Ως δώρο ακριβό, πασχαλινό, δέχτηκα το καινούργιο βιβλίο, με τίτλο «Λαμπρόσκολα», του Δημήτρη Ν. Θεοδοσάκη, από το Ηράκλειο, γνωστού και με το ποιητικότατο προσωνύμιο τού «Κάστρου Ταχυδρόμος», έντονα φορτισμένο με κυριολεκτική και μεταφορική σημασία και πολλές άλλες πλούσιες συνδηλώσεις.
Πρόκειται για ένα βιβλίο γεμάτο Χριστό και Ορθοδοξία μέσα από μια σειρά θαυμάσιων διηγημάτων, που την αναφορά τους έχουν όλα στις μέρες αυτές του αγίου Πάσχα. Στα διηγήματα αυτά αποτυπώνεται ξεκάθαρο, το γνήσιο ελληνικό και μάλιστα το κρητικό Πάσχα, ζωντανεμένο με πλουσιότατα λαογραφικά στοιχεία, ήθη και έθιμα του τόπου και ιστορίες αγάπης δοσμένα όλα μ’ ένα μοναδικά πλούσιο και απαιτητικά γενναιόδωρο κρητικό λεξιλόγιο.
Τα διηγήματα του Δ. Θεοδοσάκη τα βρίσκω, περαιτέρω, γεμάτα με ζωηρά θρησκευτικά μηνύματα και πληροφορίες και δύναμη περιεχομένου, που κατορθώνουν ελεύθερα να μας μεταγγίσουν το μυστήριο τής κοσμοσωτήριας του Κυρίου Ανάστασης, έτσι ταπεινά και αβίαστα, όπως ακριβώς με τρόπο φυσικό και αβίαστο το κοσμοσωτήριο γεγονός πηγάζει και αναβλύζει μέσα από την απλότητα της ζωής και των εθίμων των απλών παλαιινών ανθρώπων, των ανθρώπων του μόχθου και της φτώχειας.
Ο λογοτέχνης- όπως προλογικά σημειώνει- μέσα από τα διηγήματά του αυτά, τραγουδά τη χαρά της αθωότητας και της μαγείας από εκείνο το παλιό, το μακρινό «κρητικοπαπαδιαμαντικό» Πάσχα, που έζησε κι εκείνος στα μικράτα του, εκεί στο χωριό του, στη διπόταμη κοιλάδα του Χόνδρου Βιάννου. Τη λεπτότητα, από την άλλη, των ευγενικών συναισθημάτων τών διηγήσεών του διακρίνουμε στη συλλογή του, που έρχεται ως «αντιδώρημα» από εκείνα τα πολλά που του χάρισε και κείνου ένα σπουδαίο χθες, με την αθωότητα ενός κόσμου παλιού, που έρχεται από πολύ μακριά μυροφόρος και έντονα αισθαντικός. Και αυτές τις ακατάλυτες μνήμες είναι που επέλεξε και έπλεξε ο λογοτέχνης σ’ ένα μυρωδάτο «ματσάκι αλησμονιάς».
Μέσα, ακόμα, από τα δεκάδες διηγήματα του κ. Θεοδωσάκη βλέπουμε να διαγράφεται όλη η αγωνία τού αγρότη, του φτωχού και ταπεινού τής ελληνικής γης φαμελιάρη, προκειμένου να διασφαλίσει το ψωμί και το ψωμί των παιδιών του, με την πολυμελή οικογένειά του μαζεμένη το βράδυ της Ανάστασης γύρω από το πασχαλιάτικο τραπέζι, φωτισμένη από την αισιοδοξία πού χαρίζει η ζεστή οικογενειακή ζωή, που μεγαλώνει το όνειρο που μέλλεται να έρθει, διώχνοντας ταυτόχρονα μακριά τους ενοχλητικούς κι απρόσκλητους επισκέπτες. Την ίδια ώρα, οι νοικοκυρές έχουν πια ψήσει τα λαμπριάτικα κουλουράκια, τις πίτες, τα «τσουρέκια» και τ΄ αυγοκούλουρα και ετοιμάζονται για τη μεγάλη εορτή της χριστιανοσύνης.
Τι κρίμα που εμείς οι νεοέλληνες όλο και περισσότερο χάνουμε ή ξεχνούμε αυτόν τον πολύτιμο λαογραφικό μας θησαυρό. Ο ρυθμός τής νέας ζωής με τις ευκολίες και τις ταχύτητες τής μηχανής, με τις μετακινήσεις των πληθυσμών, το ανακάτωμα των κοινωνιών και τα εύκολα ταξίδια, ολοένα αλλάζει και εξαφανίζει την παραδοσιακή σταθερότητα και ομορφιά. Eυτυχώς, όμως, που υπάρχει η νοσταλγία, αυτή η πανανθρώπινη δυνατή «αδυναμία», που ξαναφέρνει τους απομακρυσμένους οδοιπόρους στα πρώτα βήματα τής παιδικής τους ζωής. Και στο βιβλίο αυτό του κ. Θεοδοσάκη η δύναμη αυτή, η νοσταλγία του για τα παλιά, είναι που περιπλέκεται τόσο στενά με τα γιορτινά τού λαού μας έθιμα και τις γιορτινές ετούτες λαμπριάτικες μέρες, φέρνοντάς μας πιο κοντά στις ρίζες τής φυλής μας και στα ιερά εκείνα νάματα που εξέθρεψαν στο διάβα των αιώνων το δέντρο τού ελληνισμού και της Ορθοδοξίας.
Την καλλιτεχνική επιμέλεια του βιβλίου είχε ο Μηνάς Μακαρώνας, στον οποίο και ανήκουν οι θαυμάσιες εικόνες του βιβλίου, που τόσο απλόχερα προσδίνουν και στον πιο απαιτητικό αναγνώστη των θαυμάσιων αυτών διηγημάτων το απαραίτητο πασχαλινό χρώμα και μια, επιπλέον, καλλιτεχνική ευχαρίστηση.
Τα θερμά μου συγχαρητήρια στον αγαπητό μου φίλο κ. Δημήτρη Ν. Θεοδοσάκη, τον όμορφο αυτόν του «Κάστρου Ταχυδρόμο» και για την παρούσα πολύτιμη προσφορά του στα ελληνικά γράμματα. Με τις παρουσιαζόμενες λογοτεχνικές του δροσοσταλίδες να είναι σίγουρος ότι μας ενθαρρύνει όλους και μας κάνει να πιστεύουμε ότι όσο συνεχίζουμε να ενδιαφερόμαστε και να σκύβουμε πάνω από τις αιώνιες αξίες της χριστιανικής πίστης και του ελληνισμού, πάνω από τα ήθη και τις παραδόσεις που μας συγκρατούν και μας στηρίζουν καθοριστικά στα ελληνορθόδοξα μετερίζια, δεν χάθηκαν ακόμα όλα κάτω από τον αδυσώπητο οδοστρωτήρα του σύγχρονου τεχνοκρατούμενου πολιτισμού.
[Εκδόσεις ΝΙΚΗ ΕΚΔΟΤΙΚΗ, Ηράκλειο 2025, σχ. 8ο (24 Χ 17), σσ. 168]