ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Nεοελληνική γλώσσα | Ετυμολογικά

0

Πολλοί Έλληνες έχουμε την έφεση να εκφέρουμε απόψεις επί παντός του επιστητού, ως παντογνώστες και  επιμένουμε πως οι απόψεις μας είναι σωστές, μη επιδεχόμενες αμφισβήτηση.

 Ένα από τα θέματα που αποτελεί συχνό αντικείμενο συζήτησης είναι η προέλευση των ελληνικών λέξεων. Λόγω της, επί σχεδόν δύο χιλιετίες,  κατοχής από διάφορους κατακτητές (Ρωμαίους, Άραβες, Βενετούς,  Τούρκους)  που όλοι, άλλος λίγο άλλος πολύ, άφησαν το στίγμα τους, υπάρχει συχνά σύγχυση γύρω από το θέμα αυτό. Ορισμένοι από τους συμπατριώτες μας θεωρούν ότι, πολλές λέξεις της καθομιλουμένης που τους φαίνονται δυσνόητες και μη συμβατές με τις γνώσεις τους, προέρχονται από την τουρκική γλώσσα. Αυτή η άποψη είναι συχνά λάθος. Μια από τις λέξεις που υπόκεινται σε αυτή την κατηγορία που πολλοί νομίζουν ότι είναι τουρκικής προέλευσης, είναι η λέξη ταϊτέρου ή ταχιτέρου που χρησιμοποιείται  ευρέως στα χωριά της Κρήτης και σημαίνει αύριο το πρωί. Η με αρχαιοελληνικότατες ρίζες λέξη αυτή είναι σύνθετη με πρώτο συνθετικό το επίθετο ταχύς που εκτός από γρήγορος σημαίνει και νωρίς (ταχέως), εξ ου και η λέξη ταχινή που και αυτή χρησιμοποιείται στα χωριά μας και σημαίνει νωρίς το πρωί. Το δεύτερο συνθετικό της λέξης είναι η αντωνυμία έτερος -η -ο, που εδώ αναφέρεται στην επόμενη μέρα από αυτή που μιλούμε. Η λέξη ταχιτέρου δηλαδή σημαίνει νωρίς το πρωί της επόμενης (αυριανής) ημέρας.

Δεν είχα καμιά πρόθεση να ασχοληθώ με το θέμα αυτό. Το ερέθισμα μου δόθηκε διαβάζοντας το  κείμενο του, άγνωστου σε μένα, κ. Γιώργου Ουρανού που δημοσιεύτηκε στην έγκριτη εφημερίδα σας της 6.2.2021, σελ. 25. Αν κατάλαβα καλά θεωρεί ότι, οι λέξεις ταχινή, ταϊτέρου, (γράφει ταϊταίρου αντί ταϊτέρου), ταχιά, δόξα σοι, γλάκιο, γλακώ (παραφθορά του λακώ), δροσά και σαλεύω, είναι τουρκικής προέλευσης. Έχω ακούσει κατά καιρούς απόψεις και για άλλες ελληνικότατες λέξεις και φράσεις ότι είναι τουρκικής προέλευσης, όπως το εγούγια μου (παραφθορά του εγώ ωιμέ) και πολλές άλλες. Οι απόψεις αυτές είναι λάθος. Μας αδικούν ως  έθνος και δίνουν αξία στους Τούρκους που δεν την δικαιούνται. Γι’ αυτό πρέπει να είμαστε πολύ προσεκτικοί όταν τις εκφράζουμε χωρίς να έχουμε  γνώσεις επί του θέματος και χωρίς να έχουμε συμβουλευθεί ειδικά λεξικά.

Ένα άλλο πολύ σοβαρό θέμα που αποτελεί δυσοίωνη εξέλιξη για την ελληνική γλώσσα και την απειλεί με αφανισμό, είναι η αθρόα εισβολή ξένων, κυρίως αγγλικών, λέξεων. Τα κυριότερα μέσα που συντελούν  στην παγίωση αυτής της κατάστασης είναι:

α. Η χρήση ξένων ονομασιών σε εταιρίες και καταστήματα με τις επιγραφές τους στα αγγλικά για την προσέλκυση τουριστών. 

β. Η ραγδαία ανάπτυξη της τεχνολογίας, η οποία παράγεται εκτός Ελλάδας και εισάγεται στη χώρα μας λόγω και της παγκοσμιοποίησης,

γ. Τα ΜΜΕ ή media όπως τα λένε τώρα, δηλαδή το ραδιόφωνο και κυρίως η τηλεόραση και

δ. Οι ιστότοποι με τα μέσα κοινωνικής (sic)  δικτύωσής τους, (social  media παρακαλώ).

Στα νεανικά μου χρόνια, είχα την τύχη να μείνω για δύο χρόνια περίπου στη Νέα Υόρκη, εργαζόμενος την ημέρα στο αεροδρόμιο Κέννεντυ και σπουδάζοντας τα βράδια στο πανεπιστήμιο. Μια φορά την εβδομάδα, αφιέρωνα λίγες ώρες για ψυχαγωγία, συναντώντας δύο φίλους από την Ελλάδα, που είχαν σταλεί και αυτοί στα ναυτιλιακά γραφεία της εταιρίας τους στη μεγαλούπολη για μετεκπαίδευση, όπως και εγώ στα γραφεία της αεροπορικής εταιρίας που δούλευα. Αγαπημένο θέμα συζήτησής μας ήταν η διακωμώδηση του τρόπου με τον οποίο οι Ελληνοαμερικανοί   χρησιμοποιούσαν αγγλικές λέξεις μιλώντας στα ελληνικά. Τα σπιτάλια, τα χοτέλια, τα κουόρια, η ελεβέτα, η μαρκέτα, το κάρο, οι Αϊρίστες, θα μουβάρω, θα σε ασιστάρω κ.λπ. έδιναν και έπαιρναν, με αποκορύφωμα εκείνο το: μας χάλασε το ρούφ και ήρθε ο ρουφιάνος και μας τό’φτιαξε. Οι Ελληνοαμερικανοί βέβαια δεν είχαν σπουδάσει σε σχολεία στην Ελλάδα και τα ελληνικά τα είχαν μάθει κυρίως από τους γονείς τους, συνεπώς οι γνώσεις τους της ελληνικής γλώσσας ήταν περιορισμένες. Γι’ αυτό ο τρόπος που μιλούσαν την ελληνική ήταν δικαιολογημένος.  Εμάς όμως μας ακουγόταν πολύ παράξενος.

Τι να πει όμως κανείς τώρα για τους σημερινούς ελληνόπαιδες που η χρήση εκ μέρους τους της ελληνικής γλώσσας είναι τρισχειρότερη από εκείνη των Ελληνοαμερικανών: Δεν ενδιαφέρονται καθόλου να μιλήσουν σωστά ελληνικά. Αντίθετα, το θεωρούν μαγκιά να χρησιμοποιούν όσες περισσότερες ξένες λέξεις μπορούν στη θέση αντίστοιχων ελληνικών, για να επιδεικνύουν, όπως νομίζουν, τη γλωσσομάθεια τους. Πρώτοι διδάξαντες, κατά την ταπεινή μου γνώμη, είναι οι ραδιοτηλεοπτικοί  σχολιαστές που κάνουν περιγραφή αγώνων ομαδικών αθλημάτων. Στο λεξιλόγιό τους κυριαρχούν οι ξενόφερτες λέξεις. Λένε ματς αντί παιχνίδι ή αγώνα, φινάλε αντί λήξη, τέλος ή τέρμα του αγώνα, γκολκίπερ, κίπερ, πορτιέρο αντί τερματοφύλακας, σέντερ αντί κεντρικός, μπάκ αντί οπισθοφύλακας, χάφ αντί μέσος, εχτρέμ αντί ακραίος, πλέυ μέικερ ή πόιντ γκάρντ αντί κουμανταδόρος, κόουτς (παράγωγα κοουτσάρω και κοουτσάρισμα) αντί προπονητής κ.λπ. και αντί να αναφέρουν τα επίσημα ονόματα των, ξένων κυρίως, ομάδων χρησιμοποιούν τα ονόματα από τα χρώματα των φανελών των παικτών τους, ήτοι: μπλαουγκράνα, τζιαλορόσι, μπιανκονέρι, ροσονέρι κ.λπ..  Το αθλητικό σωματείο από ομάδα έγινε κλάμπ και τα επί μέρους επαγγελματικά του τμήματα έγιναν τιμ, ήτοι ιατρικό τιμ, προπονητικό τιμ, τεχνικό τιμ κ.λπ., ο προϋπολογισμός της ομάδας έγινε μπάτζετ, το σύνολο των ενεργών αθλητών της έγινε ρόστερ κ.λπ.. Αυτά είναι μερικά μόνο χτυπητά παραδείγματα. Ω! τι επίδειξη ημιμάθειας. Αλλά και οι παρουσιαστές της τηλεόρασης και οι πάσης φύσεως και επιπέδου διασημότητες (σελέμπριτις παρακαλώ), ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες δεν υστερούν σε ημιμάθεια, και ανταγωνίζονται σε φτηνιάρικη επίδειξη γλωσσομάθειας. Γι’ αυτούς το γεγονός έγινε ιβέντ ή φάκτ, η παράσταση έγινε ακτ, η εμφάνιση έγινε λούκ και η νέα εμφάνιση νιού λούκ, το  ελέγχω έγινε τσεκάρω, το δοκιμάζω έγινε τεστάρω και άλλα πολλά τέτοια. Άκουσα έναν από αυτούς (τους σελέμπριτις) να κομπορημονεί και  να λέει με ύφος κόκορα λειράτου πως, με τα έντυπά του και τις εκπομπές του στην τηλεόραση, κατάφερε να ξεβλαχέψει τους μισούς Έλληνες γιατί τους έμαθε να λένε μπρέικ αντί διάλειμμα, ριστάρτ αντί επανεκκίνηση, γκόου αντί φύγε, γκούντ μπάυ αντί γειά χαρά και άλλα καραγκιοζίστικα που δε φτάνει όλο το φύλλο της εφημερίδας για να τα χωρέσει. Πάντως εγώ, με περηφάνεια δηλώνω εδώ ό,τι δεν ξεβλάχεψα και ακολουθώ τις αξίες που από μικρός έμαθα στο χωριό που γεννήθηκα και μεγάλωσα.

Να μην ξεχάσουμε να προσθέσουμε σε όλα αυτά και τις εκάστοτε  κυβερνητικές ορολογίες όπως τις πρόσφατες στα περιοριστικά μέτρα λόγω της πανδημίας: λοκ ντάουν, κλικ αγουέυ, κλικ ινσάιντ, ράπιντ τεστ κ.λπ. καθώς και τους τίτλους των διαφόρων διαφημίσεων όπως βάλιου φορ μάνεϋ, ουάου, μπέστ πράις κ.λπ. και συμπληρώνεται η εξέλιξη.

 Όλες οι γλώσσες, κυρίως οι ευρωπαϊκές, έχουν θέμα με την εισβολή των αγγλικών λέξεων. Ως ένα σημείο είναι φυσιολογικό, γιατί οι όροι των νέων τεχνολογικών προϊόντων τείνουν να έχουν την ίδια ονομασία διεθνώς, λόγω και της παγκοσμιοποίησης. Στη χώρα μας  το φαινόμενο είναι πιο έντονο και επεκτείνεται και σε άλλους τομείς, εκτός από εκείνες των τεχνολογικών προϊόντων, λόγω της άμετρης ξενομανίας που μας διακατέχει, κατάλοιπο ίσως του ραγιαδισμού.  

Σε όλους τους χρήστες ξένων λέξεων αντί των αντίστοιχων ελληνικών στον προφορικό ή γραπτό λόγο τους, έχω να πω και να τονίσω ό,τι στις 26.9.1957, στο πλαίσιο των ετήσιων συναντήσεων που οργάνωνε η Παγκόσμια Τράπεζα στη Νέα Υόρκη, ο αείμνηστος καθηγητής του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος Ξενοφών Ζολώτας, εκφώνησε ομιλία στην αγγλική γλώσσα χρησιμοποιώντας μόνο λέξεις ειλημμένες από την ελληνική. Η ομιλία αυτή έκανε μεγάλη εντύπωση παγκοσμίως. Σήμερα ένας αγγλομαθής μπορεί να γράψει ομιλία στα ελληνικά χρησιμοποιώντας μόνο λέξεις ειλημμένες από τη αγγλική γλώσσα.  Δυστυχώς !!!

Άφησα για το τέλος κάτι ευχάριστο και ελπιδοφόρο. Πριν από κάποιους μήνες είδα στην τηλεόραση (TV για τους προαναφερθέντες)    τον εκ Θεσσαλονίκης Έλληνα κ. Άλμπερτ Μπουρλά, εκτελεστικό πρόεδρο της αμερικανικής εταιρίας Πφάιζερ που παρασκευάζει το εμβόλιο για τον κορωνοϊό και άκουσα την ομιλία του σχετικά με το αντικείμενο της επιστήμης που διακονεί. Μιλούσε στα ελληνικά, χωρίς τη χρήση καμιάς ξένης λέξης ή όρου. Θαύμασα πόσο σωστά ήταν τα ελληνικά του, άψογα νοηματικά και γλωσσικά δομημένος λόγος. Αξίζει πολλά εύγε!

Οποία διαφορά του μορφωμένου Έλληνα πατριώτη, από τους προαναφερθέντες. Διάβασα πρόσφατα ότι σχεδιάζει, προωθεί και πραγματοποιεί (άρχισε ήδη να προσλαμβάνει προσωπικό) τη δημιουργία παραρτήματος της εταιρίας που προεδρεύει, στην ιδιαίτερη πατρίδα του τη Θεσσαλονίκη. Και πάλι Εύγε!!!

Βλέποντας τέτοιες περιπτώσεις όπως του κ. Άλμπερτ Μπουρλά, γεμίζουμε από αισιοδοξία. Υπάρχουν ακόμη Έλληνες πατριώτες!

ΥΠΑΡΧΕΙ ΕΛΠΙΔΑ

ΥΓ.  Άσχετο με τη γλώσσα αλλά πολύ σχετικό με τον πατριωτισμό. Ο βετεράνος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου κ. Ιάκωβος Τσούνης, γεννημένος στην Πάτρα το 1925, δούλεψε σκληρά στη ζωή του και έγινε εφοπλιστής. Συνειδητοποιώντας ότι πλησιάζει προς το τέλος της ζωής του, δώρισε το σύνολο της περιουσίας του, η οποία ανέρχεται σε δεκάδες εκατομμύρια ευρώ, στο ελληνικό κράτος, με τον απαράβατο όρο να διατεθεί για την ενίσχυση των Ενόπλων μας Δυνάμεων. Όπως δήλωσε χαρακτηριστικά:  Ήρθα στον κόσμο ξυπόλυτος και θέλω να φύγω ξυπόλυτος.

Άνθρωποι σαν τον κ. ΙΑΚΩΒΟ ΤΣΟΥΝΗ μας κάνουν υπερήφανους που είμαστε Έλληνες.

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ