ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΠΟΨΕΙΣ

Οίνος Κρητικός - Οδοιπορικό Κρήτη-Ρώμη - Κωνσταντινούπολη - Βενετία

0

Από τους πρώτους καλλιεργητές θεωρούνται οι λαοί της Μεσοποταμίας, Σουμέριοι, Βαβυλώνιοι, Ασσύριοι, όπως επίσης και οι αρχαίοι Πέρσες. Σουμεριακές πινακίδες ανασκαφικών ευρημάτων φανερώνουν την καλλιέργεια της αμπέλου στην  νότια  Μεσοποταμία από την  Tελική Νεολιθική εποχή (4η χιλιετία). Χημικές αναλύσεις ιζημάτων στο εσωτερικό αποθηκευτικών πίθων στο Gobin Tepe του Ιράν, απέδειξαν ότι η οινοποίηση ήταν ήδη γνωστή. Οι Αιγύπτιοι, ένας λαός με τους οποίους είχαν αναπτύξει οι Μινωίτες εμπορικές σχέσεις, γνώριζαν την τέχνη της παρασκευής κρασιού από τις αρχές της εποχής του Χαλκού (3η χιλιετία).

Σύμφωνα με  τα αρχαιολογικά δεδομένα, οι αρχαιότερες ενδείξεις  ανθρώπινης παρουσίας  στο νησί της Κρήτης προέρχονται από τα κατώτερα στρώματα της Κνωσού την 6η χιλιετία κατά την λεγόμενη Ακεραμική  περιόδο  (Μέση Νεολιθική εποχή). Αρχαιοβοτανικά κατάλοιπα που  βρέθηκαν στην  Κνωσό, Αγ. Γαλήνη Ρεθύμνης , Ταρσανά και Λίμνες στο  Ακρωτήρι Χανίων, σύμφωνα με την  μέθοδο της ραδιοχρονολόγησης, είναι οι πρωιμότερες  ενδείξεις ύπαρξης άγριας αμπέλου στην Κρήτη, κοντά στην 5η χιλιετία. Στην Μινωική Κρήτη, όπως μαρτυρούν τα αρχαιολογικά δεδομένα (τοιχογραφίες, αμφορείς, εγκαταστάσεις) υπάρχει συστηματική καλλιέργεια και οινοποίηση 4000 χρ. πριν από σήμερα. Στο Βαθύπετρο, στις Αρχάνες, η αρχαιολογική σκαπάνη έφερε στο φώς (ληνό) πατητήρι 3.500 χρόνων, το αρχαιότερο  στην Ευρώπη. Σε κωνικό κύπελλο, που βρέθηκε στον Μινωικό οικισμό Αποδούλου,  αναλύσεις έδειξαν ότι περιείχε κρασί αρωματισμένο με ρητίνη του δέντρου τερέβινθος (κοκκορεβυθιά ή τραμιθιά) συγγενικό του σκίνου και της φιστικιάς. Το αρχαιολογικό αυτό εύρημα (1900-1700 π.χ.) είναι το παλαιότερο που αποδεικνύει  χρήση κρασιού με ρητίνη. Η ρετσίνα χρησίμευε ως υλικό μόνωσης του εσωτερικού των αποθηκευτικών πίθων και των αγγείων μεταφοράς αλλά και σαν μέσο συντήρησης, ώστε να αποτρέψει την μεταμόρφωση του κρασιού σε ξύδι.

Η αμπελουργική παράδοση των Μινωιτών  φαίνεται ότι συνεχίσθηκε και τους αιώνες της Μυκηναϊκής κυριαρχίας στο νησί (μετά το 1450). Σε πινακίδα της συλλαβογραφικής  γραφής Γραμμικής Β, η καλύτερη ποιότητα κρασιού δηλώνεται με τον όρο de-re-u-ko (γλυκό) και παρασκευάζεται με ελαφρύ πάτημα των σταφυλιών. Οι  ευνοϊκές συνθήκες  κλίματος και εδάφους, όπως και η επαρκής τεχνογνωσία των Κρητών αγροτών των Ιστορικών χρόνων (1050 και ύστερα) έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην δημιουργία της σημαντικότερης οινοπαραγωγικής παράδοσης του Μεσογειακού κόσμου. Στην Μεγάλη Επιγραφή της Γόρτυνας του 5ουαι π.χ., το αρχαιότερο  ευρωπαικό νομικό κείμενο  όπως θεωρείται, είναι χαραγμένοι και κανονισμοί που αφορούν και την αμπελοκαλλιέργεια. Στις πόλεις κράτη Λύττο και Γόρτυνα το κρασί καταναλώνεται στην καθημερινή ζωή, στις γιορτές και στις θρησκευτικές τελετές. Το γλεύκος (μούστος) κατείχε σημαντική θέση στην οικονομία των κρητικών πόλεων των Κλασσικών (480-323 π.χ.) και Ελληνιστικών (323-69 π.χ.) χρόνων. Οι   αμπελουργοί οινοποιοί πλήρωναν φόρο στην πόλη κράτος ποσότητες γλεύκους με το οποίο η πόλις πλήρωνε τα ημερομίσθια των πολιτών.Τα αρχαιολογικά ευρήματα και οι γραπτές πηγές Ελλήνων και Λατίνων συγγραφέων  αποκαλύπτουν  την ποιότητα του  κρητικού κρασιού και την τέχνη της οινοποιίας ,καθώς και τις χώρες εξαγωγής. Σφραγίδες σε λαβές αμφορέων από την αρχαία Ιεράπυτνα (Ιεράπετρα), που βρέθηκαν στην Αλεξάνδρεια, μαρτυρούν την εξαγωγή κρητικού οίνου στην Αίγυπτο  τον 2ο αι π.χ.

Με την προσάρτηση της νήσου στο Ρωμαϊκό κράτος ( 69 π.χ-330 μ.χ) η κρητική οινοπαραγωγή γνωρίζει τρομακτική εντατικοποίηση. Η τεράστια κατανάλωση  κρασιού στην Ρώμη  και η δυσκολία των Ιταλιωτών αμπελουργών να ανταποκριθούν σε αυτή την μεγάλη ζήτηση συνέβαλε στην ανάπτυξη της αμπελοκαλλιέργειας και οινοπαραγωγής στην Κρήτη, όπως και σε άλλες επαρχίες της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Κάτω από την ρωμαϊκή κυριαρχία  οι πεδιάδες και λόφοι του νησιού μετετράπησαν σε τεράστιους αμπελώνες. Φημισμένος ο Γλυκύς Κρητικός οίνος, όπως μας πληροφορεί ο Διοσκουρίδης, ήταν ένα είδος λιαστού κρασιού, δηλαδή  τα σταφύλια παρέμεναν μερικές ημέρες στον ήλιο,ο οποίος επιτάχυνε πλήρως την ωρίμανση τους. Ακολουθούσε η σύνθλιψη με φυσικό τρόπο (πάτημα) και η παραγωγή γλεύκους. Με αυτή τη μέθοδο οι οινοποιοί παρήγαγαν ένα ερυθρό γλυκό κρασί υψηλού αλκοολικού βαθμού, ήταν ο περίφημος Passum Creticum, όπως τον ονομάτιζαν οι Λατίνοι συγγραφείς, ο οποίος μπορούσε να ταξιδεύσει, και να αντέξει την ναυσιπλοία χωρίς να  ξιδιάσει, λόγω της υψηλής περιεκτικότητας σε αλκοόλ. Ο Γαληνός θεωρεί τον passum uinum απαραίτητο στην παρασκευή φαρμάκων  θεραπείας των βρογχικών και  του βήχα.  Σύμφωνα με τον ίδιο οι υπόλοιποι λευκοί οίνοι, υδατώδεις οι λεγόμενοι, μάλλον δεν άντεχαν στην ναυσιπλοΐα, διατίθεντο στην εγχώρια αγορά και δεν εξάγονταν. Άλλη κατηγορία κρασιών ήσαν οι τεθαλασσωμένοι οίνοι. Ο δειπνοσοφιστής Αθήναιος αναφέρει μια αναλογία 1 προς 50 θαλασσινό νερό,η αλμύρα προστάτευε το κρασί από την οξείδωση. Αξίζει να σημειωθεί ότι στις ανασκαφές στην αρχαία Ελεύθερνα βρέθηκε τμήμα κρητικού αγγείου που φέρει την επιγραφή αθάλασσος, δηλαδή πιθανότατα ο οινοπαραγωγό ςτον διαχωρίζει από τον τεθαλασσωμένο οίνο.Τα κρητικά καράβια φορτωμένα  σφραγισμένους με γύψο αμφορείς με κρασί  σαλπάρουν προς όλα τα γνωστά λιμάνια του Μεσογειακού κόσμου,Ευρώπης και Β.Αφρική.Οι μεγαλύτερες ποσότητες κρητικών αμφορέων κρασιού έχουν βρεθεί στην Νάπολη, Πομπηία, Ηράκλειον(Ηerculaneum),Ρώμη, Μασσαλία, Αλεξάνδρεια, όπως  και στην  Αθήνα, στην Σάμο, Πάφο κ.α. Στην Πομπηία αποκαλύφθηκε αμφορέας που φέρει την επιγραφή CRETEXC, δηλαδή CRETICUM(UINUM)EXCELLENS,κρητικός οίνος καλής ποιότητος, και ακόμη αμφορείς με την επιγραφή Λύττιος(οίνος) από την Νάπολη και την Πομπηία.Η ιδιαίτερης  γεωστρατηγικής σημασίας θέση της νήσου, δηλαδή επάνω στην εμπορική ναυτική διαδρομή Ρώμη-Αλεξάνδρεια, ένα ταξίδι -όπως μας πληροφορεί ο Πλίνιος- έξι ημερών, την οποία ακολουθούσαν τα σιταγωγά πλοία τροφοδοτώντας το IMPERIUM ROMANUM δημητριακά, συνέβαλε στην ραγδαία εξέλιξη της αμπελουργίας και οινοπαραγωγής.

Μια δυναμική οινική παράδοση αρχίζει με το αθήρι και αργότερα με το μοσχάτο στα λεγόμενα Βυζαντινά χρόνια(330-824,961-1204)Στα Πτωχοπροδρομικά ποίηματα τον12ομ.χ αι σατιρίζεται η κοινωνική ανισότητα με λαογραφικές λεπτομέρειες,τα καλά κρασιά ήταν προνόμιο των αρχόντων και των ηγουμένων(το αθήρι ήταν ήδη γνωστό στην Κωνσταντινούπολη,) ενώ ο φτωχός λαός, ο απλός καλόγερος και ο γραμματικός ,έπιναν τα ξιδιασμένα φθηνά κρασιά. Πληροφορούμεθα από την συλλογή των Γεωπονικών του 10ουμ.χ αι για ένα ευτελές κρασί, θάμνα ονομάζομενο, το οποίο είχε εξαχθεί από την σύνθλιψη και πίεση των κουκουτσιών. Επίσης, ένα  μείγμα ξιδιασμένου κρασιού και ύδατος, το οξύκρατον,το  οποίο έδιναν παλιά στους ρωμαίους στρατιώτες, pusca το λεγόμενον, το  κατανάλωναν και στα καπηλειά. Στα ακριτικά τραγούδια, 11ος-12ος μχ αι, περιγράφονται σκηνές συμποσίων των αρχόντων και των ανδρειωμένων όπου το κρασί ρέει άφθονο, «τρώτε και πίνετε  άρχοντες και γω  θα σας διηγούμαι», ή σε παραλλαγή «να πιεί γλυκόπιοτο κρασί που πίνουν οι γουμένοι, όπου το πίνουν οι ευκενείς και πέφτουν και κοιμούνται».

Στην Ενετοκρατούμενη Κρήτη(1205-1212-1669μ.χ) περιηγητές, έμποροι και ταξιδιώτες, προσκυνητές των Χριστιανικών μνημείων της Παλαιστίνης,κυρίως από τις αρχές του 15ουαι μας φωτίζουν επαρκώς μέσα από τα περιηγητικά τους διηγήματα για την καλλιέργεια, παραγωγή, κατανάλωση και εξαγωγή του οίνου του νησιού.Ο Φλωρεντίνος καλόγερος και γεωγράφος Cristoforo Buondelmonti το 1415 στο βιβλίο του Περιγραφή της νήσου Κρήτης αναφέρει: «Τα πλοία φθάνουν εδώ από όλα τα μέρη του κόσμου και φορτώνουν το λιγότερο είκοσι χιλιάδες βαρέλια κρασί εξαιρετικής ποιότητας»,ακόμη ότι στην περιοχή του Χάνδακα: «τα κλήματα που λέγονται αθήρια».  Ο Pietro Casola, τον Ιούλιο του έτους 1494 φθάνει στον Χάνδακα και περιγράφει αφθονία εξαιρετικών κρασιών μαλβαζία και μοσχάτο σε όλο το νησί και ειδικά στο Ρέθυμνο. Το 1546, όπως μαρτυρεί οΓάλλος γιατρός και βοτανόλογος Pierre Bellon «Το κρασί μαλβαζίας παράγεται μόνο στην Κρήτη και ότι αυτό που εξάγεται σε άλλες χώρες  βράζεται προηγουμένως. Στο Ρέθυμνο βλέπεις κατά μήκος της ακτής  μεγάλα καζάνια που χρησιμοποιούνται κατά την εποχή του τρύγου για το βράσιμο του κρασιού», ακόμη παρατηρεί ότι οι ντόπιοι για να ανανεώσουν τα κρασιά τους ανακατεύουν τα παλιά με τα καινούργια. «Όλοι  οι άνθρωποι της υπαίθρου και των πόλεων ρέπουν προς την αρπαγή και τη μέθη. Ακόμη και οι γυναίκες στην Κρήτη πίνουν malvoisie και μάλιστα ανέρωτο»,γράφει  το 1556 ο Γάλλος ερευνητής Andre Thevet. Η οινοποσία των Κρητικών αποτελεί ενδιαφέρον θέαμα για τους ξένους. Ο Άγγλος Jerome Dandini που έμεινε μερικές μέρες στον Χάνδακα το 1599, σημειώνει στο ημερολόγιό του: «Tα καλά κρασιά της Κρήτης έκαναν τους κατοίκους μεγάλους πότες. Συχνά βλέπεις δύο η τρείς Κρητικούς να κάθoνται μπροστά σε ένα βαρελάκι γεμάτο κρασί και να μην το αφήνουν ώσπου να αδειάσει ολότελα». Το κρασί λιάτικο είναι το ακριβότερο, αγοράζεται 36 χρυσές κορώνες το βαρέλι, το καλύτερο μοσχάτο είναι το ρεθυμιώτικο-22 κορώνες το βαρέλι, και ο καλύτερος μαλβαζίας οίνος παράγεται στην περιοχή του Χάνδακα-18 κορώνες το βαρέλι, κοστολογεί το 1590 ο γερμανός Sommer.

Στα τέλη του 16ουστα ταξιδιωτικά χρονικά, μέσα από μια σύγχυση πληροφοριών και υπερβολές, το εξαιρετικό μοσχάτο περνιέται από πολλούς ταξιδευτές για μαλβαζίας. Για τους Ευρωπαίους ταξιδιώτες της Ανατολικής Μεσογείου, από την Βενετία, στα λιμάνια, τα καπηλειά και τα πανδοχεία του Χάνδακα, της Μονεμβασιάς, της Σαντορίνης, της Κύπρου , το καλό κρασί δεν  μπορεί να είναι άλλο, παρά μαλβαζίας! ‘Ενας ακόμη  ταξιδευτής την χρονιά του 1590 ο Γάλλος Villamont σημειώνει : «Η Κρήτη παράγει δύο ειδών κρασιά. Το ένα γλυκό και το άλλο υπόξινο. Αυτό το  γλυκό εξάγεται στην Ιταλία, Γαλλία, Γερμανία και άλλες χώρες, το άλλο ξοδεύεται από ντόπιους. Αλλά τα κρασιά που προορίζονται για εξαγωγή βράζονται προηγουμένως για να μην ξινίσουν κατά το μεγάλο ταξίδι. Για να τα διατηρήσουν οι Κρητικοί προσθέτουν ασβέστη». Ο Βενετσιάνος προβλεπτής(proveditore) Κρήτης Foscarini στα 1576  στην έκθεσή του αναφέρει  ότι η εξαγωγή η ετήσια  κρασιού είναι 60.000 βαρέλια. Σύμφωνα με την παράδοση, Πορτογάλοι, στα 1421, μεταφύτευσαν στη νήσο Μαδέρα  κλήματα αμπελιού από την Κρήτη, είναι ο ονομαστός από τον 18ο αι μέχρι σήμερα οίνος Malmsey Madeira της λευκής ποικιλίας Malvasia Candita. Στην  Ευρώπη του Ύστερου Μεσαίωνα, τον 14ο αι, η κατανάλωση κρασιού σε όλα τα κοινωνικά στρώματα είναι αρκετά μεγάλη, το κρητικό κρασί  ήταν ένα δυναμικό προϊόν με μεγάλες προοπτικές.  Διαδεδομένη ήταν επίσης και η καλλιέργεια κληματαριών επιτραπέζιων σταφυλιών προορισμένα για οικογενειακή κατανάλωση αλλά και προς πώληση στην τοπική αγορά. Στα νοταριακά έγγραφα της Βενετοκρατίας απαντώνται ακόμη οι ποικιλίες μοσχάτο, λογάδι, λιάτικο και κοτσιφάλι. Πωλητήριο συμβόλαιο του 1625 αναφέρει «ένα αμπέλι λογάδο ντριτάρικο ονομαζόμενον βενετζάνα», σε άλλο  έγγραφο «κρασί μούστο λογάδο μιστάτα 25». Σε διαθήκη το 1569 ο Γεώργιος Φιέλλος από το χωριό Αξέντι παραχωρεί στο μοναστήρι του Αγ.Αντωνίου στο Βροντίσι «εκείνο το αμπέλιν μου το λιάτικον φραγγάτον εργατών ιβιντζίρκα». Σε έγγραφο του 1610 στην αποθήκη του μοναστηριού του Αγ.Γεωργίου του Κερατιδιώτη στο ακρωτήρι Χανίων, υπάρχουν «Τρία βουτζία κοτζηφάλι μάβρα και όμορφα». Κατά τον  καθ. Βυζαντινολογίας Φαίδωνα Κουκουλέ, το κοτσυφάλι είναι σταφύλι του οποίου οι ρόγες είναι μελανές όμοιες με το χρώμα των φτερων του κοτσυφιού.Ο όρος λογάδο, γνωστός από τα βυζαντινά χρόνια, χρησιμοποιείται και σήμερα στο νησί(αμπέλι λογάδο, όπως και κρασί λογάδο).Στην κωμωδία Κατζούρμπος γραμμένη στα μέσα του1580 από τον Ρεθεμνιώτη αναγεννησιακό θεατρικό συγγραφέα Γ.Χορτάτση περιέχεται η λέξη λογάδα όπως και μοσχάτο: «Με το μοσχάτο το γλυκύ και μ’όμορφη λογάδα κάθε πουρνό οι φρόνιμοι διώχνουσι την κρυάδα». Το τρύγημα των σταφυλιών ονομάζεται βεντέμα, ο όρος σήμερα αναφέρεται στην συγκομιδή του ελαιοκάρπου.Η λέξη είναι βενετσιάνικη(vendema) από την  ιταλική vendemmia(τρύγος).Η λέξη μούστος(γλεύκος) σήμαινε  νέο κρασί από το λατινικό vinummustum,και όπως διαβάζουμε σε βενετικά  νοτάρια vino musto logado, δηλαδή νέο λογάδο κρασί.

Την Οθωμανική περίοδο(1669-1898)αρχίζει να επικρατεί η καλλιέργεια  της ελιάς και η παραγωγή λαδιού, με σημαντική υποχώρηση της αμπελουργίας. Στο φημισμένο σαπούνι Μασσαλίας  πρώτη ύλη είναι το κρητικό ελαιόλαδο. Η οινική παράδοση βέβαια θα συνεχισθεί και στα χρόνια της Τουρκοκρατίας οι προξενικές εκθέσεις και τα ημερολόγια ταξιδευτών μαρτυρούν παραγωγή και εμπόριο κρασιού και σταφίδας. Η μουσουλμανική θρησκεία μπορεί να απαγόρευε την οινοποσία (δεν υπάρχει ρητή απαγόρευση στο Κοράνι),αλλά επέτρεπε την φορολόγηση της αμπελοκαλλιέργειας και την παραγωγή κρασιού. Οι εξαγωγές κρασιού επιτρέπονταν, ενώ αντιθέτως τα άλλα δύο βασικά είδη διατροφής στάρι και λάδι εξάγονταν μόνο αν είχαν καλυφθεί οι καταναλωτικές ανάγκες των Οθωμανών. Ακόμη η φορολόγηση των αμπελώνων ήταν κατά πολύ μεγαλύτερη από εκείνη με τα σταροχώραφα.

Τέλος , η περίοδος Αυτονομίας της Κρήτης(1898), και στην  συνέχεια η προσάρτηση της στο Ελληνικό κράτος(1913) και ύστερα, χαρακτηρίζεται από προσπάθειες προστασίας και εκσυγχρονισμού της αμπελοκαλλιέργειας, προώθηση και αναδιοργάνωση της αγροτικής παραγωγής. Γηγενείς ποικιλίες αμπελιού οι λευκές, Βηλάνα, Bιδιανό, Δαφνί, Θραψαθήρι, Μοσχάτο Σπίνας,Πλυτό. Επίσης οι γηγενείς ερυθρές, Κοτσιφάλι, Λιάτικο Mανδηλάρι,το ιστορικό Ρωμέικο. H ΄΄νεόφερτη΄΄ στην Κρήτη Σουλτανίνα, αλλά παλιά ποικιλία αμπελιού από τον 11ο αι με πιθανή καταγωγή την περιοχή  Σουλτανιέ (Soultanie) του  Β. Ιράν.  Καλλιεργήθηκε εντατικά από έμπειρους αμπελουργούς Μικρασιάτες πρόσφυγες μετά το 1922 και  σταδιακά αντικατέστησε την παλαιότερη ποικιλία Ταχτα(σταφίδα).Ακόμη, συμπληρώνοντας, να αναφέρουμε μερικές ξενικές ποικιλίες,Chardonnay, Sauvingon Blanc,Syrah,Cabernet Sauvingon, Merlot κ.α οι οποίες καλλιεργούνται τις τελευταίες δεκαετίες δίπλα στις αυτόχθονες. Τα τελευταία χρόνια κάνει δυναμικά την εμφάνισή της και  η αμφιλεγόμενη, ΄΄Μαλβάζια΄΄ καλουμένη. Ένας χάρτης οινικών ποικιλιών, μια σύνθεση του  σύγχρονου Κρητικού αμπελώνα, του αρχαιότερου της Ευρώπης με αδιάλειπτη καλλιέργεια και παραγωγή κρασιoύ 4.000 χρόνια από σήμερα.

Το κρασί πιστός σύντροφος της καθημερινότητας, των εορτών και των θρησκευτικών τελετών, από τους Μινωίτες στους Κρήτες των Ιστορικών χρόνων, στο τραπέζι των Κρητικών αγροτών και εργατών, μαστόρων και αστών, στις μοναστηριακές κοινότητες. Βασικό συμπλήρωμα διατροφής, αποδεκτό από την Χριστιανική θρησκεία και συνιστώμενο  από την λαϊκή παράδοση και ιατρική ως κύριο συστατικό για την παρασκευή φαρμακευτικών σκευασμάτων προς θεραπεία διαφόρων παθήσεων και τραυμάτων. Βασικός κορμός του πολιτισμού της νήσου διαχρονικά, το κρασί μαζί με το λάδι και το στάρι. Η τριλογία της Μεσογείου  κατά τον γάλλο ιστορικό Fernand Braudel.

Και κατά πως εξιστορεί ο Ποιητής  « Kρήτη τις γαί έστι μέσω ενί οίνοπι πόντω, καλή  και πίειρα περίρρυτος» . (Mία χώρα, η Κρήτη, μέσα βρίσκεται στο πέλαο το κρασάτο, περίσσια πλούσια, θαλασσόζωστη).

  • Αλεξίου. Στ., Η Κρητική Λογοτεχνία Και Η Εποχή Της, Μελέτες Φιλολογικές Και Ιστορικές, Αθήνα, 1985
  • Βιγγοπούλου Ιόλη Ε.Ι.Ε Ινστιτούτο Βυζαντινών Ερευνών, Αθήνα 2008, Μονεμβάσιος Οίνος  Μονοβάσια Malvasia. Υποκειμενικότητα Των Περιηγητών Για Αμπελοοινικές  Αντικειμενικότητες 15 ος-16ος
  • Βuondelmonti, C., Περιγραφή Της Νήσου Κρήτης (Descriptioinsulae Cretae), Ηράκλειο, 1996
  •  Δετοράκης, Θ., Ιστορία Της Κρήτης,  Ηράκλειο, 1999
  • Δημοσιεύματα Του Αρχαιολογικού Ινστιτούτου Κρήτης Αρ.1 Ηρακλειο 2002, Το Κρητικό Κρασί Από Τα Προιστορικά Χρόνια Ως Τα Νεότερα. μαλβάζια Το Μαλεβιζιώτικο Κρασί , Εντελώς άγνωστη Στη Μονεμβασιά, Στ. Αλεξιου -Τα Μινωικά Αγγεία και το Κρασί, Λ. Πλάτων-Οίνος Παλαιός Και άνθρωποι. Σκηνές από την Καθημερινότητα της Μινωικής Παραγωγής, Κατερίνα. Κόπακα - To Κρητικό Κρασί Στους Ιστορικούς Χρόνους, Αντιγόνη Μαραγκού - Lerat -Αμπελουργική Και Οινολογική  Ορολογία Στα Νοταριακά έγγραφα Της Βενετοκρατίας
  • Κορρέ, Κ., Παραδοσιακή Ζωή Και Τέχνη, 15ος - 19oς, Αθήνα, 2003
  • Κουκουλές. Φ., Βυζαντινών Βίος Και Πολιτισμός,  Athenes 1952.
  • Μπαλτά. Ε., Οίνος, Πολιτισμος, Και Κοινωνια, Το Κρασί στους Οθωμανικούς Χρόνους, Εθνικό ίδρυμα Ερευνών, 2006
  • Οινολόγος, Τ43 Μαρτ-Μαι 1999, Η Ποικιλιακή Σύνθεση Του Κρητικού Αμπελώνα Εκδ. Καπόν, 1999
  • ΟΜΗΡΟΥ ΟΔΥΣΣΕΙΑ (Μετάφραση Ν. Καζαντζάκη)
  • Σιμοπούλος. Κ., Ξένοι Ταξιδιώτες Στην Ελλάδα, Τομ. Α, 333 Μ.χ - 1700 Μ.χ,  Αθήνα 
  • Σταφίδα Σουλτανίνα Κρήτης, ΠΓΕ –ΕΛΓΟ Δήμητρα
  • Τζεδάκις Γ., Μartlew Hol., Μινωικές Και Μυκηναϊκές Γεύσεις Αθήνα Εκδ. Καπον 1999   (Κρασί Με Ρητίνη Τερεβίνθου Οικισμός Αποδούλου 1900-1700 Μαρτλεw Holley)
  • Treuil, R., Darcque P., Poursat, J. C. I., Touchis, G., Οι Πολιτισμοί του Αιγαίου, Ινστ. Βιβλίου Μ .Καρδαμίτσα Αθήνα 199
  • https://www.kathimerini.gr/society/98587/o-mayros-glykos-oinos-malvazia/ (19.08.2001), (τελευταία πρόσβαση: 22/09/2021)
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ