Ένας από τους ομιλητές στην παρουσίαση του βιβλίου «οι Διαφορετικοί» του Χάρη Παπαδάκη στο Ωδείο Ρεθύμνου την Κυριακή 18 Ιανουαρίου ήταν ο δικηγόρος Θωμάς Λεχωβίτης, ο οποίος μίλησε με πολύ ζεστά λόγια τόσο για τον συγγραφέα όσο και για τον τρόπο με τον οποίο ο τελευταίος πραγματεύεται το κοινωνικό περιθώριο.
Αναλυτικά, η ομιλία του κ. Λεχωβίτη ήταν η εξής:
«Δεν είναι πολύς ο καιρός από τότε που προλόγισα στην ίδια αίθουσα το βιβλίο του συναδέλφου και φίλου μου Χάρη Παπαδάκη, «Οίκοι ανοχής στη πολιτεία της ανοχής». Αν επομένως χρειαστεί να δικαιολογήσω τη παρουσία μου σε αυτό το βήμα, για να πω δυο λόγια για την έκδοση του τελευταίου του βιβλίου «Οι Διαφορετικοί» θα κατέφευγα στην διαπίστωση της ίδιας συγκινησιακής αντίδρασης που μου επέβαλε η συγκριτική σχέση των δύο τελευταίων βιβλίων του συγγραφέα.
Ο Χάρης Παπαδάκης, τόσο στην πραγματεία του για τους οίκους ανοχής του Ρεθύμνου, όσο και σε αυτήν για τους τροζούς, ή κουζουλούς ή μπουνταλάδες της πόλης μας, διαπραγματεύεται το κοινωνικό περιθώριο. Μια κοινωνική δηλαδή ανθρωπογεωγραφία, η οποία όσο αγνοείται από την επίσημη ιστορική καταγραφή, τόσο περισσότερο ουσιαστικές πληροφορίες παρέχει στην εκ βάθους προσέγγιση της διαδρομής μιας πολιτείας. Γιατί οι περί την πόλιν οικούντες, οι εκτός των πυλών της, χρωματίζουν, τα επίπεδα ανοχής των συμβατικών κανόνων της κοινωνικής δομής της έσω -μέσα πόλης.
Αν σε κάθε περίπτωση, κάτι ιδιαίτερα με συγκινεί στα βιβλία του Παπαδάκη, είναι ότι η καταγραφή αυτού του κοινωνικού περιθωρίου, γίνεται από αυτόν με τέτοιο τρόπο, ώστε να δημιουργεί στον αναγνώστη τη βεβαιότητα, ότι την αποτολμά από θέση εκτός των πυλών της πολιτείας.
Συντασσόμενος δηλαδή γεωγραφικά - και εξ’ αυτού του λόγου ηθικά - με τον περιβάλλοντα το εντός, οικιστικό περιβάλλον της ευπρέπειας και την κανονικότητας, όχλο των αποκλινόντων και των διαφορετικών. Των αποκλειομένων δηλαδή, εκ της συμπεριφοράς τους από την αποδεκτή παραδοχή κανόνων κοινωνικής σύμπραξης, όπως αυτή μορφοποιείται κάθε φορά, υπό δεδομένες ιστορικές συνθήκες.
Είναι γι’ αυτό το λόγο που ο ίδιος, παρά την συστηματική ανάπτυξη του θέματος του τελευταίου του βιβλίου, μπαίνει στο πειρασμό, στον επίλογο του έργου του, να καταθέσει, με συγκινησιακή φόρτιση την δική του ηθική θέση. Με τέτοια μάλιστα πειθώ, ώστε να μου προκαλεί την αίσθηση ότι δια της κυκλοφορίας του βιβλίου του, αποτασσόμενος την κεϋνισιακή λογική της δικηγορικής του λειτουργίας, φιλοδοξεί τον αγιοποιημένο χαρακτηρισμό του ως δια θεόν σαλός.
Εκπλήσσει το βιβλίο, με τη βιβλιογραφία που στηρίζει τη δόμησή του. Τόσο η αναφορά στην ιστορία της ψυχικής υγείας στη Κρήτη, όσο και η συγκριτική αντιπαραβολή του τρόπου μεταχείρισης των ψυχικά πασχόντων στη Κρήτη υπό διάφορες ιστορικά εποχές ή πολιτικά καθεστώτα επίκυριαρχίας του νησιού (Βενετοκρατία - Οθωμανοκρατία, Μεγάλες Δυνάμεις, Κρητική Πολιτεία), προσφέρουν πληροφορίες εγνωσμένου κύρους στη κατανόηση του γενικού πλαισίου, υπό το οποίο επιχειρείται η ανάπτυξη του εγχειρήματος.
Η από θεολογική και θεουργική άποψη, αντιμετώπιση, δογματικά, του φαινομένου, αποκαλύπτει μια εξόχως ενδιαφέρουσα διαπίστωση σύγκλισης της Ορθοδοξίας με την Ισλαμική θρησκεία. Η κοινή εκφρασθείσα συμπάθεια τους στους ολιγόνοες, διανοητικά υστερούντες, ψυχικά πάσχοντες, τους πιστοποιεί ως κοινωνούς της θεϊκής μακαριότητας. Ως μετόχους μιας θεϊκής κλίμακας, όπου οι αξίες που επιβραβεύονται δεν είναι κατ’ ανάγκην ανάλογες, όσων χρηματιστηριακά επιβάλλονται ως κυρίαρχες.
Η αμηχανία των άλλων, υπαγορεύεται από την αδυναμία τους να κατανοήσουν την ιερή δαιμονοποίηση, αυτών των διαφορετικών, που προτείνουν το ελάχιστο ως μέτρο διεκδίκησης. Ακριβώς γιατί αποτελούν ουσία θεϊκής ύλης. Η οσιοποίηση των δια θεόν σελών, αποτελεί ύστατο δείγμα αποενοχοποίησης των κανονικών, δηλαδή των κοινωνικά αποδεκτών όταν αντιλαμβάνονται ότι αδυνατούν να συλλάβουν την επάρκεια που μόνο αυτό το ελάχιστο εξασφαλίζει στη πορεία προς τη θέωση. Εκεί, η καθημερινή βιωμένη πραγματικότητα του κατά Χάρη Παπαδάκη, διαφορετικού, είναι δύσκολα αντιλήψιμη σε σχέση με αυτήν, όσων επέλεξαν τον μοναχικό βίο. Και αυτό γιατί και στις 2 περιπτώσεις, η διαφορετικότητα ελέγχεται ως βασικά, η αποστασιοποίηση από τις κυρίαρχες κοινωνικές νόρμες. Κατ’ ανάγκην επομένως, η θέση αυτή τοποθετείται, είτε στο περιθώριο, δηλαδή στα όρια, είτε έξω από τη πολιτεία.
Οφείλω να σας ομολογήσω ότι ο τίτλος του βιβλίου του συναδέλφου μου, οι διαφορετικοί, με προβλημάτισε αρκετά. Και αυτό γιατί η λέξη, διαφορετικοί, εκτείνεται εννοιολογικά πέραν του ορισμού των ψυχικά αποκλινόντων. Μπορεί να ενσωματώσει μειοψηφίες, τελείως διαφορετικές όπως για παράδειγμα σεξουαλικής ή κοινωνικής φύσης.
Κατέληξα στην άποψη, ότι ο συγγραφέας, με την επιλογή του τίτλου συμπαρατίθεται με τη ζωή αυτών που πραγματεύεται στο βιβλίο του. Ότι αποκλείει τίτλους, όπως, οι ψυχικά νοσούντες, οι τρελλοί, οι τροζοί, οι κουζουλοί, γιατί ενσυνείδητα πιστεύει ότι πραγματεύεται ένα είδος κοινωνικής διαφοροποίησης που δεν θέλει να χαρακτηρίσει ιατρικά, δηλαδή ψυχιατρικά, αλλά να την αφήσει να αναπνέει με τον αέρα κάθε ιστορίας χωριστά. Με κοινό παρανομαστή βέβαια του κοινωνικά κατά συνθήκη, αποκλίνοντος που δεν εμποδίζει όμως τους ήρωες του να στοχεύσουν σε μια κατά θεόν ομοίωση, ή να κερδίζουν την ανοχή που υπό το κράτος της αμηχανίας αντιμετώπισης τους, εδώ μεταφράζεται ως σεβασμός, ή συμπάθεια των λοιπών.
Καταλήγοντας, πρέπει να σας καταθέσω τη γοητεία που μου άφησε, η εξιστόριση τόσων ζωών, από τα πρόσωπα που ο Χάρης Παπαδάκης, επέλεξε.
Και αυτό γιατί ο συγγραφέας με τη τρυφερότητα που μόνο συγγενής επιδεικνύει, αναλώθηκε σ’ ένα μνημολόγιο ανθρώπων που πέρασαν κάποτε από αυτή τη πολιτεία, χαρακτηρίζοντας την. Σκεφτείτε μόνο, πόσο δίκαια επιδοκιμάσθηκε η υπεροχή τους, ως διαφορετικών, έναντι όλων ημών, με αναφορές στο πρόσωπο τους, είτε από τον Χάρη Παπαδάκη, είτε για ορισμένους, παλαιότερα και από άλλους Ρεθυμνιώτες συγγραφείς. Με άλλα λόγια, το βιβλίο αυτό δεν μνημονεύει και δεν μνημολογεί, ες αεί, τη φυσική και ηθική παρουσία ανθρώπων, οι οποίοι, όσο ζούσαν, εκτός των πυλών της πολιτείας μας, δεν θα μπορούσαν να πιστέψουν ποτέ, ότι σήμερα τους μνημονεύουμε, τον καθένα χωριστά, χάρη σε αυτό το βιβλίο, που επέβαλε τη μνήμη τους για πάντα, ως προαπαιτούμενο του δικού μας αυτοπροδιορισμού;».

