Καμπανάκι για τη μείωση των βροχοπτώσεων και τη σωστή διαχείριση του νερού
Ο διευθυντής ερευνών του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών ο Ρεθεμνιώτης Κώστας Λαγουβάρδος μιλάει για το όλο και αυξανόμενο φαινόμενο της αφρικανικής σκόνης, το ερευνητικό πρόγραμμα που ετοιμάζεται, αλλά και τις συνέπειες στον άνθρωπο. Επίσης αναφέρθηκε στην απαραίτητη διαχείριση του νερού, λόγω των μειωμένων βροχοπτώσεων και της χαμηλής χιονοκάλυψης
Συνέντευξη: Σταύρος Ρακιντζής
Πείτε μας για το ερευνητικό πρόγραμμα σχετικά με την αφρικανική σκόνη
«Η αφρικανική σκόνη είναι μεγάλο θέμα το οποίο αντιμετωπίζουμε κυρίως την άνοιξη στην Κρήτη αλλά και σε βορειότερες περιοχές. Αυτό που ξεκινάμε τώρα με συναδέλφους του Πανεπιστήμιου του Βερολίνου, είναι να γίνουν μετρήσεις ποιότητας της σκόνης, αλλά και μετεωρολογικές μετρήσεις. Δηλαδή, εμείς ως μετεωρολόγοι θα συνδράμουμε την επιστημονική ομάδα των Γερμανών συναδέλφων, βάζοντας σταθμούς σε κάποια σημεία που θα επιλεγούν από κοινού. Ωστόσο, ήδη έχουν βάλει κάποιες παγίδες, έτσι τις λένε, που μαζεύουν σκόνη σε κάποια σημεία κοντά στους σταθμούς που έχουμε. Θέλανε όμως, και αυτό είναι το νέο σχέδιο που ελπίζουμε να ξεκινήσει το φθινόπωρο, να μπορέσουν να μπουν και σε σημεία με μεγαλύτερο υψόμετρο. Οι ξένοι επιστήμονες θα αναλύουν και τη σύσταση της, θα δουν τι περιέχει και από πού προέρχεται.»
Αυτό πότε θα γίνει και πότε θα ξεκινήσει το πρόγραμμα;
«Λογικά τον Σεπτέμβριο, από εμάς είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα μπουν οι σταθμοί.»
Τι επιπλέον θα μάθουμε από τη συγκεκριμένη έρευνα;
«Θα το κάνουν πιο συστηματικά για να δούνε ακριβώς, τι περιέχει και από ποιες περιοχές προέρχεται. Πρέπει να καταλάβουμε τι συμβαίνει, γιατί όλο και πιο συχνά τα επεισόδια σκόνης.
Πρέπει να το δούμε, γιατί παλαιότερα δεν είχαμε μετρήσεις. Τα τελευταία 100 χρόνια οι θερμοκρασίες έχουν μεταβληθεί. Πρέπει να δούμε τη συχνότητά τους και την έντασή τους. Άρα, μας ενδιαφέρει και τι ποσότητα μεταφέρουν. Το πρόγραμμα έγκαιρης προειδοποίησης που έχουμε κάνει σε συνεργασία με το δήμο Ρεθύμνου, περιλαμβάνει, πέρα από τους μετρολογικούς σταθμούς και τους σταθμούς για τη στάθμη στα ρέματα και δύο σταθμούς για την ποιότητα του αέρα, στο Ρέθυμνο στο Δημαρχείο και στο Άδελε, στο κτίριο του δήμου.»
Από τη γνώση που έχουμε μέχρι τώρα, τι είναι αυτή η σκόνη τελικά;
«Το μεγαλύτερο μέρος της σκόνης που μεταφέρεται είναι από τη Σαχάρα και επηρεάζει όχι μόνο εμάς, αλλά και την κεντρική Μεσόγειο. Ορισμένες φορές πάει και πάρα πολύ ψηλά. Είχαμε ένα επεισόδιο τον Απρίλιο, το οποίο επηρέασε την κεντρική Μεσόγειο και έφτασε μέχρι τη Σκανδιναβία, μέχρι την Εσθονία, μέχρι τη Βαλτική θάλασσα. Σε ορισμένες περιπτώσεις μεταφέρεται πάρα πολύ βόρεια. Με μικρότερες συγκεντρώσεις, βέβαια. Έχουμε δει και στις Άλπεις, το χιόνι να έχει πάρει αυτό το χαρακτηριστικό χρώμα. Δυστυχώς είναι ένα θέμα που πρέπει να δούμε πόσο πιο συχνά γίνεται και πόσο πιο βόρεια πηγαίνει. Έχουμε όμως σε πολύ μεγάλο βαθμό και μετρήσεις και εκτιμήσεις και μοντέλα που μας επιτρέπουν να παρακολουθούμε όλες αυτές τις αλλαγές.»
Πως παράγεται η σκόνη;
«Άμμος είναι. Στις περισσότερες περιπτώσεις, δεν είναι κάτι επικίνδυνο, αλλά μπορούν να μεταφερθούν και άλλα πράγματα.»
Πολλοί λένε ότι προέρχεται από σημεία εναπόθεσης απορριμμάτων, αποβλήτων, χημικών.
«Θα μπορούσε να είναι κι αυτό. Γιατί όταν η σκόνη σηκώνεται από τεράστιες περιοχές. Δεν είναι όλες αγνές και καθαρές περιοχές. Έρημος δηλαδή. Υπάρχουν και άλλες χημικές ενώσεις, οι οποίες πρέπει να περιέχονται μέσα.»
Παρατηρείται μία αύξηση ή ένταση του φαινομένου σε σχέση με προηγούμενα χρόνια; Αυτό θα προσπαθήσει να αναζητήσει το πρόγραμμα;
«Ακριβώς και όχι μόνο αυτό το πρόγραμμα. Όλες τις μετρήσεις που κάνουμε κι αυτές που έχουμε στο Ρέθυμνο κι άλλες που γίνονται από το Πανεπιστήμιο Κρήτης, σε άλλα σημεία της Κρήτης και μέσα στην ηπειρωτική χώρα. Υπάρχει μάλιστα μία τάση να εμφανίζονται συχνότερα και μέσα στο χειμώνα.
Ξέρετε, οι ήπιοι χειμώνες, που σημαίνουν νοτιάδες, υψηλές θερμοκρασίες, ευνοούν τη μεταφορά σκόνης, ακόμα και σε περιόδους που δεν είχαμε τόσο συχνά. Γιατί είναι η άνοιξη, είναι η εποχή που έχουμε κυκλοφορία στην Βόρεια Αφρική, που μεταφέρει αυτή τη σκόνη. Αλλά αρχίζουμε να το βλέπουμε και λόγω της κλιματικής αλλαγής και εκτός εποχής.»
Έχει σοβαρές συνέπειες στην υγεία των ανθρώπων.
«Δεν είναι κάτι μολυσματικό αυτό που μεταφέρεται. Αλλά τα σωματίδια αυτά, τα μικρά, είναι επιβαρυντικά για την υγεία, ανθρώπων ειδικά που έχουν προβλήματα.»
Η Κρήτη είναι η πρώτη περιοχή, που δέχεται τη σκόνη. Αυτό, βέβαια, είχε να κάνει και με την κατεύθυνση και με τα σημεία από τα οποία σηκώνεται η σκόνη στην Αφρική.
«Υπάρχουν επεισόδια που επηρεάζουν τη δυτική και την κεντρική Μεσόγειο. Αλλά αν επηρεαστεί η ανατολική Μεσόγειος, ακριβώς λόγω της γεωγραφικής θέσης, η πρώτη περιοχή που δέχεται τη σκόνη είναι η Κρήτη. Αλλά φτάνει και ψηλότερα. Και στο τελευταίο επεισόδιο που είχαμε την περασμένη εβδομάδα, είχαμε σκόνη σε όλη τη χώρα, όχι σε τόσο υψηλές συγκεντρώσεις στο έδαφος, αλλά υπήρχε αυτό το έντονο πέπλο και το χρώμα του ουρανού.»
Ωστόσο πλέον έχουμε όμως και τα εργαλεία να μας προειδοποιήσουν.
«Στο Αστεροσκοπείο έχουμε ένα μοντέλο που προβλέπει τη μεταφορά σκόνης, που είναι πάρα πολύ σημαντικό. Αυτά τα εργαλεία τα έχουμε τα τελευταία 15 χρόνια. Πριν δεν μπορούσαμε να προβλέψουμε τη μεταφορά σκόνης, αλλά ούτε και να μετρήσουμε. Οι αισθητήρες υπήρχαν σε πολύ μικρότερο αριθμό. Επίσης, από δορυφορικές μετρήσεις, να δούμε προς πού πηγαίνει η σκόνη κι αυτά είναι σχετικά πρόσφατα και γίνονται όλο καλύτερα αυτά τα εργαλεία.»
Πάντως, εκτός από τη σκόνη, αυτό το οποίο μας προβληματίζει είναι οι βροχές και τα χιόνια. Δεν είχαμε ούτε τις απαιτούμενες βροχές, ούτε την απαιτούμενη ποσότητα του χιονιού.
«Αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο θέμα και όχι μόνο για την Κρήτη, για όλη τη χώρα. Αυτό που διαπιστώνουμε είναι το εξής. Κοιτώντας τα τελευταία 30 χρόνια, γιατί εδώ έχουμε πολλές μετρήσεις, διαπιστώνουμε και από δορυφόρους και από επίγεια συστήματα, ότι οι βροχές στη χώρα μας έχουν μια σταθερή τάση. Με κακές και καλές χρονιές βέβαια. Τώρα διανύουμε δύο κακές χρονιές βροχομετρικά. Αυτό όμως που μειώνεται πολύ σημαντικά αυτά τα 30 χρόνια και ειδικά την τελευταία δεκαετία είναι η χιονοκάλυψη και το χιόνι. Ακριβώς λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας περιορίζεται η ποσότητα και ο όγκος και η έκταση του χιονιού και είναι πάρα πολύ σημαντικό το κομμάτι του υδρολογικού κύκλου το χιόνι, γιατί το αργό λιώσιμό του τέλος της άνοιξης, αρχές του καλοκαιριού, τροφοδοτεί πολύ πιο ομαλά τους υδροφόρους ορίζοντες από μια ισχυρή βροχή.
Η έλλειψη του χιονιού είναι κάτι το οποίο πρέπει να το δούμε. Δεν πρέπει να κοιτάμε, μόνο τι βροχή έγραψαν τα 30-40-50 βροχόμετρα σε μια περιοχή στην Κρήτη, αλλά και τι γίνεται και με το χιόνι. Για μένα είναι πάρα πολύ σημαντικό κομμάτι του υδρολογικού κύκλου και σας είπα, εκεί φαίνεται πολύ έντονα η το αποτύπωμα της κλιματικής αλλαγής. Λόγω της αύξησης της θερμοκρασίας που περιορίζεται και η έκταση του χιονιού και το ύψος και ο όγκος του χιονιού.»
Αυτό επηρεάζει και την κατανάλωση του νερού οπωσδήποτε, αλλά και γενικότερα τη φύση και την αγροτική και την κτηνοτροφική παραγωγή. Είναι μια σειρά από φαινόμενα τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπίσουμε και θα πρέπει να χτυπήσουν καμπανάκια.
«Εμείς αυτό κάνουμε. Χτυπάμε καμπανάκια ότι υπάρχουν αλλαγές, σας είπα ειδικά στο χιόνι, αλλά δεν πρέπει να μιλάμε μόνο για το τι μας δίνει η φύση, βροχή, χιόνι. Πρέπει να δούμε και από την άλλη πλευρά της ζυγαριάς. Τι καταναλώνουμε και τι μπορούμε να κάνουμε από εκεί. Για παράδειγμα, η Ανατολική και η Νότια Κρήτη είναι ξηρά μέρη και κακές χρονιές όπως οι δύο τελευταίες επιτείνουν το πρόβλημα. Απ' την άλλη όμως η ζήτηση για νερό σε αυτές τις περιοχές τα τελευταία 20 χρόνια έχει εκτοξευθεί. Δείτε πόσα σπίτια, πόσες εξοχικές κατοικίες, ξενοδοχεία και πισίνες υπάρχουν σήμερα και πόσα πριν από 20 χρόνια.»
Ακόμα και το ίδιο νερό να μας έδινε η φύση χωρίς καμία αλλαγή. Το ίδιο χιόνι να μας έδινε, όταν ζητάμε περισσότερο προφανώς είναι ένα θέμα.
Οι αρχές το έχουν δει;
«Δε νομίζω. Το αφήνουν για τους επόμενους μάλλον κι αυτό είναι το πρόβλημα. Η αγροτική παραγωγή επίσης είναι πολύ μεγάλος καταναλωτής νερού, παγκοσμίως αλλά και στην Ελλάδα. Κι εκεί πρέπει να δούμε πώς θα μπορέσουμε να κάνουμε καλύτερη χρήση νερού. Προφανώς θέλουμε αγροτική παραγωγή, να δούμε όμως καλύτερους τόπους ποτίσματος.
Οι διαρροές επίσης που υπάρχουν στο δίκτυο, είναι μεγάλο θέμα.
Όλοι μαζί, μετεωρολόγοι, κλιματολόγοι, μηχανικοί, γεωπόνοι, άνθρωποι του τουρισμού, πρέπει να καθίσουν όλοι μαζί και να το δουν.
Το 2024, όλο το χρόνο, είχαμε σαν Αστεροσκοπείο 65 σταθμούς στην Κρήτη. Το Ασκύφου, που ήταν και το πιο βροχερό σημείο της χώρας μας το 2024, είχε πάνω από 2.400 χιλιοστά βροχής όταν αντίστοιχα στο πεδινό Λασίθι είχαμε 250. Δηλαδή, το ένα δέκατο της βροχής. Η κατάσταση είναι καλύτερη στο Οροπέδιο, αλλά γενικά υπάρχουν πολλές διαφορές, ορεινών, πεδινών και κυρίως δυτικής και ανατολικής Κρήτης.
Είχαμε μια πολύ καλή χρονιά το 2019, με καταστροφές βέβαια, αλλά τα τελευταία δύο με τρία χρόνια οι βροχές είναι κάτω από τα κανονικά.»
Μπορούμε να κάνουμε μια πρόβλεψη τι θα γίνει η φέτος;
«Μακροπρόθεσμα, δεν μπορούμε να το κάνουμε. Ελπίζουμε να έχουμε έναν καλύτερο χειμώνα μπροστά μας, σε όλη τη χώρα και χιόνια και βροχές, για να μπορέσουμε έτσι να μην έχουμε θέματα. Από την περίπτωση του 2019 και το πόσο η κλιματική αλλαγή μας εκπλήσσει, είναι ότι τέσσερα χρόνια μετά, είδαμε ακόμα μεγαλύτερα ύψους βροχής, σε μια άλλη περιοχή, στη Θεσσαλία. Τώρα το ερώτημα που μπαίνει είναι, θα δούμε κάτι χειρότερο, σύντομα. Ελπίζουμε όχι. Κλιματική αλλαγή υπάρχει, το βλέπουμε στα στοιχεία, που έχουμε τα τελευταία 30 χρόνια.
Δεν κοιτάμε δύο-τρία χρόνια, γιατί μπορεί να είναι πολύ ζεστά, πολύ κρύο, οτιδήποτε. Τα τελευταία τριάντα χρόνια, λοιπόν, η θερμοκρασία στη χώρα μας, κατά μέσον όρο, έχει ανέβει ενάμιση βαθμό. Κι αυτή η αύξηση δεν είναι ομοιόμορφη σε όλη τη χώρα. Η βόρεια Ελλάδα ζεσταίνεται πιο γρήγορα. Πάνω από 2 βαθμούς. Η νότια Ελλάδα, οι Κυκλάδες και η Κρήτη, παραμένουν οι πιο ζεστές περιοχές, αλλά η αύξηση της θερμοκρασίας, λόγω και της επαφής με τη θάλασσα, είναι λίγο μικρότερη, κοντά στον ένα βαθμό. Πάντως, ο μέσος όρος της χώρας είναι ενάμιση βαθμός. Περιμένουμε, για τις επόμενες δεκαετίες. Τα κλιματικά μοντέλα, οι κλιματικές εκτιμήσεις είναι ότι θα δούμε ακόμα μεγαλύτερες θερμοκρασίες.»

