Από το ραδιόφωνο ακούστηκε τραγούδι,
όμορφο, μελαγχολικό, μοναχικό λουλούδι
και άνοιξαν μνήμες και θολώσαν το μυαλό,
σαν τα ποτά, τα πλάνα, που σε κάνουνε τρελό
Κι είχα στο χέρι το κλειδί, έτοιμος να τα ανοίξω,
με σύντροφο μόνο το ποτό, δεν θα το λησμονήσω,
να οδηγήσω είπα, δίχως να το σκεφτώ,
μα στο μυαλό μου, ήρθε ένα σ΄ αγαπώ!
Ένα πανέμορφο της μάνας αγαπώ !
που έλεγε, γλυκά, παιδί μου! να προσέχεις!
ποτέ μην οδηγείς, με θολωμένο το μυαλό,
γιατί, θάρθει στιγμή που θα πονέσεις!
Και αν πονέσεις εσύ και άλλοι θα πονέσουν,
φίλοι, αδέρφια, συγγενείς και η καλή σου
κι ο δύστυχος πατέρας σου, τί θα μπορεί να πει,
γι αυτό που έγινε, ότι ήτανε κακιά στιγμή..
Όμως, να, αλήθεια, ακούω της μάνας τη φωνή,
να μου φωνάζει να το πω, για το κακό ποτό,
πέστο μου λέει,πέστο,τέλος το ποτό,
ποτέ ποτό ! όταν οδηγώ.! ποτέ ποτό !
Τέλος ,φίλοι μου, τέλος το πλάνο το ποτό,
φωνάξτε να τ΄ακούσει ο κόσμος όλος,
ποτέ να μην θρηνήσεις φίλο κι αδελφό,
γι΄ αυτό το ανόητο θανάσιμο ποτό.
Δεν οδηγώ ,παιδιά, και τέλος το ποτό,
τα νιάτα δεν χρειάζονται ουσίες,
φωνάξτε το ξανά, πως τέλος το ποτό,
δεν πίνω όταν οδηγώ, τέλος, ναι, τέλος το ποτό .
Όλοι μαζί, εμείς είμαστε αρχηγοί
κι εμείς αποφασίζουμε , ότι θέλουμε εμείς,
και στέλνουμε το μήνυμα να το ακούσουν όλοι,
δεν πίνω όταν οδηγώ και τέλος το ποτό!


