ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΡΕΘΥΜΝΟ

Έρχεται διετία νέων οικονομικών κρίσεων

0

ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΕΣ ΕΡΕΥΝΕΣ ΤΟΥ ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟΥ ΚΡΗΤΗΣ ΔΕΙΧΝΟΥΝ ΦΤΩΧΕΙΑ

Ιδιαίτερα ανήσυχοι και προβληματισμένοι εμφανίζονται οι οικονομολόγοι και οι ερευνητές των δεδομένων που διαμορφώνουν η επισιτιστική κρίση και η κρίση στον τομέα της ενέργειας. Οι τρέχουσες συγκυρίες, προμηνύουν ότι το 2023 θα είναι μια χρονιά, πάρα πολύ δύσκολη. Μια χρονιά κρίσης κόστους διαβίωσης!

Αναλύοντας τα δεδομένα ο Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης και μέλος του Εργαστηρίου Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης Δρ. Γεώργιος Ατσαλάκης, τόνισε, μιλώντας στην εφημερίδα «Ρέθεμνος», ότι όλες οι έρευνες που έχουν γίνει με βάση τα σημερινά δεδομένα, καταδεικνύουν πως πολλές οικογένειες θα βρεθούν μέσα σε μια δίνη πραγματικού αγώνα επιβίωσης, επισημαίνοντας, σωρεία προβλημάτων που θα προκύψουν για την χώρα μας καθώς εξαρτώμενη από τον τουρισμό, θα βρεθεί μέσα σε καταστάσεις υψηλού οικονομικού κινδύνου αφού έπεται το 2024, που αναμένεται να είναι χρονιά «στάσιμου πληθωρισμού».

Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις ερευνών, οι χώρες της Ευρώπης, λόγω των λανθασμένων πολιτικών επιλογών και χειρισμών, έχουν μπροστά τους μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο, στην οποία η φτώχεια έρχεται να κυριαρχήσει και να διαμορφώσει συνθήκες αδιανόητες για τα νοικοκυριά της Γηραιάς Ηπείρου, προφανώς και της χώρας μας.

Η ΝΕΑ ΚΡΙΣΗ ΚΑΙ Ο ΣΤΑΣΙΜΟΣ ΠΛΗΘΩΡΙΣΜΟΣ

«Δυστυχώς οι περισσότερες οικονομίες σε όλον τον κόσμο, εισέρχονται σε μια σειρά κρίσεων» δήλωσε ο Δρ. Γιώργος Ατσαλάκης για να συμπληρώσει: «Είδαμε την πρώτη κρίση το 2020 με την πανδημία, το 2021 δημιουργήθηκε η κρίση με την αύξηση των τιμών στην ενέργεια, το 2022 έχουμε την επισιτιστική κρίση και την εμφάνιση του πληθωρισμού, και σε πολλά άλλα είδη, και δυστυχώς το 2023 θα είναι ένα έτος κρίσης κόστους διαβίωσης.»

Εξηγώντας περαιτέρω, τόνισε: «Αυτό, σημαίνει ότι πολλά άτομα, μεγάλα ποσοστά των πληθυσμών, σε πάρα πολλές χώρες, θα δυσκολευτούν στη διαβίωση τους, κυρίως εξαιτίας των πολλαπλών αυξήσεων που βλέπουμε σε μια σειρά προϊόντων.»

Και ενώ τα παραπάνω αφορούν το επόμενο έτος, οι έρευνες έχουν προχωρήσει και για το 2024, το οποίο αναμένεται να είναι «χρονιά στάσιμου πληθωρισμού». Εξηγώντας, τι είναι αυτό, ο διαπρεπής καθηγητής, δήλωσε στην εφημερίδα μας τα εξής: «Σε μία άλλη έρευνα μας στο εργαστήριο, έχουμε προβλέψει, ότι το 2024 θα είναι το έτος του στάσιμου πληθωρισμού. Διότι συνυπάρχουν αυτή τη στιγμή δύο ειδών πληθωρισμοί, γεγονός, που είχαμε να το δούμε αυτό από το 1973. Και αυτοί οι πληθωρισμοί είναι ο πληθωρισμός ζήτησης και ο πληθωρισμός κόστους παραγωγής, οι οποίοι θέλουν αντίθετες ενέργειες για να μπορέσουν να τιθασευτούν. Για τον πληθωρισμό ζήτησης πρέπει να γίνει αύξηση των επιτοκίων ώστε να μειωθούν τα δάνεια, να μειωθεί το χρήμα που κυκλοφορεί, να μειωθεί η ζήτηση, για να μειωθούν οι τιμές. Ο δε πληθωρισμός κόστους παραγωγής χρειάζεται να αυξηθεί η παραγωγή, για παράδειγμα του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, για να πέσουν οι τιμές. Αλλά για να αυξηθεί η παραγωγή χρειάζονται φθηνά δάνεια και όχι δάνεια με αυξημένα επιτόκια, και είναι δύσκολο να συμβούν αυτές οι δύο ενέργειες παράλληλα, καθώς είναι αντίθετες. Αυτό στο παρελθόν, όταν συνέβη το 1973, δυστυχώς οδήγησε σε πολύ μεγάλη αύξηση των επιτοκίων, και σε πολύ μεγάλο πληθωρισμό, που οι παλιότεροι των θυμούνται, όπου στη χώρα μας είχε φτάσει στο 25%. Δεν λέμε ότι θα φτάσουμε σε τέτοια επίπεδα, λέμε ότι η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη γιατί συνυπάρχουν αυτοί οι δύο πληθωρισμοί και χρειάζεται να το λάβουμε υπόψη μας αυτό. Κυρίως να το λάβουν υπόψη αυτοί που αποφασίζουν, τόσο στη χώρα μας όσο και σε ευρωπαϊκό επίπεδο, γιατί ένα μεγάλο μέρος του πληθωρισμού που ζούμε τώρα οφείλεται σε άστοχες ευρωπαϊκές αποφάσεις, οι οποίες δημιούργησαν αύξηση της ζήτησης σε ορισμένα προϊόντα με αποτέλεσμα να εκτοξευθούν οι τιμές της ενέργειας κυρίως, που μας ενδιαφέρει περισσότερο.»

«ΘΑ ΕΙΝΑΙ ΠΟΛΛΟΙ ΟΙ ΜΗΝΕΣ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗΣ ΔΥΣΠΡΑΓΙΑΣ»

«Θα έχουμε πολλούς μήνες οικονομικής δυσπραγίας οπότε χρειάζεται να περιορίσουμε ούτως ή άλλως τα έξοδα μας, που θα περιοριστούν, εξαιτίας της αύξησης των τιμών» συνέχισε να επεξηγεί ο Δρ. Γιώργος Ατσαλάκης, αναλύοντας ως εξής: «Αν ανέβει 10% ο πληθωρισμός, είναι σαν να γίνεται μείωση του μισθού μας 10%. Αυτό θα δημιουργήσει λιγότερη ζήτηση και θα δημιουργήσει ύφεση και από ένα σημείο και μετά ενδεχομένως και ανεργία από το 2024. Επίσης υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αυτή η ακρίβεια η οποία επηρεάζει και όλες τις άλλες χώρες από όπου έρχεται ο τουρισμός μας, να επηρεάσει την επόμενη χρονιά το τουριστικό ρεύμα και να μην δούμε αυτά τα νούμερα που βλέπουμε φέτος, να είναι νούμερα ρεκόρ και να ξεπερνούν τις αφίξεις του 2019. Αυτός ο πληθωρισμός ενδέχεται να ανακόψει αυτό το κύμα ροής των τουριστών την επόμενη χρονιά καθώς όλες οι χώρες από τις οι οποίες θα εισάγουμε τον τουρισμό μας, θα αντιμετωπίσουν έναν δύσκολο χειμώνα, τόσο λόγω της ενέργειας, όσο και της αύξησης των τιμών σε βασικά καταναλωτικά προϊόντα.»

ΑΠΑΙΤΟΥΝΤΑΙ ΑΜΕΣΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ

Απαιτούνται άμεσες και αποτελεσματικές αποφάσεις, τονίζει ο διαπρεπής καθηγητής, ο οποίος επικεντρώνει στο ζήτημα της παραγωγής ενέργειας, τομέας, όπου έχουν γίνει τα πλέον τραγικά λάθη των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων.

Συγκεκριμένα είπε: «Εκείνο που πρέπει να γίνει και είναι άμεσης προτεραιότητας είναι να αυξηθεί οπωσδήποτε η παραγωγή της ενέργειας, από οποιαδήποτε πηγή αυτή τη στιγμή. Να πούμε για να γίνει κατανοητό, ότι η χώρα μας πρωτοπόρησε στο να περάσει στη παραγωγή πράσινης ενέργειας και ενώ το 2010 είχαμε παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος από λιγνίτη κατά 54%, το 2020 αυτό μειώθηκε στο 14%, δηλαδή μείωση 40% παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη. Αυτό όμως το ποσοστό δεν αναπληρώθηκε από τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, την ηλιακή και την αιολική, αλλά περίπου 20% αύξησε τη ζήτηση φυσικού αερίου καθώς αναπληρώθηκε από το φυσικό αέριο. Κάτι παρόμοιο συνέβη σε πάρα πολλές χώρες, με αποτέλεσμα να υπάρξει μεγάλη ζήτηση στο φυσικό αέριο, και οι τιμές να εκτοξευθούν πολύ πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα αυτή τη στιγμή και δίνεται ηχηρά το μήνυμα, ότι πρέπει να ξανανοίξουν τα λιγνιτωρυχεία ώστε να πέσουν οι τιμές, γιατί την πράσινη ενέργεια πραγματικά την θέλουμε όλοι μας, αλλά αν καταστραφούν τα νοικοκυριά οικονομικά, δεν θα μπορέσουν να επιβιώσουν και να αναστρέψουν αυτή την καταστροφή. Οπότε λέμε, ότι αυτό θα έπρεπε να έχει προβλεφθεί από τα ευρωπαϊκά όργανα, όταν σχεδιάστηκε διότι είναι μια απλή εξίσωση ότι όταν στρέφεις τη ζήτηση σε μία πηγή και δεν φροντίζεις να αυξηθεί η παραγωγή σε αυτή την πηγή, η τιμή θα αυξηθεί και κυρίως σε μια τέτοια αγορά όπως είναι αυτή του φυσικού αερίου και του πετρελαίου, όπου υπάρχει ένα ισχυρό καρτέλ των χωρών του ΟΠΕΚ συν της Ρωσίας, οι οποίες χώρες αρνούνται να αυξήσουν την παραγωγή προκειμένου να πέσει η τιμή, οπότε και οι χώρα μας και οι ευρωπαϊκές χώρες θα πρέπει με οποιονδήποτε τρόπο να αυξήσουν την παραγωγή ενέργειας, από άλλες πηγές, οι οποίες είναι φθηνότερες αυτή τη στιγμή.»

ΑΝΗΣΥΧΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΤΟΥΡΙΣΤΙΚΟ ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ

Όπως είναι φυσικό, οι δυσμενείς προβλέψεις για την οικονομία της επόμενης διετίας, προκαλεί εύλογη ανησυχία για το τουριστικό μέλλον της χώρας αλλά και το παρόν. Και αυτό αφορά άμεσα το Ρέθυμνο και ευρύτερα την Κρήτη.

Ο διαπρεπής καθηγητής εξηγεί: «Αυτό που ενδιαφέρει πάρα πολύ την Κρήτη, κυρίως εμάς τους κρητικούς, είναι τι θα γίνει με τον τουρισμό. Ο τουρισμός αυτή τη στιγμή έχει πάρα πολλά έσοδα. Θα γίνει και μία ημερίδα για τον τουρισμό προς το τέλος του Σεπτεμβρίου στο Ρέθυμνο και εκεί θα έχουμε περισσότερα στοιχεία να πούμε τότε. Τα κόστη, όμως, τα οποία αντιμετωπίζει η τουριστική υποδομή είναι τεράστια, με τις αυξημένες τιμές της ενέργειας και των τροφίμων και στο τέλος, δυστυχώς, δεν θα μείνει σχεδόν τίποτα σε επίπεδο χώρας γιατί το συνάλλαγμα το οποίο έρχεται, το παίρνει για να εισάγουμε φυσικό αέριο. Οπότε χρειάζεται μια σύνεση και δεν χρειάζονται ανοίγματα από μεριάς επενδύσεων και υπερβολικών δανείων, διότι ναι μεν έχουμε μια καλή χρονιά σε επίπεδο εσόδων αλλά δεν θα την έχουμε και σε επίπεδο καθαρού οφέλους.»

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ