ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΓΡΟΤΙΚΑ

Υπόθεση για λίγους η αγροτική παραγωγή, ρευστή η εικόνα των αγορών, κρίσιμες οι επιλογές των εαρινών

0

Μαζί µε τους παλιούς οργανωµένους παραγωγούς, έχουν µπει στη καλλιέργεια καινούριοι που παρασύρθηκαν από το εντυπωσιακό ράλι, που σηµείωσε η ευρωπαϊκή και παγκόσµια αγορά κατά τη διάρκεια του φθινοπώρου. Σε κάθε περίπτωση, και οι δύο περιπτώσεις έχουν µπει µε σαφώς αυξηµένα κόστη παραγωγής, που σύµφωνα µε το ρεπορτάζ µπορεί να υπερβαίνουν µεσοσταθµικά στο σύνολό τους το 45% από εκείνα µιας συνηθισµένης χρονιάς. Υπό αυτή την έννοια, αν η αγορά αποτύχει στο να διατηρηθεί στα υψηλά του εύρους τιµών, οι ζηµιές που θα αφήσει πίσω της η νέα καλλιεργητική περίοδος, θα µεταφέρει νέα οικονοµικά βαρίδια στις αγροτικές εκµεταλλεύσεις της χώρας.

Μέχρι στιγµής η ζυγαριά των ενδείξεων γέρνει υπέρ της διατήρησης της αγοράς στα υψηλά, κάτι που εφόσον επικυρωθεί από την πραγµατικότητα θα αποζηµιώσει όσους πήραν το ρίσκο της σποράς σκληρού σίτου µε πρόθεση να ανταποκριθούν στο ακέραιο στις καλλιεργητικές απαιτήσεις που συνεπάγεται. Αυτό µε την υποσηµείωση πάντως, ότι λόγω του υψηλού κόστους φέτος, τα περιθώρια θα είναι περισσότερο οριακά.

Μεταφέρεται στα όσπρια το παραγωγικό βραχυκύκλωµα

Αν στο σκληρό τα τωρινά δεδοµένα αφήνουν περιθώρια για εφησυχασµό στους παραγωγούς, δεν ισχύει το ίδιο στην περίπτωση των οσπρίων, που εν πολλοίς έρχονται να συµπληρώσουν το πλάνο αµειψισποράς. Για τους οργανωµένους παραγωγούς, τα πράγµατα είναι χειρότερα πάντως, αφού αν και τα υψηλά κόστη παραγωγής είναι οριζόντια σε όλα τα πεδία της αγροτικής δραστηριότητας, δεν ισχύει το ίδιο για τις τιµές που πληρώνει η αγορά. Στην περίπτωση της φακής, καταγράφεται περιορισµός των εκτάσεων, πλην των παραγωγών που δεσµεύονται από τη συµµετοχή τους σε οµάδες παραγωγών. Ενόψει των εαρινών σπορών στα φασόλια, το διακύβευµα εξακολουθεί να υφίσταται, αφού το υψηλό κόστος και ο υψηλός ανταγωνισµός από τις εισαγωγές, αφήνουν λίγα περιθώρια διαµόρφωσης υψηλότερων κορυφών. Παραγωγοί µε µεγάλο τονάζ εξετάζουν πλέον το ενδεχόµενο της τυποποίησης προκειµένου να αυξήσουν το οικονοµικό αποτύπωµα της καλλιέργειας, αφού παρά την τρέχουσα συγκυρία, φαίνεται ότι η καλλιέργεια αποκτά όλο και µεγαλύτερο ενδιαφέρον σε ορίζοντα δεκαετίας, όπως αποτυπώνει και σχετική µελέτη της Κοµισιόν που θέλει την παραγωγή τους να αυξάνεται κατά 33% ως το 2031.

Επιστρέφοντας στο σκληρό, όπου ήδη διακρίνονται κάποιες κατευθύνσεις για τη δυναµική της αγοράς, στα θεµελιώδη που διαµορφώνονται, τα εξαιρετικά περιορισµένα αποθέµατα στην εγχώρια και ιταλική αγορά, είναι το µόνο βέβαιο. Ήδη στην Ιταλία εκφράζονται ανησυχίες που σχετίζονται µε την απρόσκοπτη λειτουργία της βιοµηχανίας ζυµαρικών, η οποία δυσκολεύεται να εξασφαλίσει τις πρώτες ύλες που θα ήθελε προκειµένου να επιχειρήσει µια αποκλιµάκωση του κλίµατος στις αγορές. Υποστηρικτικά λειτουργεί και το γεγονός ότι η εν λόγω αγορά δεν υπάγεται στα κερδοσκοπικά παιχνίδια που φαίνεται ότι αναπτύσσονται σε άλλα αγροτικά εµπορεύµατα που διαπραγµατεύονται χρηµατιστηριακά. Με άλλα λόγια, το µαλακό σιτάρι και το βαµβάκι διαµορφώνουν αγορές περισσότερο εκτεθειµένες στις κινήσεις των funds που δεν έχουν καµία παρουσία στην φυσική διάσταση της αγροτικής οικονοµίας. Εδώ έγκειται και ο λόγος για τον οποίο στο άκουσµα της νέας µετάλλαξης του κορωνοϊού, ενώ οι τιµές σε βαµβάκι και µαλακό σιτάρι παρουσίασαν µια κατακόρυφη διόρθωση, το σκληρό έµεινε αµετάβλητο, µε τη Φότζια, στις τελευταίες συνεδρίες του 2021 να γράφει κέρδη της τάξης των 3 ευρώ ο τόνος (543 ευρώ ο τόνος τιµή αποθήκης εµπόρου για την α’ ποιότητα).

Η προβληµατική πάντως γύρω από την αγορά σκληρού σίτου, δεν περιορίζεται στα σύνορα της ελληνικής επικράτειας. Ήδη από την Ιταλία καταφθάνουν τα πρώτα σηµάδια βραχυκυκλώµατος των παραγωγών µπροστά στην υφιστάµενη κατάσταση, µε τις πρώτες ενδείξεις να δίνουν τις πρώτες υποσχέσεις για µικρή παραγωγή το ερχόµενο καλοκαίρι.


Πρώτες ενδείξεις για µικρή ιταλική παραγωγή σκληρού το 2022

Συγκεκριµένα, µε τον ∆εκέµβριο να τελειώνει, οι σπορές στην γειτονική Απουλία βρίσκονται µόλις στο 10%, αφού το βροχερό φθινόπωρο δεν άφησε πολλά περιθώρια στους Ιταλούς παραγωγούς να µπουν στα χωράφια. Πλέον, αρκετοί βλέπουν ότι και οι τιµές στις εισροές είναι αρκετά υψηλές, µε τα ιταλικά Μέσα να περιγράφουν µια κατάσταση που θέλει µερίδα παραγωγών να περιορίζουν σηµαντικά τις εκτάσεις τους, µη θέλοντας να πάρουν το ρίσκο µιας ακριβής καλλιέργειας που η αγορά ενδέχεται να µην αποπληρώσει το 2022.

Το ρίσκο έγκειται και στις καιρικές συνθήκες, αφού οι καθυστερηµένες σπορές προϋποθέτουν έναν ευνοϊκό ανοιξιάτικο καιρό προκειµένου να µπορέσει η καλλιέργεια να αναπτυχθεί οµαλά. Σηµειώνεται ότι η παραγωγή του Καναδά, ενδέχεται να αποδειχθεί µικρότερη των αρχικών εκτιµήσεων, ενώ στο µέτωπο του καιρού, το φαινόµενο La Nina που επαναλαµβάνεται φέτος, δεν αποκλείεται να εκθέσει και την επερχόµενη σοδειά σκληρού σίτου σε ακραία καιρικά φαινόµενα στη Βόρεια Αµερική.


Ρίσκο η νέα σπορά στο καλαμπόκι που μπαίνει ξανά δυνατά στο χάρτη

Κρίσιµη προδιαγράφεται η νέα χρονιά για το µέλλον που θα έχει η καλλιέργεια καλαµποκιού στην Ελλάδα αφού ενόψει των εαρινών σπορών οι παραγωγοί καλούνται να συνυπολογίσουν από τη µία το κίνητρο των υψηλών τιµών και από την άλλη το υψηλό κόστος µιας καλλιέργειας µε υψηλές απαιτήσεις σε εισροές και εφόδια.

Πρόκειται για µια καλλιέργεια που είχε απογοητεύσει αρκετούς, όσο για πολλά χρόνια απέδιδε οριακά οικονοµικά αποτελέσµατα για τους παραγωγούς, όταν οι τιµές πιέζονταν κάτω από τα 14 λεπτά το κιλό πάνω στα αλώνια, για να προσεγγίσει τα 20 λεπτά όταν πλέον το µεγάλο τονάζ βρισκόταν στα χέρια εµπόρων. Φέτος η αγορά ακολούθησε το µοτίβο που υπαγόρευσε ο διεθνής υπερκύκλος στα αγροτικά commodities µε τα αλώνια να ξεκινούν πέριξ των 23 µε 24 λεπτών το κιλό για να κορυφωθεί η αγορά κοντά στα 30 λεπτά το κιλό στις αρχές ∆εκεµβρίου.

Η εξέλιξη αυτή έβαλε ξανά στο παιχνίδι το καλαµπόκι που ξεχώρισε δυναµικά από τον χάρτη καλλιεργειών της χώρας. Ωστόσο το ερωτηµατικό γύρω από τη διάρκεια της ανόδου διαµορφώνει µια παγίδα µε µεγάλο οικονοµικό διακύβευµα για όσους παραγωγούς εξετάζουν την εναλλακτική του καλαµποκιού την ερχόµενη Άνοιξη.

Τα δεδοµένα από τις παγκόσµιες προοπτικές για την αγορά καλαµποκιού το 2021-2022, σύµφωνα µε έκθεση του USDA, αφορούν ελαφρά υψηλότερη παραγωγή, ενισχυµένο εµπόριο και χαµηλά αποθέµατα. Πιο συγκεκριµένα, η παγκόσµια παραγωγή αναθεωρήθηκε ανοδικά σε 1.208,7 εκατ. τόνους (+4,1 εκατ. τόνους σε σχέση µε την προηγούµενη πρόβλεψη), προερχόµενη από αναθεωρηµένη πρόβλεψη στην παραγωγή της Ουκρανίας και της ΕΕ, αντισταθµίζοντας την αναµενόµενη µείωση καλαµποκιού στην Κίνα. Το παγκόσµιο εµπόριο εκτιµάται υψηλότερα σε 192,7 εκατ. τόνους (+2,4 εκατ. τόνους σε σχέση µε την πρόβλεψη Νοεµβρίου), µε τις εξαγωγές καλαµποκιού της Ουκρανίας να αναθεωρούνται ανοδικά (+1 εκατ. τόνους σε 32,5 εκατ. τόνους), όπως και της Ε.Ε. (+0,5 εκατ. τόνους σε 4,9 εκατ. τόνους), και τις εισαγωγές καλαµποκιού στην Κίνα να προβλέπονται χαµηλότερες. Η παγκόσµια χρήση του καλαµποκιού στην εφοδιαστική αλυσίδα (τρόφιµα, σπόροι, βιοµηχανική χρήση) παρέµεινε στις εκτιµήσεις του προηγούµενου µήνα. Οι τιµές του καλαµποκιού διατήρησαν τις θετικές αποδόσεις, βοηθούµενες από τα στοιχεία που έδειξαν ισχυρότερη ζήτηση για τις αµερικανικές εξαγωγές και από τις ανησυχίες για τις ξηρές καιρικές συνθήκες σε Αργεντινή και Νότια Βραζιλία. Παράλληλα, ο µετριασµός των ανησυχιών για τη µετάλλαξη Όµικρον πιθανά να µην εκτροχιάσει τη ζήτηση, ευνοώντας περαιτέρω θετικά στην τιµή του.

agronews.gr

 

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ