ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΣΥΠΑ Banner
ΑΠΟΨΕΙΣ

Το ωραίο ως αναλογία πολλαπλότητας του Μανόλη Σκαρσούλη

0

Η θεότητα προστάτευε τον πολίτη

Σε όλα τα κράτη που μας είναι γνωστά από την ιστορία συναντάμε θρησκευτικούς και πολιτικούς θεσμούς στενά συνδεδεμένους μεταξύ τους. Χωρίς αμφιβολία αιτία είναι η πίστη στη δύναμη υπερφυσικών όντων, οι προσδοκίες και οι ανησυχίες που προκαλούσε αυτή η πίστη. Οι άνθρωποι που αποτέλεσαν την κοινωνία είτε εμφορούνταν οι ίδιοι πάρα πολύ από αυτές τις ιδέες για να η συνδέσουν τη θεότητα με την πολιτική εξουσία, είτε ο νομοθέτης, άλλοτε από ευγενή φιλικά αισθήματα προς τους πολίτες, άλλοτε από πονηριά και απάτη, χρησιμοποιούσε αυτή την πίστη για να εξασφαλίσει την υποταγή των υπηκόων του.

Στα αρχαιότερα κράτη η θρησκεία αποτελούσε άμεσο όργανο στα χέρια των κυβερνώντων. Η θεότητα είχε την ανώτερη εξουσία, ο άρχων ήταν απλώς ο ερμηνευτής των διαταγών της. Ειδάλλως, όπου δεν υπήρχε τέτοια θεοκρατία με την πιο αυστηρή έννοια της λέξης, πάντως και εκεί κάθε νέα επιχείρηση έπρεπε να υποβληθεί πρώτα στην κρίση της θεότητας. Η θεότητα δεν προστάτευε μόνο τον πολίτη ως άνθρωπο, προστάτευε το κράτος και τον πολίτη ως πολίτη. Όλες οι αντιλήψεις για τα υπερφυσικά όντα ήταν εκείνες τις αρχέγονες εποχές ακόμα εντελώς ανθρωπομορφικές, ενώ η λατρεία των θεών ένα πλέγμα από τελετουργίες. Σε αυτές τις τελετουργίες στηριζόταν το κύρος των ιερέων.

Οι θεότητες των αρχαίων λαών ήταν επιμέρους θεότητες, περιορισμένες στα όρια ανθρώπινης ιδιοκτησίας. Κάθε περιοχή, κάθε θέση αφιερωνόταν σε έναν δικό τους θεό. Έτσι υπήρχαν θεοί του οίκου, της οικογένειας, του γένους, του έθνους. Θεοί για κάθε αγρό, κήπο, θαμνότοπο, για κάθε πηγή, βουνό κ.λ.π. η ευεργετική επιρροή των εθνικών θεών ήταν μια ιδιοκτησία που απέκλειε τους άλλους. Την έχανε όποιος τη μοιραζόταν, την έπαιρνε πίσω, αν κάποιος του την είχε πάρει αυθαίρετα. Σε αυτά προσετίθετο και το ότι η συμμετοχή στη θρησκεία ήταν συμμετοχή στα πολιτικά δικαιώματα. Θα ήθελε, επομένως, κανείς να προσηλυτίσει, εφόσον επιθυμούσε να αποκτήσει νέους πολίτες.

 

Η θρησκεία σχετίζεται με την ηθική

Η θρησκεία των αρχαίων ήταν ένα τμήμα πολιτικής εξουσίας, τίποτα όμως παραπάνω από αυτό. Κατά τ’ άλλα, επέτρεπε σε κάθε πολίτη απεριόριστη ελευθερία, δεν του έθετε φραγμούς, ούτε όσον αφορά τις ιδέες του για τη δημιουργία του σύμπαντος, την αντιμετώπιση ανθρωπίνων συμβάντων, τις προσδοκίες του για επέκεινα κ.λ.π. ούτε όσον αφορά τις πράξεις του.

Αφού η θρησκεία επιδιώκει να επιδράσει στον χαρακτήρα, πρέπει να συνοδεύεται από εσωτερική πεποίθηση. Η πεποίθηση όμως δεν μπορεί να παραχθεί ή να αποσπαστεί από τους νόμους. Όποιον λοιπόν παρεκκλίνει κάποτε από την επίσημη διδασκαλία δεν τον φέρνει κανένας νόμος πίσω. Ο νόμος τον εμποδίζει μόνο να διαδίδει περαιτέρω τη διαφορετική του γνώμη.

Η θρησκεία μας δεν διδάσκει μια εθνική αλλά μια γενική θεότητα, η θρησκεία δεν είναι θρησκεία του πολίτη αλλά του ανθρώπου.

Η θρησκεία μας προορίζεται για τον άνθρωπο ως άνθρωπο και σχετίζεται με την ηθική του και την προσωπική του ευδαιμονία. Απαιτεί λοιπόν πεποίθηση. Η πεποίθηση δεν είναι δυνατή χωρίς συνέπεια με τον τρόπο λειτουργίας της σκέψης μας και χωρίς αλληλουχία. Η λογική δεν επιτρέπεται λοιπόν να αντιτίθεται στη θρησκεία, ή πρέπει να καταλήξει στα ίδια συμπεράσματα ή αν καταλήγει σε άλλα να σωπαίνει.

 

Το ιδανικό του ηθικού ανθρώπου

Επεκτείνοντας τις παρατηρήσεις αυτές, θα διαπιστώσουμε πως κάθε προσπάθεια να εξαγνιστεί η θετική θρησκεία, να εναρμονιστεί δηλαδή με τη φιλοσοφία και τη λογική είναι σε βάρος της ελευθερίας του πνεύματος. Διότι όσο οι θρησκευτικές αλήθειες βασίζονται στην πίστη, η λογική μπορεί να συγκρουστεί με αυτές μόνο αν γκρεμίσει την πίστη που είναι το βάθρο τους.

Αν ο νομοθέτης δεν θέλει να μείνει πίσω στις εξελίξεις της φιλοσοφίας και τον διαφωτισμό της εποχής του θα πρέπει η προσπάθειά του να είναι ευγενής και επαινετική από τη μία πλευρά, από την άλλη όμως συνδεδεμένη με ατέλειωτες δυσκολίες. Γιατί τώρα θα πρέπει όχι μόνο να δομήσει ένα κράτος στο οποίο δικαιοσύνη θα διέπει τους νόμους, πρόνοια θα φροντίζει για τις ανάγκες και τις βασικές ανέσεις της ζωής, επαγρύπνηση θα προφυλάσσει από εξωτερικούς κινδύνους, αλλά ένα κράτος στο οποίο ο πολίτης θα μπορεί να είναι άνθρωπος δηλαδή να εκπληρώσει στο ακέραιο τον προορισμό του σαν άνθρωπος.

Ο νομοθέτης πρέπει να αναζητήσει το ιδανικό του ηθικού ανθρώπου, την αρμονική ισορροπία των ψυχικών ικανοτήτων, την ανάμειξη της αντίληψης, του αισθήματος και της κλίσης, που καθιστούν δυνατή την πιο πλήρη, καθαρή και διαρκή απόλαυση και συγχρόνως τις πιο γρήγορες προόδους προς μια ανώτερη τελειότητα, πρέπει επομένως να αποβλέπει μόνο σε αυτό το οποίο επιδρά μέσα του διαρκώς, στην ηθική με την αυστηρότερη έννοια, στο εσωτερικό είναι της ψυχής.

Αν φανταστούμε, από την άλλη πλευρά, όντα προορισμένα μόνο για αισθησιακή απόλαυση, ανίκανα για κάθε  αντίληψη του μη σωματικού, αφού σε αυτά κάθε δυνατότητα επιλογής, απόφασης και ελευθερίας εξαφανίζεται, δεν θα μπορούσαμε να τους αποδώσουμε ποτέ την απόκτηση εσωτερικής τελειότητας και ευδαιμονίας, σε σχέση με το βάθος, τη διάρκεια και την πολλαπλότητα της απόλαυσής τους.

 

Σύνδεση αισθησιακού με αισθησιακό

Στον άνθρωπο είναι και τα δύο μαζί ενωμένα. Από τη μια πλευρά, είναι ένα ον αισθησιακό που αποβλέπει στην απόλαυση και, από την άλλη, ένα σκεπτόμενο και δημιουργικό ον. Αλλά υπάρχει σ’ αυτόν και ένα τρίτο, ή μάλλον υπάρχει μία σχέση αυτών των δύο φύσεων, από την οποία αυτές ενώνονται. Θέλω να αναφερθώ εδώ στην ικανότητα σύνδεσης αισθησιακών παραστάσεων με μη αισθησιακές ιδέες, της εξαγωγής γενικών ιδεών από αισθησιακές εντυπώσεις, οι οποίες παύουν να είναι πια αισθησιακές, της θεώρησης του κόσμου των αισθήσεων σαν ένα σημάδι του μη αισθησιακού κόσμου, και της αμφίεσης των μη αισθησιακών αντικειμένων με το περίβλημα αισθησιακών εικόνων. Στην ικανότητα αυτή χρωστάμε κάθε αίσθηση του ωραίου, εκείνης της αναλογίας της πολλαπλότητας η οποία δεν είναι ούτε πάρα πολύ απλή για να μην απασχολήσει καθόλου την ψυχή, ούτε πάρα πολύ περίπλοκη για να την κουράσει. Με αυτή παίρνουμε μη αισθησιακές παραστάσεις από αισθησιακά αντικείμενα. Από αυτή την ικανότητα, τέλος, παριστάνουμε μη αισθησιακά αντικείμενα με εικόνες, ήχους, χειρονομίες.

Η ψυχική ικανότητα η οποία κυρίως υπηρετεί αυτή τη σύνδεση του αισθησιακού με το μη αισθησιακό είναι η φαντασία. Μας προσφέρει με αυτό τον τρόπο μια πολύπλευρη ωφέλεια. Η αισθησιακή απόλαυση εκλεπτύνεται, εξευγενίζεται και συγχρόνως δυναμώνει.

 

Το πάθος ενεργοποιεί την ψυχή

Πάρα πολλά εξαρτώνται από το αισθησιακό πάθος, το οποίο πρέπει να μη φιμωθεί από καμία πλευρά, αλλά μάλλον να τραφεί ανάλογα με τη διαφορετικότητα των χαρακτήρων. Η σφοδρότητα του αισθησιακού πάθους είναι ήδη καθαυτό σημάδι της δύναμης της ψυχής. Το αισθησιακό πάθος φέρνει ζωή και ενεργητικότητα στην ψυχή. Ανικανοποίητο, τη θέτει σε ενέργεια, την κάνει εφευρετική στην κατάστρωση σχεδίων, θαρραλέα για την πραγματοποίησή τους, ενώ ικανοποιημένο προωθεί ένα ελαφρό, ανεμπόδιστο παιχνίδι ιδεών.

Ανάμεσα στα αισθησιακά πάθη υπάρχουν πιο αδύνατα και πιο σφοδρά, μερικά συνορεύουν πιο πολύ, άλλα πιο λίγο με το μη αισθησιακό. Η ευεργετική τους επίδραση όμως, αλλά και ο συνδεδεμένος μαζί τους κίνδυνος μεγαλώνει πάντα σε σχέση με τη σφοδρότητά τους και τη συγγένειά τους με το μη αισθησιακό.

Το απλώς αισθησιακό αίσθημα πρέπει να διαμορφωθεί και να εκλεπτυνθεί από το αισθητικό. Εδώ αρχίζει ο τομέας της τέχνης και η επιρροή της στη μόρφωση και στην ηθικότητα. Η δημιουργία, το θρέψιμο του αισθήματος του ωραίου είναι ο προορισμός της τέχνης. Έτσι ο σκοπός κάθε τέχνης είναι ηθικός με την ανώτερη έννοια της λέξης.

Ο αισθησιασμός, η φαντασία και η δύναμη της θέλησης είναι απλώς παραγωγικές δυνάμεις, το υλικό της απόλαυσης. Τους λείπει ακόμα αυτό που τους δίνει την κατεύθυνση, το μέτρο και τον τρόπο της επίδράσής τους. Αυτό είναι έργο της κατευθυντήριας λογικής. Σε αυτή βασίζεται πραγματικά όλη η τελειότητα και η ευδαιμονία του σκεπτόμενου ανθρώπου. Διότι αυτή κατατάσσει, επιλέγει στόχο και μέσα. Σε όλες τις άλλες δυνάμεις απομένει η εκτέλεση.

 

Ηθική διαμόρφωση του ανθρώπου

Όσο περισσότερο διευρυνθεί και ενισχυθεί η ικανότητα του πνεύματος, όσο περισσότερη ακρίβεια στην παρατήρηση και λεπτότητα στην εξέταση αποκτήσει, όσο βαθύτερα διεισδύσει το πνεύμα στην ουσία των ιδεών τόσο περισσότερο μεγαλώνει ο βαθμός τελειότητας και ευδαιμονίας. Από τις εξωτερικές ατομικές και κοινωνικές συνθήκες, στις οποίες ζούμε, από τις εξωτερικές συνέπειες των ενεργειών μας που παρατηρούμε κάθε μέρα, καταλήγουμε πολύ εύκολα στο να περιορίσουμε την ηθικότητα ή ανηθικότητα σε ορισμένες ενέργειες και σε ορισμένα φρονήματα, και πολύ εύκολα ξεχνάμε να στρέψουμε την προσοχή μας σε ολόκληρο τον συσχετισμό μεταξύ ιδεών και συναισθημάτων.

Η βάση κάθε ηθικής μπορεί να προέλθει μόνο από τη μελέτη του ανθρώπου, όπως είναι ίδιος, χωρίς να δίνεται καταρχήν σημασία σε συγκεκριμένες εξωτερικές σχέσεις και αναλογίες. Ιδιαίτερα σημαντική είναι αυτή η άποψη κατά την επιλογή των μέσων για την ηθική διαμόρφωση. Για να οδηγήσουμε σε ορισμένες ενέργειες και φρονήματα υπάρχουν πάρα πολλοί δρόμοι, από τους οποίους όμως κανένας δεν οδηγεί στην αληθινή ηθική τελειότητα. Αισθησιακές παρωθήσεις προς την εκτέλεση ορισμένων πράξεων ή την αναγκαιότητα να αποφευχθούν αυτές γεννούν τη συνήθεια. Από τη συνήθεια, η ευχαρίστηση, η οποία στην αρχή ήταν συνδεδεμένη με εκείνη την παρώθηση, περνάει στην ίδια την πράξη, ή η κλίση, η οποία στην αρχή μόνο μπροστά στην αναγκαιότητα σώπαινε, καταπνίγεται. Έτσι ο άνθρωπος οδηγείται σε ενάρετες πράξεις, κατά κάποιο τρόπο και σε ενάρετα φρονήματα. Μόνο η δύναμη της ψυχής του, δεν ενισχύεται με αυτόν τον τρόπο. Ούτε οι ιδέες του για τον προορισμό του και για την αξία του γίνονται έτσι πιο διαυγείς, ούτε η θέλησή του αποκτά περισσότερη δύναμη για να ξεπεράσει την κυρίαρχη κλίση.

 

Η διαφορετικότητα του χαρακτήρα

Μιλάμε συνεχώς για επιμέρους αρετές και ελαττώματα, και όμως θα ήταν πολύ δύσκολο να αναφερθεί έστω και μια μοναδική αρετή, η οποία παντού και κάτω από όλες τις συνθήκες και για κάθε χαρακτήρα θα ήταν αρετή. Η ηθικότητα και η ανηθικότητα δεν αποτελούν ιδιότητα μιας πράξης, αλλά μόνο του υποκειμένου το οποίο εκτελεί την πράξη. Ήδη οι αρχαίοι επαναλαμβάνουν συχνά ότι καμιά πράξη καθαυτή δεν είναι καλή ή κακή. Όλα εξαρτώνται από τη διαφορετικότητα του χαρακτήρα, και όχι μόνο από αυτό αλλά και από τη διαφορετικότητα των ψυχικών καταστάσεων στις διάφορες περιόδους της ζωής. Και δεν θα έπρεπε κανείς να κρίνει μια πράξη προτού εξετάσει με ακρίβεια τις φυσικές, διανοητικές και ηθικές ικανότητες και ανάγκες αυτού που εκτελεί την πράξη.

Κάθε θρησκεία, εφόσον αυτή σχετίζεται με την ηθική και την ευδαιμονία και όχι εφόσον η λογική αναγνωρίζει ή νομίζει πως αναγνωρίζει μια κάποια θρησκευτική αλήθεια, γιατί η αναγνώριση της αλήθειας είναι ανεξάρτητη από όλες τις επιρροές της βούλησης ή της επιθυμίας – κάθε θρησκεία, λέω, βασίζεται σε μια ανάγκη της ψυχής. Ελπίζουμε, διαισθανόμαστε, επειδή επιθυμούμε. Εκεί όπου ακόμα λείπει κάθε ίχνος πνευματισμού είναι και η ανάγκη αυτή μόνο αισθησιακή. Φόβος και ελπίδα μπροστά στα φυσικά φαινόμενα, τα οποία η φαντασία μεταβάλλει σε αυτενεργά όντα, αποτελούν την επιτομή όλης της θρησκείας.

Όταν αρχίζει να γεννιέται πνευματικός πολιτισμός, αυτό δεν αρκεί πλέον. Η ψυχή ποθεί τότε να αντικρίσει κάποια τελειότητα, μια σπίθα από την οποία είναι αναμμένη μέσα της, ενώ διαισθάνεται ότι έξω από την ίδια υπάρχει μια ακόμη μεγαλύτερη τελειότητα. Αυτό το αντίκρισμα γίνεται θαυμασμός, και αν ο άνθρωπος σκεφτεί επιπλέον την ύπαρξη μιας σχέσης με την τελειότητα, γίνεται αγάπη, από την οποία πηγάζει ο πόθος της ομοίωσης, της ένωσης.

 

Η πεμπτουσία της ηθικής τελειότητας

Η ιδέα της θεότητας είναι διαφορετική, ανάλογα με τη διαφορετικότητα της ιδέας της τελειότητας που επικρατεί σε κάθε εποχή και σε κάθε έθνος. Οι θεοί των αρχαιότερων Ελλήνων και Ρωμαίων και οι Θεοί των προγόνων μας ήταν ιδανικά σωματικής δύναμης και ευρωστίας. Όταν δημιουργήθηκε η ιδέα του αισθησιακού ωραίου και εκλεπτύνθηκε, ανέβηκε στον θρόνο της θεότητας η προσωποποιημένη αισθησιακή ωραιότητα.

Όταν ο άνθρωπος ανυψώθηκε από το αισθησιακό στο αμιγώς πνευματικό, από το ωραίο στο αγαθό και αληθινό, η πεμπτουσία κάθε πνευματικής και ηθικής τελειότητας έγινε αντικείμενο λατρείας και η θρησκεία έγινε κτήμα της φιλοσοφίας.

Οι ιδέες της σοφίας, της τάξης, της βούλησης, οι οποίες μας είναι τόσο απαραίτητες για τις πράξεις, ριζώνουν βαθύτερα στην ψυχή μας, όταν τις ανακαλύπτουμε παντού. Το περασμένο γίνεται κατά κάποιο τρόπο άπειρο, το παροδικό μόνιμο, το μεταβλητό σταθερό, το περιπλεγμένο απλό, αν σκεφτούμε μια αιτία στην κορυφή των πραγμάτων που τα βάζει σε τάξη, και μια δίχως τέλος διάρκεια των πνευματικών ουσιών. Η αναζήτηση της αλήθειας, η επιδίωξη της τελειότητας, κερδίζει περισσότερη σταθερότητα και σιγουριά, αν υπάρχει για μας ένα ον που είναι η πηγή κάθε αλήθειας, η πεμπτουσία κάθε τελειότητας.

Όσο βαθιά επιδρούν, από τη μια πλευρά, οι θρησκευτικές ιδέες στην ηθική τελειοποίηση, τόσο λίγο από την άλλη είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με αυτή. Η καθαρή ιδέα πνευματικής τελειότητας όμως είναι η ίδια αρκετά μεγάλη, προσφέρει αρκετή πληρότητα και εξύψωση, για να μη χρειάζεται ένα άλλο περίβλημα ή μιαν άλλη μορφή.

Η ιδέα της τελειότητας, η οποία πραγματικά δεν είναι απλώς ψυχρή ιδέα του νου, αλλά μπορεί να είναι ζεστό συναίσθημα της καρδιάς, δημιουργεί στην ύπαρξή του το πέρασμα προς τους άλλους. Γιατί και σε αυτούς υπάρχει η ίδια δυνατότητα για την απόκτηση μεγαλύτερης τελειότητας. Αυτή την τελειότητα στους άλλους μπορεί αυτός να την αναδείξει ή να την ενισχύσει.

 

Πηγή: «Ο χαρακτήρας των Ελλήνων» Βίλχελμ Φον Χουμπολντ,

εκδόσεις Κάκτος

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

KPRINT Banner
ΑΠΟΨΕΙΣ

Το ωραίο ως αναλογία πολλαπλότητας του Μανόλη Σκαρσούλη

0
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ