Γράφει ο Δημοσιογράφος ΝΙΚΟΛΕΩΝ .Ι. ΤΣΟΥΠΑΚΗΣ
«AΡΧΕΙΑ - ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΕΣ ΚΑΙ ΕΡΕΥΝΑ ΣΤΟΝ ΚΑΙΡΟ ΤΗΣ ΚΡΙΣΗΣ»
Πολύ σημαντική ήταν η εκδήλωση που έγινε στο Εργατικό Κέντρο Ρεθύμνης την Τετάρτη στις 14 Ιανουαρίου και ώρα 8 μ.μ. με θέμα «Αρχεία, Βιβλιοθήκες και έρευνα στον καιρό της κρίσης». Και αυτό διότι σε περιόδους οικονομικής κρίσης στην Ελλάδα, την κοιτίδα του πολιτισμού, το πρώτο πράγμα που κάνουν είναι να κόβουν τα κονδύλια που αφορούν στον πολιτισμό. Στην ενδιαφέρουσα ανοιχτή συζήτηση που συντόνιζε ο Επίκουρος Καθηγητής Τουρκολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Ηλίας Κολοβός, έγινε αναφορά στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα Αρχεία, οι Βιβλιοθήκες και η Έρευνα στους χαλεπούς καιρούς που διανύουμε.
Ο Μανώλης Κουκουράκης Διευθυντής της Βιβλιοθήκης του Πανεπιστημίου Κρήτης από την πλευρά του επεσήμανε μεταξύ άλλων τις δυσκολίες που υπάρχουν, εξαιτίας του περιορισμού των οικονομικών πόρων που διατίθενται για τη συντήρηση των βιβλίων και την αντικατάσταση των περιοδικών που έχουν φθαρεί λόγω της συχνής χρήσης. Ο Καθηγητής Χρήστος Χατζηιωσήφ και Διευθυντής του Ινστιτούτου Μεσογειακών Σπουδών αναφέρθηκε στο πως και πότε δημιουργήθηκαν τα πρώτα Κρατικά Αρχεία και Βιβλιοθήκες στη Δυτική Ευρώπη και στην Ελλάδα, ενώ εστίασε στον τελευταίο νόμο περί Έρευνας και Ιστορίας που ψηφίστηκε το 2014.

ΤΑ ΓΕΝΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΤΟΥ ΚΡΑΤΟΥΣ ΚΑΙ Ο ΡΟΛΟΣ ΤΟΥΣ
Η Προϊσταμένη και μοναδική υπάλληλος των «Γενικών Αρχείων του Κράτους» Ρεθύμνης (ΓΑΚ), Διδάκτωρ Μεσαιωνικής Ιστορίας Ασπασία Παπαδάκη, είπε μεταξύ άλλων :
Το έτος 2014 συμπληρώθηκαν 100 χρόνια από την ίδρυση των Γενικών Αρχείων του Κράτους, γεγονός που γιορτάστηκε με ποικίλες εκδηλώσεις από την Κεντρική Υπηρεσία με σημαντικότερη την έκθεση που φιλοξενήθηκε στο Ίδρυμα Ευγενίδου τον περασμένο Νοέμβριο με τον τίτλο: 100 χρόνια Γενικά Αρχεία του Κράτους, 500 χρόνια ιστορίας. Πράγματι το 1914 ψηφίστηκε ο Ν. 380 «Περί της ιδρύσεως υπηρεσίας των αρχείων του κράτους» επί κυβερνήσεως Ελευθερίου Βενιζέλου χάρη στις προσπάθειες του καθηγητή Σπυρίδωνα Λάμπρου και του ιστορικού-ερευνητή Γιάννη Βλαχογιάννη. Πρώτος διευθυντής των Γενικών Αρχείων του Κράτους υπήρξε ο Γιάννης Βλαχογιάννης, ο οποίος δώρισε στα ΓΑΚ την πολύτιμη συλλογή του και πρώτος πρόεδρος της Εφορείας ο Νικόλαος Γ. Πολίτης. Στην υπηρεσία περιήλθαν τα ήδη λειτουργούντα Αρχεία των Ιονίων Νήσων, της Κρήτης και της Σάμου.
Καθοριστικός για την περαιτέρω λειτουργία και ανάπτυξη του εθνικού αρχειακού φορέα, ο οποίος ορίζει και το νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τη λειτουργία των Γ.Α.Κ. μέχρι σήμερα, υπήρξε ο Ν. 1946/1991 «Γενικά Αρχεία του Κράτους και άλλες διατάξεις». Χάρη σ’ αυτόν τα ΓΑΚ έχουν αρμοδιότητες εποπτείας και ελέγχου του συνόλου των αρχείων του δημόσιου και ευρύτερου δημόσιου τομέα, των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης, καθώς και των ιδιωτικών αρχείων. Σύμφωνα με τον νόμο αυτόν η Κεντρική Υπηρεσία διαρθρώνεται σε τμήματα και ιδρύονται Αρχεία στις έδρες εκείνων των νομών που μέχρι τότε δεν υπήρχαν, ώστε σήμερα να λειτουργούν 48 Αρχεία Νομών και 16 Τοπικά Αρχεία σε δήμους ή κοινότητες που διαθέτουν αξιόλογο αρχειακό υλικό.
Η διάρθρωση αυτή με την Κεντρική Υπηρεσία (με έδρα την Αθήνα) σε επιτελικό ρόλο και την περιφερειακή οργάνωση σε επίπεδο έδρας νομού και σε τοπικά Αρχεία επέτρεψε τον επιμερισμό των αρμοδιοτήτων και την άμεση συνεργασία με τους τοπικούς φορείς με αποτέλεσμα τη διάσωση σε μεγάλο βαθμό των αρχείων που παράγονται στον κάθε νομό και την άμεση εξυπηρέτηση του πολίτη.
Λόγω του εποπτικού και εθνικού ρόλου της Υπηρεσίας έχει προβλεφθεί η απευθείας υπαγωγή της στον εκάστοτε Υπουργό Παιδείας, γεγονός που αναδεικνύει τον ειδικό ρόλο της, ενώ προστατεύεται από ειδικό νομοθετικό πλαίσιο που την καθιστά ενιαία, αυτοτελή δημόσια υπηρεσία. Τον αναβαθμισμένο ρόλο των Γ.Α.Κ. ως σύμβουλο της Δημόσιας Διοίκησης και της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σε θέματα Αρχείων, τονίζει ειδική εγκύκλιος του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης που υπογράφηκε τον Σεπτέμβριο του 2011.
Κατά το άρθρο 9 του νόμου 1946 κύριος σκοπός των Γενικών Αρχείων του Κράτους είναι, μεταξύ άλλων, η εποπτεία, διάσωση, συγκέντρωση, συντήρηση, καταγραφή, μικροφωτογράφηση, ταξινόμηση και ευρετηρίαση του αρχειακού υλικού της χώρας και η διάθεση προς μελέτη όλων των δημόσιων και ιδιωτικών αρχείων, εγγράφων και χειρογράφων, τα οποία αναφέρονται στην ιστορία και στην πολιτιστική κληρονομιά του ελληνικού έθνους και σε ό,τι έχει σχέση με τη διοικητική, οικονομική και κοινωνική ζωή του ελληνικού κράτους.
Στους σκοπούς ανήκει και η επισήμανση και απογραφή των εχόντων ιστορικό ενδιαφέρον δημόσιων αρχείων, η επιλογή και εισαγωγή τους στα Γενικά Αρχεία του Κράτους και η προετοιμασία για τη διάθεσή τους στους μελετητές.
Η εφαρμογή του εν λόγω νόμου και στο Νομό μας οδήγησε στην ίδρυση των Γ. Α. Κ. - Αρχείων Ν. Ρεθύμνης τον Σεπτέμβριο του 1992, αφού έως τότε δεν υπήρχε αντίστοιχη αρχειακή υπηρεσία, και ως περιφερειακή υπηρεσία των Γενικών Αρχείων του Κράτους αποτελούν αυτοτελή δημόσια υπηρεσία που υπάγεται κατευθείαν στην κεντρική υπηρεσία του Υπουργείου Παιδείας, απ’ όπου και χρηματοδοτούνται. Για το ξεκίνημά τους αποσπάστηκα από τη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση όπου ανήκω οργανικά προκειμένου να οργανώσω το νεοσύστατο αρχείο, λόγω της εμπειρίας μου στα Κρατικά Αρχεία της Βενετίας και των γνώσεων μου σε θέματα αρχειονομίας και ιστορίας, και έκτοτε παρέμεινα μέχρι σήμερα.
ΤΑ ΓΕΝΙΚΑ ΑΡΧΕΙΑ ΡΕΘΥΜΝΟΥ
Κατά το πρώτο έτος της λειτουργίας της, και παρά τα υπάρχοντα κτηριακά προβλήματα, η νεοϊδρυθείσα υπηρεσία, η οποία για έξι μήνες φιλοξενήθηκε στο Δημαρχείο Ρεθύμνου, φρόντισε να γνωστοποιήσει την ίδρυση, τη λειτουργία και τους σκοπούς της. Μέσω της Νομαρχίας στάλθηκαν ερωτηματολόγια σε όλες τις Δ. Υ. και στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, ώστε να καταστεί δυνατή μια πρώτη επισήμανση των αρχείων των υπηρεσιών αυτών. Η παραλαβή των αρχείων που εντοπίστηκαν άρχισε κυρίως κατά το δεύτερο έτος λειτουργίας της υπηρεσίας και αφού πρώτα λύθηκε το πρόβλημα της στέγασης με τη μίσθωση ακινήτου.
Το αρχειακό υλικό που απόκειται στο Αρχείο του Ρεθύμνου καλύπτει το χρονικό διάστημα από το 1879 έως το 2010 και αποτελείται από τις εξής επί μέρους ομάδες:
Δημοτικά αρχεία, Δικαστικά, Διοικητικά, Εκπαιδευτικά Συμβολαιογραφικά, Υποθηκοφυλακείων Συλλογές και Αρχείο μικροταινιών.
Το ενδιαφέρον της αρχειακής υπηρεσίας στράφηκε αρχικά στη συγκέντρωση των αρχείων των δικαστικών υπηρεσιών του νομού και των Υποθηκοφυλακείων, λόγω της φύλαξής τους σε ακατάλληλους συνήθως χώρους, οπότε η μεταφορά τους ήταν επείγουσα, αλλά και λόγω της σπουδαιότητας των εγγράφων. Σημαντικό μέρος του ογκώδους αυτού αρχειακού υλικού χρονολογείται από το 1880 και εξής, ενώ μεταξύ άλλων βρέθηκαν και αρκετές δεκάδες πρωτόκολλα γραμμένα στην παλαιοτουρκική γλώσσα. Παράλληλα, έγινε και η παραλαβή συμβολαιογραφικών αρχείων που χρονολογούνται από το 1879, με αποτέλεσμα σήμερα να φυλλάσσονται στο αρχειοστάσιο μας περίπου 276.000 συμβολαιογραφικές πράξεις προερχόμενες από τα αρχεία 42 συμβολαιογράφων της πόλης και της υπαίθρου. Τόσο τα δικαστικά όσο και τα συμβολαιογραφικά αρχεία παρουσιάζουν αυξημένη ζήτηση αντιγράφων από τους απλούς πολίτες, αλλά και τους διάφορους επαγγελματίες, κυρίως δικηγόρους, συμβολαιογράφους, μηχανικούς, γεγονός που μεγαλώνει την επισκεψιμότητα του Αρχείου.
Συγχρόνως έγινε προσπάθεια εντοπισμού των αρχείων των καταργηθέντων ή συγχωνευθέντων δημοτικών σχολείων του νομού με αποστολή ειδικού ερωτηματολογίου στα λειτουργούντα σχολεία, τα οποία στην πλειοψηφία τους είναι οι σημερινοί κάτοχοι των ανενεργών αυτών αρχείων. Μετά τη συγκέντρωση των ερωτηματολογίων έγινε η παραλαβή του αρχειακού υλικού των παλαιότερων σχολικών μονάδων. Επιπλέον παρελήφθησαν τα αρχεία του καταργηθέντος Ορφανοτροφείου Ρεθύμνου και της Πρακτικής Γεωργικής Σχολής Ασωμάτων.
ΓΙΝΕΤΑΙ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΕΡΓΟ
Εξίσου σημαντικό με τις πρωτογενείς πηγές είναι και το τμήμα των μικροταινιών, που περιλαμβάνει μεγάλο μέρος του σπουδαιότατου αρχείου του Ρεθεμνιώτη λαογράφου Παύλου Βλαστού, το αρχείο της Ιεράς Μονής Πρέβελη στο σύνολό του, τις μικροταινίες από την Εθνική Βιβλιοθήκη «των Αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου» της Σόφιας, με παλαιοτουρκικό αρχειακό υλικό που χρονολογείται από το 1659 έως το 1898. Το υλικό αυτό παρουσιάστηκε σε περιλήψεις σε έκδοση του Αρχείου μας, με τίτλο Οθωμανικά δημόσια έγγραφα του Ρεθύμνου, δεδομένου ότι μεταξύ των σκοπών των Γ.Α.Κ. είναι και οι εκδόσεις περιοδικών και αυτοτελών μελετών που εξυπηρετούν τη γνώση των ιστορικών πηγών της χώρας. Στην κατηγορία αυτή των εκδόσεων ανήκει και η Κεφαλαιώδης καταγραφή αρχειακού υλικού των Γ.Α.Κ. – Αρχείων Ν. Ρεθύμνης, όπου έχουν καταγραφεί οι αρχειακές σειρές που είχαν συλλεχθεί και ταξινομηθεί έως το 2001. Τελευταία αποκτήθηκε σε ψηφιακό αντίγραφο ένα σημαντικό για την τοπική ιστορία οθωμανικό κατάστιχο από τα Κρατικά Αρχεία της Κωνσταντινούπολης, των ετών 1817-1819, το οποίο ετοιμάζεται για έκδοση.
Εξαιρετικής σπουδαιότητας υπήρξε η συμμετοχή του Αρχείου το 2008 στο έργο «Ψηφιοποίηση, επιστημονική επεξεργασία και τεκμηρίωση αρχειακών τεκμηρίων των Γ.Α.Κ.» του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Κοινωνία της Πληροφορίας». Στο πλαίσιο του έργου αυτού πραγματοποιήθηκαν περίπου 300.000 λήψεις συμβολαιογραφικών και δικαστικών αρχείων, μέρος των οποίων ύστερα από κατάλληλη επεξεργασία αναρτήθηκαν στο διαδίκτυο και συγκεκριμένα στον Αρχειομνήμονα, το ειδικό πρόγραμμα διαχείρισης αρχειακών δεδομένων που επιτρέπει με νέους και σύγχρονους όρους την επικοινωνία με το ευρύ κοινό.
Μέσα στις υποχρεώσεις των Γενικών Αρχείων είναι και η διενέργεια των εκκαθαρίσεων των σύγχρονων αρχείων των διαφόρων υπηρεσιών του νομού. Καμία δημόσια υπηρεσία δεν μπορεί να εκκαθαρίσει ή να καταστρέψει αρχειακό υλικό χωρίς την έγκριση των ΓΑΚ, στα οποία υποβάλλεται ο σχετικός πίνακας καταστρεπτέων εγγράφων. Από αυτόν επιλέγεται και παραλαμβάνεται το υλικό που θεωρείται αξιόλογο και ιστορικής σημασίας με κριτήριο πάντα τη μελλοντική ιστορική και διοικητική χρήση, ενώ για το υπόλοιπο δίδεται άδεια καταστροφής.
Τα Γενικά Αρχεία έχουν επίσης και εκπαιδευτική δραστηριότητα με το να δέχονται φοιτητές για πρακτική άσκηση, αλλά και για εκπόνηση προπτυχιακών και μεταπτυχιακών εργασιών, γι’ αυτό η ιστορική γνώση είναι απαραίτητη προϋπόθεση στους εργαζόμενους στις αρχειακές υπηρεσίες και για τον πρόσθετο λόγο της επιστημονικής βοήθειας και καθοδήγησης των ερευνητών και των φοιτητών που προσέρχονται στα ΓΑΚ.
Η συμμετοχή σε ερευνητικά προγράμματα σε συνεργασία με άλλους επιστημονικούς φορείς είναι μεταξύ των ενδιαφερόντων της αρχειακής υπηρεσίας. Ήδη υπήρξε συνεργασία το διάστημα 2003-2006 με το Ινστιτούτο Μεσογειακών Σπουδών στο Πρόγραμμα «Η πόλη στους νεότερους χρόνους», με υπεύθυνο τον καθηγητή Χρήστο Λούκο. Ακόμη βρίσκεται στο στάδιο της υλοποίησης ένα άλλο πρόγραμμα για την αξιοποίηση των συμβολαιογραφικών πράξεων που χρονολογούνται από το 1890.
ΕΛΛΕΙΨΗ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ
Παρά τις εκτεταμένες αρμοδιότητες της Υπηρεσίας μας το σημαντικότερο πρόβλημα ήταν πάντα η έλλειψη προσωπικού, αν σκεφτεί κανείς ότι στα 23 χρόνια λειτουργίας της μόνο τα 9 υπήρξε δεύτερος υπάλληλος, και μόλις για 2 χρόνια και τρίτος· όλοι βέβαια αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί, φιλόλογοι στην ειδικότητα. Η μοναδική αρχειονόμος που διορίστηκε το 2009 με τον ΑΣΕΠ ουδέποτε εργάστηκε εδώ, παίρνοντας κατευθείαν απόσπαση. Όμως η υποστελέχωση είναι το βασικότερο πρόβλημα όλων των αρχειακών υπηρεσιών της χώρας, δεδομένου ότι το προσωπικό των Γ.Α.Κ. αποτελούν περίπου 150 μόνιμοι υπάλληλοι, συνεπικουρούμενοι από τους αποσπασμένους εκπαιδευτικούς, οι οποίοι ετησίως δεν ξεπερνούν συνολικά τα 100 άτομα.
Οι αποσπασμένοι εκπαιδευτικοί πρέπει να διαθέτουν ειδικά προσόντα σχετικά με το αντικείμενο της εργασίας τους στα Γενικά Αρχεία και εξαιτίας του ότι επιτελούν τις πάγιες αρχειονομικές εργασίες, ειδικά μετά την κατάργηση των θέσεων των αρχειονόμων. Τον Μάρτιο του 2012 καταργήθηκαν οι 101 κενές οργανικές θέσεις αρχειονόμων, οι πιο νευραλγικές θέσεις για τα ΓΑΚ, σ’ εφαρμογή του πολυνομοσχεδίου 4024/2011.
Επίσης τα τελευταία χρόνια αποσπώνται εκπαιδευτικοί ειδικοτήτων άσχετων με τα ΓΑΚ, πράγμα που αλλοιώνει το επιστημονικό προφίλ τους κι επιβραδύνει το επιτελούμενο έργο, ενώ απομακρύνθηκαν εκπαιδευτικοί που επί σειρά ετών πρόσφεραν τις ικανότητες και τις γνώσεις του για να στηρίξουν τις αρχειακές υπηρεσίες. Υφίσταται επιπλέον και το ζήτημα της μη δίκαιης κατανομής των αποσπάσεων ανά την Ελλάδα, παρά την εισήγηση της Εφορείας των Γενικών Αρχείων, του άμισθου επιστημονικού οργάνου που εποπτεύει την αρχειακή υπηρεσία και είναι υπεύθυνο για τη χάραξη της εθνικής αρχειακής πολιτικής. Υπάρχουν Αρχεία, όπως και το δικό μας, που λειτουργούν αποκλειστικά με αποσπασμένους εκπαιδευτικούς, και όπως έδειξε η πρόσφατη περιπέτειά του, κινδυνεύουν να αναστείλουν ανά πάσα στιγμή τη λειτουργίας τους με την ανάκληση των αποσπάσεων.
ΤΑ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΑ ΤΩΝ ΓΑΚ
Άλλο εξίσου σοβαρό πρόβλημα είναι και η στέγαση των ΓΑΚ. Τα περισσότερα στεγάζονται σε μισθωμένα κτήρια, τα οποία συνήθως δεν επαρκούν εξαιτίας της αυξημένης εισαγωγής αρχειακού υλικού από υπηρεσίες που έκλεισαν, συγχωνεύθηκαν ή άλλαξαν με νεότερα νομοθετικά διατάγματα, όπως π.χ. οι οργανισμοί τοπικοί αυτοδιοίκησης με τον «Καλλικράτη» ή τα δημοτικά σχολεία. Ούτε τα κτήρια αυτά είναι κατάλληλα διαμορφωμένα και εξοπλισμένα για να καλύψουν τις σύγχρονες απαιτήσεις, με αναγνωστήρια, ηλεκτρονικούς υπολογιστές για το κοινό, ελεύθερη πρόσβαση στο διαδίκτυο, κ.ά. Γίνεται βέβαια προσπάθεια να βρεθούν και να αξιοποιηθούν δημόσια κτήρια που έμειναν κενά μετά από καταργήσεις υπηρεσιών, ώστε να μειωθεί το κόστος των μισθωμάτων από τον προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας. Σε όλα αυτά προστίθεται τα τελευταία χρόνια και η περιορισμένη χρηματοδότηση, λόγω των δύσκολων εποχών που διανύομε, με την οποία καλύπτονται σχεδόν αποκλειστικά οι ανελαστικές δαπάνες κάθε υπηρεσίας.
Οι περιφερειακές αρχειακές υπηρεσίες λειτουργούν αποτελεσματικά επί σειρά ετών παρά το ολιγάριθμο προσωπικό και τις περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, και όπως πληροφορήθηκα πρόσφατα πέρασαν με επιτυχία την εξωτερική αξιολόγηση που πραγματοποιήθηκε το 2014. Ευελπιστώ ότι το γεγονός αυτό θα συμβάλει στο να αποφευχθεί η συγχώνευση ή και τυχόν κατάργηση υπηρεσιών των ΓΑΚ, που ήταν μέσα στις προθέσεις του πολυνομοσχεδίου 4024/2011.
Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω ότι σε μια εποχή κατά την οποία η ελεύθερη πρόσβαση στην πληροφόρηση αποτελεί θεμελιώδες δημοκρατικό δικαίωμα του πολίτη, τα Γενικά Αρχεία του Κράτους δεν φυλάσσουν απλώς έγγραφα, αλλά διαχειρίζονται σημαντικές πληροφορίες, διαδραματίζουν ιδιαίτερο ρόλο στους τομείς της ιστορικής έρευνας, της πολιτιστικής δράσης, της διοικητικής πληροφόρησης και της εξυπηρέτησης του πολίτη, κατοχυρώνοντας παράλληλα το έννομο συμφέρον του. Γι’ αυτό θα πρέπει να στελεχωθούν με το κατάλληλο επιστημονικό προσωπικό, να διασφαλιστεί ο δημόσιος χαρακτήρας τους και να τύχουν της αρμόζουσας προς το επιτελούμενο έργο τους αντιμετώπισης από την πολιτεία.
Η συζήτηση ήταν τόσο ενδιαφέρουσα που κράτησε μέχρι αργά, ενώ όλοι έφευγαν από την αίθουσα σοφώτεροι, καθώς διεπίστωναν πόσο απαραίτητη είναι η ανάδειξη, συντήρηση και μελέτη Αρχείων και Βιβλιοθηκών για την ιστορία του τόπου, την εθνική μας συνείδηση και αξιοπρέπεια. Τούτο δε καθίσταται ακόμη πιο αναγκαίο σε μια εποχή που όλα ευτελίζονται και μετατρέπονται σε ‘ευρώ’ , λογαριασμούς και άψυχες αριθμητικές μονάδες, καθώς πρέπει να ξαναγίνουμε άνθρωποι με καρδιά, άποψη, κρίση και προσωπικότητα.


