - Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού, Εκπαίδευση και Διά Βίου Μάθηση» και με ΕΥ τον υποφαινόμενο), κάποιες από τις σημαντικότερες επιπτώσεις της πανδημίας σε οικονομία και αγορά εργασίας σε Ευρώπη και Ελλάδα.»

Ο ίδιος συνέχισε λέγοντας: «Σύμφωνα με αποτελέσματα ερευνών της Eurostat, η κρίση της πανδημίας και τα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν για την αντιμετώπισή της οδήγησαν το 2020, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, σε μια άνευ προηγουμένου αύξηση του αριθμού των εργαζομένων που δεν εργάζονταν, εργάζονταν λιγότερες ώρες ή έχασαν τη θέση εργασίας τους, όπως και σε σημαντική μείωση των εισοδημάτων τους.  Οι απώλειες εισοδήματος κατανέμονται πολύ άνισα μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. και ήταν ιδιαίτερα μεγάλες για τις πιο ευάλωτες υποομάδες του εργατικού πληθυσμού, πλήττοντας ιδιαίτερα τους χαμηλόμισθους. Τα υψηλότερα ποσοστά μειώσεων εισοδήματος λόγω απώλειας θέσεων εργασίας στα Κ-Μ της EU27, παρατηρούνται στους εργαζόμενους σε προσωρινές θέσεις απασχόλησης και τους νέους εργαζόμενους ηλικίας 15-24 ετών. Σύμφωνα με την έρευνα Living, working and COVID-19”, που διεξήγαγε το Eurofound το 2020 για την πρώτη φάση της πανδημίας, σε ολόκληρη την EU27, πάνω από το ένα τέταρτο των συμμετεχόντων ανέφερε ότι έχει χάσει την εργασία του, είτε προσωρινώς (23%) είτε μονίμως (5%) , ενώ περισσότερο έχουν πληγεί οι νέοι. Επίσης, σχεδόν το 40% των Ευρωπαίων αναφέρει ότι η οικονομική του κατάσταση επιδεινώθηκε σε σύγκριση με την περίοδο πριν από την πανδημία.»

Η ΕΛΛΑΔΑ ΣΤΗΝ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΘΕΣΗ

Αναφορικά με το τι δείχνου οι έρευνες των επιστημόνων για την σημερινή κατάσταση της χώρας ο καθηγητής κ. Νίκος Παπαδάκης, σημειώνει μιλώντας στην εφημερίδα μας τα εξής:  «Σε ότι αφορά την Ελλάδα, οι επιπτώσεις της πανδημίας είναι ήδη πολυδιάστατες και έχουν επηρεάσει σημαντικά το σύνολο των κλάδων της οικονομίας όπως και την αγορά εργασίας, αυξάνοντας την επισφάλεια στην απασχόληση, όπως επιβεβαιώνεται και από έρευνες της ΕΛΣΤΑΤ, της ΓΣΕΕ, της ΓΣΒΕΕ, του Εθνικού Ινστιτούτου Εργασίας και Ανθρώπινου Δυναμικού/ ΕΙΕΑΔ (στο πλαίσιο του Εθνικού Μηχανισμού Διάγνωσης Αναγκών της Αγορά Εργασίας) και άλλων. Σε όλη τη διάρκεια του 2020, η Ελλάδα ήταν ανάμεσα στις τρεις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά «υποτονικότητας» στην αγορά εργασίας. Η Ελλάδα, στο δεύτερο τρίμηνο του 2020, ήταν μία από τις χώρες με πολύ υψηλά ποσοστά μείωσης ωρών εργασίας. Αξίζει να επίσης να σημειωθεί ότι σύμφωνα με το Eurofound (2020), η Ελλάδα είναι μία από τις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά ατόμων (14%) που έχασαν τη δουλειά τους κατά τη διάρκεια της πανδημίας (όπως και η Ισπανία). Οι κλάδοι που επηρεάστηκαν περισσότερο ήταν αυτοί που σχετίζονταν με την παροχή υπηρεσιών και ειδικά όσοι σχετίζονται με τον τουρισμό, αλλά και το λιανεμπόριο (εμπόριο, ξενοδοχεία, εστιατόρια, μεταφορές, επικοινωνίες και άλλες υπηρεσίες). Χρόνιες παθογένειες της ελληνικής αγοράς εργασίας, που διευρύνθηκαν με την οικονομική ύφεση της προηγούμενης δεκαετίας και την υφιστάμενη οικονομική κρίση που έχει προκληθεί από την πανδημία, φαίνεται να έχουν οδηγήσει σε μία εξελικτική αποσυνάρτηση των εργασιακών σχέσεων του ιδιωτικού, κυρίως, τομέα από το υφιστάμενο ρυθμιστικό πλαίσιο. Όπως ήταν αναμενόμενο, η πανδημία έχει ήδη οδηγήσει σε αύξηση της ανεργίας στη χώρα μας. Είναι ενδεικτικό ότι στην Κρήτη (όπου η τοπική οικονομία βασίζεται σημαντικά στον τουρισμό) υπήρξε ραγδαία αύξηση της ανεργίας ειδικά μετά την έναρξη του δεύτερου κύματος της πανδημίας και συνακόλουθα τα νέα περιοριστικά μέτρα. Η ανεργία αυξήθηκε από 12% τον Οκτώβριο του 2019 σε 19,3% τον Οκτώβριο του 2020 (σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ). Ποσοστιαία μεταβολή της τάξεως του 60,8% μέσα σε ένα χρόνο, δηλαδή. Αξίζει να σημειωθεί ότι, μεταξύ άλλων, πλήττεται ιδιαίτερα μια σημαντική κατηγορία εργαζομένων, δηλαδή οι εποχικοί εργαζόμενοι. Ειδικά οι νέοι που είναι και επισφαλώς εργαζόμενοι είναι αυτοί που έχουν κατ’ εξοχήν πληγεί από τις επιπτώσεις της πανδημίας.  Το δεύτερο κύμα της πανδημίας και τα πολύμηνα περιοριστικά μέτρα που επιβλήθηκαν (και διαρκούν ακόμα) φαίνεται (από κάποιες πρώτες εκτιμήσεις) ότι μετέβαλαν την ήδη ιδιαίτερα δυσμενή κατάσταση στην οικονομία και την αγορά εργασίας (η οποία είχε προσωρινά, κατά τι, βελτιωθεί το Γ΄ τρίμηνο του 2020, λόγω της άρσης του πρώτου lockdown και την προσωρινή – όπως αποδείχθηκε- μερική επανεκκίνηση της οικονομίας), επί τα χείρω, αυξάνοντας, μεταξύ άλλων και την επισφάλεια στην απασχόληση.»

ΠΟΤΕ ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΗΜΕΡΑ ΚΑΙ ΤΙ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΓΙΝΕΙ;

Η έξοδος από την κρίση, η καλυτέρευση της ζωής των πολιτών, κυρίως η επιστροφή όλων στην παραγωγικότητα και στην ευημερία, είναι το κυρίαρχο ζήτημα που απασχολεί την κοινωνία. Πως θα αντιμετωπίσει ο κόσμος τα χρέη του; Χάνοντας την περιουσία του; Πως θα συνεχίσει αυτή η χώρα; Με ελάχιστους πλούσιους, μερικές εκατοντάδες που θα πασχίζουν να περισώσουν ό,τι μπορούν και εκατομμύρια φτωχούς που δεν θα έχουν στον ήλιο μοίρα; Δεν είναι μόνο το πότε θα έρθει η επόμενη ημέρα. Το κυρίαρχο ερώτημα είναι το πώς οι Έλληνες θα ζουν αξιοπρεπείς, ελεύθεροι και παραγωγικοί μέσα σε αυτή την επόμενη ημέρα. Αλλιώς για ποια Ελλάδα μιλάμε; Τα ερωτήματα αυτά, μεταφέραμε στον καθηγητή κ. Νίκο Παπαδάκη, ο οποίος μέσα από την επιστημονική του γνώση, προσέγγισε τις απαντήσεις ως εξής:

«Οι εμβολιασμοί, που έχουν αρχίσει από τα τέλη του 2020 και προχωράνε, αναμένεται να οδηγήσουν στη δημιουργία του «τείχους ανοσίας» κάποια στιγμή (ενδεχομένως μέσα στο φθινόπωρο, σύμφωνα με αρκετές εκτιμήσεις ειδικών) και συνακόλουθα στην επιστροφή στην κανονικότητα, ή ακριβέστερα σε μια νέα κανονικότητα. Ωστόσο οι, ήδη εκτακτικές και πολυδιάστατες, συνέπειες σε κοινωνία και οικονομία επισωρεύονται και διευρύνονται, όσο διαρκεί η υγειονομική κρίση και τα περιοριστικά μέτρα. Ευλόγως, τόσο διεθνώς όσο και στην Ελλάδα, η έμφαση έχει δοθεί σε μέτρα στήριξης όσων έχουν πληγεί περισσότερο από την πανδημία και αυτοί//ες είναι πάρα πολλοί/ες. Συγχρόνως δεν μπορούμε να ξέρουμε πόσες επιχειρήσεις, ειδικά στο λιανεμπόριο, στην εστίαση και ευρύτερα στον τουρισμό, θα έχουν επιβιώσει με το πέρας της υγειονομικής κρίσης, με ότι αυτό σημαίνει για την οικονομία και την αγορά εργασίας και μάλιστα σε μια χώρα της οποίας η οικονομία στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό στη μικρή και μικρο-μεσαία επιχειρηματικότητα. Σύμφωνα με  στοιχεία του Ινστιτούτου της ΓΣΕΒΕΕ και τις σχετικές δηλώσεις του προέδρου της ΓΣΕΒΕΕ (Φεβρουάριος 2021), «4 στις 10 επιχειρήσεις έχουν μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα και βρίσκονται μπροστά στο φάσμα του λουκέτου».  

ΑΠΑΙΤΕΙΤΑΙ ΝΕΟ ΠΑΡΑΓΩΓΙΚΟ ΜΟΝΤΕΛΟ

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η χώρα χρειάζεται δυναμικές, γενναιόδωρες και αποτελεσματικές πολιτικές.  Η επόμενη ημέρα δεν μπορεί αν είναι η «Ελλάδα των φτωχών και των μίζερων». Πώς η πολιτική επιστήμη προσεγγίζει την διαχείριση της επόμενης ημέρας; Ο διακεκριμένος καθηγητής, απαντά στην εφημερίδα μας ως εξής:

«Η διαχείριση της επόμενης μέρας (όταν αυτή έρθει) δεν είναι μια εύκολη εξίσωση, δεδομένου του τεράστιου και εξελικτικού οικονομικού και κοινωνικού κόστους της πανδημίας. Καθιστά ωστόσο επιβεβλημένη την αναζήτηση ενός νέου παραγωγικού- αναπτυξιακού μοντέλου, βασισμένου στην αξιολόγηση επιπτώσεων (impact assessment) και στη διάγνωση αναγκών και δυνατοτήτων (needs assessment). Χρόνιες παθογένειες, νέα προβλήματα και πάγιες προκλήσεις πρέπει να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά, ενώ συγχρόνως τα μέτρα στήριξης για τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, που έχουν πληγεί από την πανδημία, πρέπει να συνεχιστούν και να ενισχυθούν περισσότερο και μετά το πέρας της υγειονομικής κρίσης. Παράλληλα όμως είναι απαραίτητο να σχεδιασθούν και να υλοποιηθούν, μεγάλης κλίμακος, πρωτοβουλίες και δράσεις σε πεδία- προκλήσεις, όπως η σύνδεση του πρωτογενούς με τον τριτογενή τομέα. Επιπρόσθετα, η απορρυθμισμένη και καθημαγμένη αγορά εργασίας, χρειάζεται ένα ολοκληρωμένο πλέγμα παρεμβάσεων σε επίπεδο ενεργητικών πολιτικών απασχόλησης, ενίσχυση των ελεγκτικών μηχανισμών (π.χ. ΣΕΠΕ) δεδομένης της έντασης της αδήλωτης εργασίας και της διαπιστωμένης (συχνά) εξαναγκαστικής, νεόδμητης, εργασιακής «κανονικότητας» (με τη συχνή παραβίαση των εργασιακών δικαιωμάτων των επισφαλώς εργαζόμενων και συνακόλουθα τις σοβαρές επιπτώσεις στις εργασιακές σχέσεις),  αλλά και ένα νέο μοντέλο κατάρτισης, με όρους reskilling και βασισμένο στην διάγνωση αναγκών σε τοπικό επίπεδο (η θεσμοθέτηση περιφερειακών sectoral skills councils, κατά τα διεθνή πρότυπα και με την ενεργό συμμετοχή παραγωγικών φορέων, κοινωνικών εταίρων και άλλων stakeholders, μπορεί να συμβάλει σε αυτήν την κατεύθυνση). Το πρόσθετο διοικητικό βάρος και συνακόλουθα η γραφειοκρατία, που αποτελούν μεταξύ άλλων ένα ισχυρό αντικίνητρο για την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις,  αποτελούν μια πάγια πρόκληση, που πλέον είναι περισσότερο απαραίτητο από ποτέ να απαντηθεί, μεταξύ άλλων και με ουσιώδεις μεταρρυθμίσεις στην κατεύθυνση της απλούστευσης διαδικασιών (συμπεριλαμβανόμενου του ψηφιακού μετασχηματισμού της Δημόσιας Διοίκησης). Η ένταση της κοινωνικής ευπάθειας και ευαλωτότητας με την σύγχρονη αύξηση των ποσοστών φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού (λόγω και των συνεπειών της πανδημίας) απαιτεί μια στοχευμένη, καλά σχεδιασμένη, «προικοδοτημένη» με πόρους, κοινωνική πολιτική. Οι πόροι από το Ταμείο Ανάκαμψης πιθανότατα δεν είναι αρκετοί, ωστόσο επιτρέπουν την υποστήριξη της επανεκκίνησης της οικονομίας. Συγχρόνως η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την συνέχισης της δημοσιονομικής ευελιξίας και το 2022 και συνακόλουθα την μη άρση, και για το 2022, της «ρήτρας συνολικής διαφυγής» (δηλαδή της άρσης των δημοσιονομικών περιορισμών), είναι μια σημαντική εξέλιξη, εφόσον υλοποιηθεί, που επιτρέπει το σχεδιασμό μιας ολιστικής στρατηγικής για την αντιμετώπιση των συνεπειών της πανδημίας και την επιστροφή στην ανάπτυξη. Το βέβαιο είναι ότι η προαναφερθείσα (πολυπόθητη) επανεκκίνηση και ανάκαμψη, το μείζον «στοίχημα» δηλαδή της επόμενης μέρας, αποτελεί μια πρόσκληση για όλο το πλέγμα των δημόσιων πολιτικών (pubic policy complex) και προϋποθέτει ένα νέο ολοκληρωμένο παραγωγικό μοντέλο και συγχρόνως ένα ισχυρό Κοινωνικό Κράτος, στην κατεύθυνση ενός αναδιανεμητικού πραγματισμού. Στην όποια νέα κανονικότητα, κανείς δεν πρέπει να αφεθεί να «διαβεί την έρημο» μόνος του.»

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

KPRINT Banner
ΡΕΘΥΜΝΟ

Η χώρα χρειάζεται νέο παραγωγικό και αναπτυξιακό μοντέλο

0
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ