«Δε συμφωνώ ούτε με μια λέξη από όσα λες, αλλά θα υπερασπίζω και με το τίμημα της ζωής μου ακόμη, το δικαίωμα σου ελεύθερα να λες όσα πιστεύεις».
Γενιές ολόκληρες έχουν περάσει από τότε που ο Βολτέρος έκανε την παραπάνω δήλωση, και από τότε, έχει χυθεί πολύ αίμα για να μπορεί κανείς να λέει αυτό που πιστεύει.
Όταν βέβαια την έλεγε αυτή τη διάσημη φράση ο Βολτέρος, όποιος ήθελε να λέει ελεύθερα όσα πιστεύει, έπρεπε να κοιτάξει κατά πρόσωπο το ακροατήριο του, και να πάρει το λόγο. Ή να πάρει χαρτί και μολύβι. Το γραπτό, έτοιμο και καλογυαλισμένο, περνούσε πολλά στάδια μέχρι να φτάσει στα χέρια γνωστών και αγνώστων αναγνωστών.
Ήθελε θάρρος δηλαδή, και την πεποίθηση ότι, αυτό που έβγαινε από το στόμα, ή ξεχείλιζε από την πέννα, ήταν αληθινό, ωφέλιμο και απαραίτητο.
Μια μέρα όμως, ήρθε το Internet.
Η ζωή έγινε πιο εύκολη. Οι αποστάσεις μίκρυναν, όπως και ο μακροχρόνιος αγώνας έκδοσης βιβλίου, ή δημοσίευσης άρθρου. Ακόμα καλύτερα, η άποψη όλων όσων έχουν πρόσβαση σε ένα πληκτρολόγιο και Internet, μπορούσε πλέον να ακουστεί. Να αφήσει το αποτύπωμα της στην απεραντοσύνη του διαδικτύου.
Ω! Τι όμορφος ψηφιακός κόσμος, δημοκρατικά και αγγελικά πλασμένος!
Για λίγα χρόνια, τα λόγια του Βολτέρου και οι αιματοχυσίες, έμοιαζαν να έχουν πιάσει τόπο. Όλοι εκφράζονταν ελεύθερα, και όσοι διαφωνούσαν, δε χρειαζόταν να υπερασπιστούν την ελευθερία των άλλων να λένε ελεύθερα αυτό που πιστεύουν.
Ζούσαμε καιρούς όμορφους και δημοκρατικούς.
Εντάξει, περίπου δημοκρατικούς.
Μια μέρα όμως, ήρθαν στη ζωή οι Αγγλικές σκανδαλοθηρικές φυλλάδες, με τα onlineσαλόνια τους, και όλα άλλαξαν.
Τέντωσαν το γνωμικό του Βολτέρου, ώστε αυτό να ακούγεται λίγο σαν:
«Δε συμφωνώ ούτε με μια λέξη από όσα λες, και θα σου πλύνω τον εγκέφαλο, ώστε να κάνεις αυτό που θέλει το κόμμα που υποστηρίζω, και καμιά φορά εκβιάζω. Και όλα αυτά, ενώ εσύ θα νομίζεις ότι ελεύθερα λες αυτά που πιστεύεις».
Και η κακιά μάγισσα Παραπληροφόρηση μετέτρεψε μερικούς αναγνώστες σε τέρατα χωρίς πρόσωπο, και τα ονόμασε Trolls.
Σαν καρκίνος εξαπλώθηκαν ταTrolls, σκορπίζοντας μίσος.
Μισούσαν τις γυναίκες, τους μετανάστες, τους πολιτικούς που δεν ήθελαν το Brexit, όσους διαφωνούσαν μαζί τους. Πότε υπεραγαπούσαν κάποιον, πότε τον μισούσαν.
Ακόμα και τα έντερα τους δεν χώνευαν τα Trolls και οι φυλλάδες.
Κάθε τέσσερα χρόνια, τα Trollsβγαίνουν από τα σκοτεινά σαλόνια των φυλλάδων για να ψηφίσουν.
Ψηφίζουν ότι προστάζει η μαμά-φυλλάδα.
Κάπου εκεί ψηλά, ο Βολτέρος με την παρέα του, τους υπόλοιπους στοχαστές, κουνάνε το κεφάλι με απογοήτευση.
«Troll-άθηκε ο κόσμος!» λένε και κλαίνε. «Άντε πάλι από την αρχή!»

