ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Εικόνες από το «δεύτερο '21»

0

Η Μονή Αγίου Πνεύματος βρίσκεται ανατολικά του Κισσού Αγίου Βασιλείου, σε υψόμετρο 650 μ., στις νοτιοδυτικές υπώρειες του Κέντρους, άλλοτε μετόχι της Μονής Πρέβελη. Μέχρι τη δεκαετία του 1990 υπήρχαν μόνον σωροί ερειπίων, που έρχονταν, ασφαλώς, σε αντίθεση με την προσφορά της, με τη μοναδικότητα του τοπίου και τη θέα προς αρκετά χωριά της εύανδρης επαρχίας.

Η Μονή λειτουργούσε τα τελευταία χρόνια της Βενετοκρατίας και ήταν από εκείνες που επέζησαν κατά την τουρκική κατάκτηση. Οι μεγαλύτερες περιπέτειές της άρχισαν με την έκρηξη της Επανάστασης του 1821, στην οποία η συμμετοχή της Κρήτης υπήρξε ισότιμη και ισάξια. Τότε η Μονή καταστράφηκε, αφού οι Άγιοι Πέντε Πατέρες της μαρτύρησαν και σφαγιάστηκαν (15 Ιουνίου 1821). Μόλις το 2000 αγιοκατατάχθηκαν, ως νεομάρτυρες, όπως υπενθυμίζει και το μνημείο τους στον αύλειο χώρο. Η Μονή έμελλε να γνωρίσει ημέρες δόξας ως Σχολείο, που πρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στην περιοχή, σε μια περίοδο πολύ δύσκολη. Ο επίσκοπος Λάμπης Νικόδημος Σούμπασης ή Σουμπασάκης ίδρυσε εκεί, το 1836, τη Σχολή του Αγίου Πνεύματος, ένα σημαντικό κέντρο παιδείας στην Τουρκοκρατούμενη Κρήτη του 19ου αιώνα, με μοναστηριακούς πόρους. Η Σχολή λειτούργησε μέχρι τη Μεγάλη Κρητική Επανάσταση (1866-1869). Η μνήμη της θυσιαστικής συνδρομής (αυτοθυσία) των Μανιατών στους Κρητικούς απελευθερωτικούς αγώνες μας ταξιδεύει σ’ αυτή την περίοδο και συναριθμείται με τις θυσίες στις μάχες που δόθηκαν στην εγγύτερη και ευρύτερη περιοχή της Μονής, όπως μαρτυρεί το μνημείο Πεσόντων Εθελοντών από τη Μάνη, υπό τον Δημήτριο Πετροπουλάκη, στις 08-12-1868, που αποκαλύφθηκε στις 05-12-2004. Αυτό το μνημείο συμβολίζει τη σκληρότητα και την αποφασιστικότητα των αγώνων που επιχείρησαν οι εθελοντές και οι Κρητικοί στο σύνολο τους, για να ελευθερωθεί η Κρήτη από τους Τούρκους.

 Ύστερα από τη μάχη στον Βαφέ και το Ολοκαύτωμα του Αρκαδίου, η απήχηση του ξεσηκωμού των Κρητικών γενικεύθηκε κι’ έφθασε σε κάθε ελληνική γωνιά. Εθελοντές από όλη την Ελλάδα έτρεξαν να συνδράμουν τον Κρητικό λαό. Οι Μανιάτες, με τα τόσα κοινά γνωρίσματα, ήταν επόμενο να μη μείνουν αδιάφοροι. Έτσι, τον Δεκέμβρη του 1866, πολλοί έτρεξαν στο Γύθειο. Εκεί, στην προκυμαία, ενημερώθηκαν από τον αρχηγό Δημήτρη Πετροπουλάκη και περίμεναν το πλοίο «ΥΔΡΑ» για να τους μεταφέρει στο επαναστατημένο νησί. Παρόντα ήταν ακόμα τέσσερα μέλη της οικογένειας Πετροπουλάκη με 600 περίπου εθελοντές. Με πατριωτικά τραγούδια και απόλυτη τάξη έγινε η επιβίβαση. Ο απόπλους έγινε την παραμονή των Χριστουγέννων του 1866. Το «ΥΔΡΑ» πέρασε από τα Κύθηρα και κατευθύνθηκε προς τη Σύρο. Το «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΝ» τους περίμενε εκεί φορτωμένο με τρόφιμα, πολεμοφόδια και εθελοντές. Αναχώρησαν και τα δυο πλοία για την Κρήτη. Την επομένη, αργά τη νύχτα, έφθασαν στον όρμο της Αγίας Πελαγίας. Γρήγορα, μέσα στο σκοτάδι, έγινε η εκφόρτωση των πολεμοφοδίων και των τροφίμων και η αποβίβαση των εθελοντών.  Στην παραλία τους περίμεναν ντόπιοι πολεμιστές και τους συνέδραμαν. Ο Πετροπουλάκης με τους Μανιάτες προχώρησαν προς το χωριό Καμαριώτης, όπου δεν άργησε να γίνει η πρώτη σύγκρουση με τους Τούρκους. Στις αρχές του 1867, στις ανατολικές επαρχίες, ο Πετροπουλάκης, το σώμα του και οι ντόπιοι έδειξαν αποφασισμένοι να μπουν και αυτοί στον αγώνα. Σε δύο μήνες, όλες οι ανατολικές επαρχίες είχαν επαναστατήσει. Στο τέλος του καλοκαιριού του 1868, ο Δημ. Πετροπουλάκης έφυγε από την Κρήτη για το Γύθειο, αφήνοντας την αρχηγία στο γιο του Λεωνίδα. Ύστερα από λίγο καιρό έφυγε και ο Λεωνίδας Πετροπουλάκης με τους στρατιώτες του. Η Κρήτη συνέχισε να αγωνίζεται με ολιγάριθμους ντόπιους και εθελοντές. Τα πλοία «ΑΡΚΑΔΙ», «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΝ», «ΈΝΩΣΙΣ» και «ΥΔΡΑ» εφοδιάζουν, με μεγάλους κινδύνους, τους μαχητές και δεν ήταν λίγες οι φορές που σπούσαν τον κλοιό των τουρκικών καραβιών για να μεταφέρουν τ’ αναγκαία εφόδια στους μαχητές. Εκτός του αποκλεισμού από την θάλασσα, υπήρχε και ο αποκλεισμός από την ξηρά με τους πύργους -200 τον αριθμό- που είχε κτίσει ο Χουσεΐν Αβνή σ’ όλη την Κρήτη, σε καίριες θέσεις, για να εμποδίζει τους πολεμιστές να ανεφοδιάζονται και να ελέγχει τα περάσματα. Οι ερανικές επιτροπές που εργάζονταν στην Αθήνα και στη Σύρο έκαναν το παν για να μη σβήσει η επανάσταση. Κάτω από αυτές τις συνθήκες αποτάνθηκαν και πάλι στον Δ. Πετροπουλάκη, ζητώντας του να κατέβει ξανά στην Κρήτη. Αρχικά ο Πετροπουλάκης έφερε αντιρρήσεις ένεκα των συνθηκών που επικρατούσαν στο νησί και λόγω της ηλικίας του. Τελικά δέχθηκε να αναλάβει και πάλι την ηγεσία στη δεύτερη εκστρατεία και άρχισε στρατολόγηση εθελοντών από την Αθήνα και το Γύθειο. Έτσι, στις 25 του Νοέμβρη 1868 εννιακόσιοι εθελοντές επιβιβάστηκαν στο πλοίο «ΕΝΩΣΙΣ», με πλοίαρχο τον Ν. Σουρμελή και αναχώρησαν για την Κρήτη. Επειδή ο αριθμός των πολεμιστών ήταν μεγάλος, άραξαν στην Κίμωλο όπου αποβιβάστηκαν ο Δ. Πετροπουλάκης με τριακόσιους εθελοντές, τους υπόλοιπους με αρχηγό τον Λεωνίδα Πετροπουλάκη και τον αξιωματικό Μ. Μπαλάφα και με τροφές 3 ημερών, τους αποβίβασε το «ΕΝΩΣΙΣ» στα Καλά Χωράφια της επαρχίας Μυλοποτάμου, και επέστρεψε στην Κίμωλο για να παραλάβει τον Δ. Πετροπουλάκη με τους τριακόσιους και τους μετέφερε στο Πρασονήσι του Αγίου Βασιλείου. Τόσο τα ταξίδια όσο και η αποβίβαση αντιμετώπιζαν μεγάλες δυσκολίες. Στην περιοχή του Ρεθύμνου κυριαρχούσε πάντα ο Δ. Πετροπουλάκης, και στις δυο εκστρατείες. Στις μάχες που δόθηκαν στις Βρύσες, στον Κισσό, στον Τράχηλα και την Κρύα Βρύση, οι απώλειες των Μανιατών - φονευθέντων και αιχμαλωτισθέντων - ξεπερνούσαν τους τριακόσιους. Ύστερα από αυτή την απελπιστική κατάσταση έφυγαν από το Ρέθυμνο και κατευθύνθηκαν προς τον Καλλικράτη Σφακίων…   Ο Δ. Πετροπουλάκης με τους αξιωματικούς και εθελοντές του υπηρέτησαν ειλικρινά και με γενναιότητα την Κρητική Επανάσταση. Όμως, οι δημιουργηθείσες συγκυρίες τον ανάγκασαν να φύγει πικραμένος από το νησί. Περισσότερα για τους Πετροπουλάκηδες, όποιος το επιθυμεί, μπορεί να βρει στο βιβλίο του Χρήστου Γ. Κωνσταντινόπουλου  Οι Πετροπουλάκηδες της Μάνης (1690-1940), Αθήνα 1976.   Ο Γ. Φτέρης, μετά τη γενική αποδοχή ότι ο Δ. Πετροπουλάκης έφθασε στο απόγειο της δόξας του κατά τη Μεγάλη Κρητική Επανάσταση, γράφει ότι υπήρξε και «ζωντανή καταβολάδα του ’21, ριγμένη στην Κρητική Επανάσταση», Πελοποννησιακή Πρωτοχρονιά 1960, σ. 34. Βιβλιογραφικά είναι χρήσιμο και το βιβλίο του Στυλ. Καλλονά, Η Κρήτη ολοκαύτωμα (1866-1869), Αθήνα 1963.

Η Μονή συνέχισε να λειτουργεί και μετά τη Μεγάλη Κρητική Επανάσταση. Το 1870 η Σχολή της ονομάστηκε Ελληνική Σχολή Αγίου Βασιλείου, σε αντιστοιχία με τη Σχολή Μοναστηρακίου που ονομάστηκε Ελληνική Σχολή Αμαρίου. Τα έτη 1887-1889 λειτούργησε ως Ιερατική Σχολή Αγίου Πνεύματος, μέχρι τη διακοπή της λειτουργίας της. Ο επίσκοπος Ευμένιος Ξηρουδάκης, το 1894 επανίδρυσε τη Σχολή, η οποία λειτούργησε ώς το 1920, με αρκετές διακοπές, και από τότε ώς το 1942, ως Δημοτικό Σχολείο. Στη Σχολή του Αγίου Πνεύματος δίδαξαν ο επίσκοπος Νικόδημος, ο επίσκοπος Ευμένιος, ο αρχιμανδρίτης Βασίλειος Μαρκάκης, μετέπειτα μητροπολίτης Κρήτης, ο Μιχαήλ Πρεβελάκης, ο Χρίστος Μακρής, ο Ευστράτιος Φωτάκης κ.ά.    Μαθητές στην Σχολή του Αγίου Πνεύματος υπήρξαν: ο Εμμανουήλ Τσουδερός, από τον Ασώματο, ο οποίος έγινε πρωθυπουργός της Ελλάδας, ο Εμμανουήλ (Μανούσος) Βολουδάκης από τη Χώρα Σφακίων, ο οποίος σπούδασε νομικά και εκλέχτηκε βουλευτής με το κόμμα των Φιλελευθέρων σε όλες σχεδόν τις εκλογές ώς το 1956, ο Ιωάννης Αθανασιάδης, ο Μιχαήλ Παπαδάκης, ο Εμμανουήλ Πετράκης από την επαρχία Αγίου Βασιλείου, οι οποίοι σπούδασαν, επίσης, νομικά και έγιναν σπουδαίοι δικηγόροι κ.ά.   

Η πλήρης αποκατάσταση και αξιοποίηση του χώρου, όταν ολοκληρωθεί, θα απαλύνει την θλίψη όσων την επισκέπτονται… Αυτό το χρέος έχει αναλάβει ο πρώτος Ηγούμενος στη νεότερη ιστορία και επαναλειτουργία της Μονής  π.  Βαρθολομαίος  Ξερουδάκης, ορμώμενος από τα Σελλιά Αγίου Βασιλείου, ο οποίος έχει τη θέληση, τη δύναμη και την αποφασιστικότητα να τα καταφέρει, όπως το έχει δείξει μέχρι σήμερα.  Του ευχόμαστε ολόψυχα να ολοκληρώσει αυτό το θεάρεστο έργο!

Έτσι θα μπορούμε να απονέμομε παντοτινή ευγνωμοσύνη και τιμή στη μνήμη όλων εκείνων που πρόσφεραν τη θυσιαστική συνδρομή τους για τη λευτεριά της Κρήτης.

Ανάλογη τιμή οφείλεται και στον πλοίαρχο Ν. Σουρμελή, ένα χρέος που όλοι οι Κρητικοί επιβάλλεται   να εκπληρώσουμε άμεσα!

 

Μιχάλης Τρούλης

Πρόεδρος της Δημόσιας Κεντρικής Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ