ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ

«Χρυσή βίζα»: Σε 500.000 ευρώ το νέο όριο της επένδυσης

0

Προβληματισμό και ανησυχία για τον τρόπο εφαρμογής εκφράζουν στελέχη του τομέα της επενδυτικής μετανάστευσης για την αιφνίδια, όπως αποδεικνύεται, εξαγγελία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη από το βήμα της ΔΕΘ, που αφορά την αλλαγή στο πρόγραμμα «χρυσή βίζα». Ειδικότερα, θα θεσμοθετηθεί η αύξηση του ελάχιστου απαιτούμενου ποσού επένδυσης για αγορά ακινήτου από τα 250.000 ευρώ που είναι σήμερα στα 500.000 ευρώ. Με αυτόν τον τρόπο θα επιχειρηθεί να αυξηθεί το διαθέσιμο απόθεμα ακινήτων προς αγορά από ενδιαφερόμενους Ελληνες.

Στην αγορά πάντως επικρατεί αναβρασμός, καθώς εκτιμάται ότι θα πληγεί η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού, καθώς σήμερα προσφέρει το πιο προσιτό πρόγραμμα. «Χώρες όπως η Ισπανία και η Πορτογαλία ναι μεν έχουν επίσης όριο επένδυσης τα 500.000 ευρώ, αλλά ειδικά η τελευταία προσφέρει και την επιλογή της λήψης της ιθαγένειας, μόλις ο επενδυτής συμπληρώσει πέντε χρόνια από την εξασφάλιση της άδειας παραμονής», σημειώνει ο κ. Αλέξανδρος Ρισβάς, επικεφαλής του δικηγορικού γραφείου Ρισβάς και Συνεργάτες που ειδικεύεται σε προγράμματα επενδυτικής μετανάστευσης. Κατά τον ίδιο, ιδιαίτερα κρίσιμο θα είναι και το πώς θα εφαρμοστεί αυτή η αλλαγή στο πρόγραμμα, δεδομένου ότι υπάρχουν πολλές «ανοιχτές» αγοραπωλησίες αυτό το διάστημα, που καθυστερούν λόγω γραφειοκρατίας.

Πάντως, ήδη στο υπουργείο Ανάπτυξης μελετούν τα επιμέρους σενάρια για την εφαρμογή του νέου ορίου, προκειμένου να μη διαταραχθεί η λειτουργία του προγράμματος. Σε αυτό το πλαίσιο, πρόθεση του υπουργείου είναι να μην υπάρξει αιφνιδιασμός και το νέο πλαίσιο να μην έχει αναδρομική ισχύ. Αυτό σημαίνει ότι όσες αιτήσεις λήψης άδειας παραμονής υποβληθούν μέχρι την ισχύ του νέου πλαισίου, θα γίνουν με το παλαιό όριο των 250.000 ευρώ. Δεν αποκλείεται, μάλιστα, ακριβώς αυτή η διαφοροποίηση να οδηγήσει σε πολλαπλασιασμό των αιτήσεων, καθώς θα αυξηθεί κατακόρυφα ο αριθμός των ενδιαφερόμενων επενδυτών που θα θελήσουν να εκμεταλλευθούν αυτό το «παράθυρο» και να αποκτήσουν ένα πιο φθηνό ακίνητο.

    Στην αγορά επικρατεί αναβρασμός, καθώς εκτιμάται ότι θα πληγεί η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας ως επενδυτικού προορισμού.

Αλλη μία σημαντική παράμετρος αφορά την πιθανότητα να απαγορευθεί η απόκτηση δύο ή και περισσότερων ακινήτων. Εν ολίγοις, οι 500.000 ευρώ θα πρέπει να αφορούν αποκλειστικά και μόνον ένα ακίνητο. Διαφορετικά θα μπορούσαν οι ενδιαφερόμενοι (κάτι που πράττουν ορισμένοι σήμερα) να αποκτήσουν π.χ. πέντε διαμερίσματα των 100.000 ευρώ έκαστο, ακυρώνοντας στην πράξη την πρόθεση της κυβέρνησης να αυξηθεί η προσφορά ακινήτων στην αγορά. Το ερώτημα βέβαια είναι πόσα τέτοια ακίνητα, αξίας τουλάχιστον 500.000 ευρώ, διατίθενται προς πώληση και πώς θα αποφευχθούν νέες, απότομες «αναπροσαρμογές» αξιών σε διαμερίσματα που σήμερα πωλούνται αντί π.χ. 400.000 ευρώ;

Δεν αποκλείεται πάντως να υιοθετηθεί ένα μοντέλο ανάλογο με της Πορτογαλίας (με την εξαίρεση της χορήγησης ιθαγένειας), βάσει του οποίου θα θεσπιστούν και χαμηλότερα ελάχιστα όρια επένδυσης, ειδικά για περιοχές της χώρας με χαμηλή ανάπτυξη. Πρόκειται για μια πρόταση που μελετάει ήδη το υπουργείο Ανάπτυξης. Για παράδειγμα, στη χώρα της Ιβηρικής το ελάχιστο όριο διαμορφώνεται σε 280.000 ευρώ για την αγορά παλαιών ακινήτων (ηλικίας 30 ετών και πάνω που χρήζουν ανακαίνισης), εφόσον αυτά βρίσκονται σε περιοχές με χαμηλό ΑΕΠ ή αραιοκατοικημένες. Το ποσό αυτό αυξάνεται σε 350.000 ευρώ για παλαιά ακίνητα στις υπόλοιπες πόλεις της χώρας. Αν πρόκειται για ακίνητα ηλικίας μικρότερης των 30 ετών, το όριο διαμορφώνεται σε 500.000 ευρώ, ή 400.000 ευρώ αν αυτά βρίσκονται σε περιοχές της χώρας με χαμηλή οικονομική ανάπτυξη ή αραιοκατοικημένες.

Σήμερα, το πρόγραμμα «χρυσή βίζα» υπολογίζεται ότι έχει συνεισφέρει περίπου 2,5-3 δισ. ευρώ από το 2014 που ξεκίνησε να εφαρμόζεται. Ωστόσο, ορισμένοι από εκείνους που τοποθετήθηκαν την περίοδο 2015-2018, όταν τα ακίνητα ήταν πιο φθηνά από σήμερα, έχουν σπεύσει να μεταπωλήσουν τα ακίνητά τους και να αποχωρήσουν από την ελληνική αγορά, αποκομίζοντας σημαντικές υπεραξίες. Ετσι, σε συνδυασμό και με τεχνικούς λόγους, που άπτονται της ανανέωσης παλαιότερων αδειών, ο αριθμός των αδειών στο τέλος Ιουνίου διαμορφωνόταν σε 9.075, από 9.619 στις αρχές του έτους.

kathimerini.gr

 

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ