ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Η Εθνική Αντίσταση 1941-1944 - Ο αγώνας της Κρήτης

0

Α’ ΜΕΡΟΣ

 

Ευλογημένη η σπίθα που αψηφάει

τις φρόνιμες συμβουλές της λογικής.

Στα θάματα χρωστάει η Κρήτη τη ζωή της.

 Νίκος Καζαντζάκης

 

Η Μεγαλοσύνη των λαών δεν μετριέται με το στρέμμα

Με της καρδιάς το πύρωμα μετριέται και με το αίμα

Κωστής Παλαμάς

 

Η αντίσταση στο φασισμό είναι υποχρέωση του κάθε ανθρώπου, όποια κι αν είναι η κοινωνική του θέση, γιατί ο φασισμός απειλεί με εξαφάνιση κάθε ανθρώπινη ύπαρξη. Αυτό βέβαια ισχύει για την πιο φριχτή μορφή φασισμού που εμφανίστηκε στην ανθρώπινη ιστορία, το γερμανικό ναζισμό, σε συμμαχία με τον ιταλικό φασισμό. Τότε η αντίσταση στη γερμανοϊταλική πρόκληση ήταν χρέος όλων, πλουσίων και φτωχών. Ωστόσο το να γίνει κανείς αντάρτης στην κατεχόμενη Κρήτη δεν ήταν υπόθεση του καθένα, γιατί πέραν από οποιαδήποτε διάθεση η αντάρτικη ιδιότητα προϋποθέτει δυνατότητες ψυχικές και σωματικές, που δεν είναι ίσα μοιρασμένες  σε όλους. Έτσι η συμμετοχή στην Κρητική Αντίσταση και ειδικότερα, η στράτευση στις αντάρτικες ομάδες της υπήρξε υπόθεση λίγων γενναίων ανθρώπων, που όμως γνώριζαν ότι είχαν τη συμπαράσταση όλου του άμαχου πληθυσμού και πίστευαν στη νίκη. Σε μερικές δεκάδες άνδρες θα πρέπει να λογαριαστεί η μόνιμη δύναμη της καλύτερης αντάρτικης ομάδας στην Κρήτη,  στα χρόνια της κατοχής και τέτοια δυναμικότητα μόνο τρεις τέσσερις ομάδες είχαν. Οι υπόλοιπες υστερούσαν σε αριθμό και διάρκεια.

Οι αντάρτες

Βοσκοί ήταν στην πλειοψηφία τους οι αντάρτες, όσοι δηλαδή αντιμετώπισαν τον κατακτητή με το τουφέκι στο χέρι. Η εξήγηση είναι απλή, ο συσχετισμός δυνάμεων ανάμεσα στους Γερμανούς και Ιταλούς και στους ένοπλους αγωνιστές της Κρητικής Αντίστασης δεν επιτρέπει αναμετρήσεις σε πεδινά μέρη. Έτσι ορμητήριο και καταφύγιο του αγώνα γίνεται το βουνό. Αλλά το βουνό είναι ο χώρος δουλειάς του βοσκού, που το γνωρίζει σαν τις παλάμες των χεριών του.  Το βουνό επίσης εξασφαλίζει φαγητό, ντύσιμο και κρυψώνα στον αγωνιστή. Τ’ Ανώγεια, τα χωριά της πάνω Ρίζας του νομού Ηρακλείου (Ζαρός, Καμάρες, Βορίζια, Μαργαρικάρι), οι Γωνιές, το Αμάρι καθώς και οι περιοχές του Ψηλορείτη και των Λευκών Ορέων παίξανε σημαντικό ρόλο στην αντίσταση.  Όχι μονάχα στελεχώνοντας τις πιο ισχυρές ομάδες αλλά δίνοντας ασφαλές καταφύγιο σε κάθε κυνηγημένο. Βοσκοί ήταν επίσης οι αρχηγοί των αντάρτικων ομάδων, οι καπετάνιοι που σε σχέση με τους άνδρες τους είναι αρκετά ευκατάστατοι, ώστε να είναι σε θέση  να αντιμετωπίζουν μόνοι τους τα προβλήματα της διατροφής, ένδυσης και εξοπλισμού της ομάδας. Επομένως η εξουσία  του καπετάνιου που βασικά στηρίζεται στην εμπιστοσύνη των ανταρτών της ομάδας ενισχύεται κατά κάποιοι τρόπο και από την ενδεχόμενη εξάρτησή τους απ’ αυτόν κι όταν ο κάθε λογής εφοδιασμός τους έχει μεν άλλη πηγή διεκπεραιώνεται κατά την απόλυτη κρίση του καπετάνιου. Με τον τρόπο αυτό το καπετανάτο αποκτά μια στερεή δομή και λειτουργικότητα που του επιτρέπουν να εξελιχθεί  σε αρκετά ευέλικτη, αυτοδύναμη και βιώσιμη πολεμική μονάδα. Αλλά το αναμφισβήτητο τούτο πλεονέκτημα αντισταθμίζεται από ένα άλλο σοβαρό μειονέκτημα, που έγκειται στη φύση του καπετάνιου: Δεν υπάρχει οργανικός δεσμός και συντονισμός δράσης ανάμεσα στα καπετανάτα, αλλά συχνά ακόμη και στην πιο δραματική φάση του αγώνα αναφύονται προσωπικές, ως επί το πλείστον, διαφορές τέτοιες που επέζησαν μέχρι και πριν κάμποσα χρόνια, (π.χ. δίκη κατά Μπαντουβά).

Αυτή την έλλειψη συντονισμού ανάμεσα στις ομάδες αναπλήρωσε ως ένα βαθμό και εκμεταλλεύτηκε πολιτικά η Αγγλική καθοδήγηση, της οποίας ο ρόλος υπήρξε σημαντικός και σε σχέση  με ό, τι  συνέβηκε στην υπόλοιπη Ελλάδα, αποφασιστικότερος για την αντίσταση στην Κρήτη. Δεν θα ήταν ίσως περιττό να τονιστεί πως αφού δεν υπήρξε ενιαία οργάνωση ανταρτών στην Κρήτη, δεν υπήρξε ούτε και αρχηγός της Κρητικής Αντίστασης και ούτε τολμήθηκε από κανένα καπετάνιο ο σφετερισμός του τίτλου αυτού κατά τη διάρκεια της κατοχής.

 

Το έπος της Εθνικής Αντίστασης στην Κρήτη

Η Εθνική Αντίσταση στην Κρήτη δεν είχε συγκεκριμένη ημερομηνία έναρξης. Ήταν μια συνέχεια της Μάχης της Κρήτης, γιατί οι Γερμανοί είχαν μεν νικήσει σε αυτή τη σύγκρουση αλλά ποτέ δεν μπόρεσαν να κυριεύσουν τη Μεγαλόνησο. Οι Κρητικοί ήταν από αιώνες συνηθισμένοι στην παρουσία ξένων επίδοξων δυναστών και σε εξεγέρσεις εναντίον τους. Το καθεστώς Μεταξά έτσι αντιμετωπίστηκε και εναντίον του είχαν εξεγερθεί οι Κρητικοί το 1938.  Το δεκαήμερο της Μάχης της Κρήτης  ήταν στην ουσία το πρώτο επεισόδιο της αντίστασης κατά των δυνάμεων του Άξονα. Το παραδοσιακό αγωνιστικό φρόνημα των Κρητικών συνέβαλε τα μέγιστα στη διάρκεια της μάχης και στις μεγάλες απώλειες των Γερμανών. Η εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στο Κάιρο δεν φρόντισε σε καμία περίπτωση να εκμεταλλευθεί την κρητική μαχητικότητα και η αντίσταση στο νησί αφέθηκε στη βρετανική καθοδήγηση, η οποία φυσικά εξυπηρετούσε τους δικούς της σκοπούς, που συχνά βρίσκονταν σε δυσαρμονία με αυτούς των Κρητικών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα  της παραμονής των Γερμανών στο νομό Χανίων μέχρι τον Ιούνιο του 1945. Το ΕΑΜ στην Κρήτη δεν κατόρθωσε να έχει όπως στην ηπειρωτική Ελλάδα τη μορφή που είχε και δεν κατόρθωσε να έχει την πρωτοκαθεδρία στην αντίσταση κατά των δυνάμεων κατοχής, και επίσης ποτέ δεν μπόρεσαν αποκτήσουν οι ένοπλες δυνάμεις που το εξέφραζαν την απαιτούμενη ισχύ για να εξουδετερώσουν αντίπαλες αντάρτικες ομάδες και αντιστασιακές οργανώσεις, το αντίθετο συνέβη. Η δύναμη των εθνικιστικών αντιστασιακών οργανώσεων ήταν καθοριστικός παράγοντας για να μην δημιουργηθούν και αναπτυχθούν Τάγματα Ασφαλείας ή αντάρτικα σώματα που θα συνεργάζονταν με τους κατακτητές, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τους κομμουνιστές. Η μοναδική εξαίρεση ίσως ήταν το Τάγμα Χωροφυλακής του Ταγματάρχη Δημήτρη Παπαγιαννάκη, για τον οποίο οι γνώμες διίστανται. Χαρακτηριστικό είναι επίσης ότι και το ποσοστό των δωσιλόγων και συνεργατών των Γερμανών ήταν πολύ μικρότερο στην Κρήτη σε σχέση με το αντίστοιχο στην ηπειρωτική Ελλάδα. Έτσι τα ένοπλα τμήματα του ΕΛΑΣ βρίσκονταν μέχρι και τα τέλη του 1943 ουσιαστικά ήταν υπό τις διαταγές καπεταναίων όπως ο Μανώλης Μπαντουβάς και ένοπλες εμφύλιες συγκρούσεις δεν έλαβαν χώρα μέχρι τις αρχές του 1945 και τότε όμως σε περιορισμένο επίπεδο. Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι η Κρήτη ήταν η μόνη περιοχή της Ελλάδας, στην οποία δεν είχε υπάρξει μέχρι τότε ούτε μία αιματηρή συμπλοκή μεταξύ αντάρτικων οργανώσεων διαφορετικών πολιτικών αποχρώσεων, παρ’ όλο που ειδικά από το 1944 και μετά η ένταση υπόβοσκε.

Το δόγμα, το οποίο από την αρχή της κατοχής επικρατούσε στην Κρήτη ότι πρώτα θα έπρεπε να απαλλαγούν από τους κατακτητές και μετά να λυθούν οι όποιες πολιτικές διαφορές. Οι κομμουνιστές, αποτελώντας μια μικρή μειοψηφία ποτέ δεν κατάφεραν να περάσουν τα δικά τους πολιτικά μηνύματα. Αυτό οφειλόταν στις ιδιαιτερότητες των Κρητικών σχετικά με τις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Είναι γνωστό ότι παραδοσιακά οι Κρητικοί, στην συντριπτική τους πλειοψηφία ήταν αντιβασιλικοί  και  προοδευτικοί  στις πολιτικές τους απόψεις αλλά ταυτόχρονα με ισχυρή εθνική συνείδηση, έχοντας χύσει ποταμούς αίματος για την ένωση με την ηπειρωτική Ελλάδα. Ήταν επίσης  τοπικιστές, υπό την έννοια της αγάπης προς τις ιδιαίτερες πατρίδες τους, υπερβολικά ανυπότακτοι και προκατειλημμένοι με την ατομική τους ιδιοκτησία (αρκετοί και με την ατομική ιδιοκτησία των άλλων), ενώ ο ρόλος της Εκκλησίας ήταν αρκετά σημαντικός. Οι δημοκρατικές πολιτικές πεποιθήσεις και τα άλλα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, τους καθιστούσαν ακατάλληλους για να αποδεχθούν αδιαμαρτύρητα τις κομμουνιστικές θεωρίες περί συλλογικών αποφάσεων, κοινοκτημοσύνης κλπ. Από την άλλη πλευρά το ΕΑΜ στην Κρήτη αδυνατούσε να βρει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, ικανοποιητικούς στόχους μεταξύ του αστικού πληθυσμού της Μεγαλονήσου υπό την έννοια της προδοτικής συνεργασίας με τους κατακτητές. Εξ άλλου αυτοί που ανακαλύπτονταν περνούσαν από το μαχαίρι των ανταρτών και των άλλων οργανώσεων. Και συν τοις άλλοις ότι το ΕΑΜ στην Κρήτη μέχρι τα μέσα του 1943 είχε ως ηγέτη το Μανώλη Μπαντουβά, ακραιφνή εθνικιστή.  Επίσης καθώς η Κρήτη ήταν γεωγραφικά απομονωμένη από την υπόλοιπη Ελλάδα, οι κάτοικοι ποτέ δεν αισθάνθηκαν ότι ο αγώνας τους ήταν με οποιονδήποτε τρόπο συνδεδεμένος με τον αγώνα στην κυρίως Ελλάδα. Υπήρξαν μάλιστα υπόνοιες ότι οι Βρετανοί θα προσπαθούσαν να εκμεταλλευθούν το γεγονός αυτό καθώς και το πατροπαράδοτο πνεύμα ανεξαρτησίας των Κρητικών  για να δημιουργηθεί ένα ανεξάρτητο κρατίδιο που θα εξυπηρετούσε τα συμφέροντά τους.

Συνεχίζεται..

Γιώργος Λινοξυλάκης

Πηγές: Περιοδικό Κρητικά θέματα τεύχος 8 Άνοιξη 1980

Κωνσταντίνου Αβτζιγιάννη Η Εθνική Αντίσταση στην Κρήτη 1941 – 1945

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ