ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ
MENOY
ΑΘΛΗΤΙΚΑ

Όταν η ΕΑΡ μάζεψε 5.000 Ρεθυμνιώτες στο «Καραϊσκάκη»

0

Τρείς παλαίμαχοι της μεγάλης ομάδας της ΕΑΡ, ο Σταύρος Καλαϊτζιδάκης, ο Ντίνος Φραγκάκος , ο Μιχάλης  Βουράκης, και ο πρόεδρος του Ρεθυμνιακού, Κωστής Παπαδάκης,  μιλούν αποκλειστικά στην εφημερίδα Ρέθεμνος για το αφιέρωμα της εφημερίδας στον ιστορικό αγώνα του μπαράζ με τον Ηρόδοτο.

Την 4η Ιουνίου του 1988 το Ρέθυμνο έζησε μια ιστορική και μοναδική μέρα καθώς η ΕΑΡ, κέρδισε με 2-1 τον Ηρόδοτο στο «Καραϊσκάκη», στο μπαράζ για την άνοδο στη Β΄ Εθνική. Ήταν μια μεγάλη επιτυχία για το Ρεθυμνιώτικο ποδόσφαιρο. Το αφιέρωμα είναι χωρισμένος σε δύο μέρη και στο πρώτο μέρος μίλησαν οι Σταύρος Καλαϊτζιδάκης και Ντίνος Φραγκάκος.

Σταύρος Καλαϊτζιδάκης: « Έμαθα δέκα λεπτά πριν φύγουμε από το ξενοδοχείο ότι θα έπαιζα»

Την αρχή έκανε ο Σταύρος Καλαϊτζιδάκης, ο οποίος αποκάλυψε ότι δεν βρισκόταν στα βασικά πλάνα του προπονητή για το μπαράζ και έμαθε δέκα λεπτά πριν την αναχώρηση ότι θα παίξει αλλά και τις «ντόπες» από τον κ. Θόδωρο Βαρδινογιάννη που του είπε ότι θα ήταν ο καλύτερος του γηπέδου.

«Για το συγκεκριμένο παιχνίδι το οποίο έφερε το Ρέθυμνο μετά από πολλά χρόνια στη Β’ Εθνική κατηγορία έχω να πω ότι ήταν ένας αγώνας που έχει μείνει στην μνήμη γιατί ήταν μια από τις σημαντικότερες επιτυχίες της ομάδας, όπως και των φιλάθλων που μας ακολουθούσαν παντού. Φτάσαμε στο μπαράζ κόντρα στον Ηρόδοτο αφού τα μεταξύ μας παιχνίδια που είχαμε δώσει στο πρωτάθλημα είχαν λήξει ισόπαλα με το ίδιο σκορ (1-1), αν και στην Αλικαρνασσό ήμασταν καλύτεροι και θα μπορούσαμε να είχαμε πάρει την νίκη, όμως αντ' αυτού βρεθήκαμε πίσω στο σκορ και καταφέραμε στις καθυστερήσεις και μετά από φάουλ που κέρδισε ο Βουράκης, την εκτέλεση ανέλαβα εγώ. Θυμάμαι χαρακτηριστικά που όλοι μου δείχνανε με το χέρι του το πίσω δοκάρι, έτσι έκανα και εγώ την σέντρα στο προς τα εκεί, και αφού απογειώθηκαν όλοι οι ψηλοί μας, Φραγκάκος, Μπέκας, Σαλβαράκης, με τον πρώτο να παίρνει την κεφαλιά και να μας στέλνει στο μπαράζ. Ανεβήκαμε απάνω δύο μέρες πριν το παιχνίδι και πήγαμε για προπόνηση στην Παιανία. Περιμέναμε την απόφαση του προπονητή για το ποιοι θα παίξουν αλλά δυστυχώς το κλίμα ήταν περίεργο γιατί κάποιοι και τελείως αγνά πέρασαν από το Ηράκλειο και άρχισαν να ακούγονται διάφορα. Αυτά που ακούστηκαν δεν ίσχυαν σε καμία περίπτωση γιατί όλοι ήμασταν μια οικογένεια, εκτιμούσαμε ο ένας τον άλλον και παίζαμε για εμάς και την ομάδα. Όταν πήγαμε για να κάνουμε την τελευταία μας προπόνηση πριν το παιχνίδι, ο προπονητής μας, ο κύριος Κόβης, πάντα έδειχνε τις προθέσεις του για το ποιοι θα παίξουν και εμένα μαζί με κάποια άλλα παιδιά, όπως ο Μιχάλης ο Βουράκης,  μας είχε έξω. Φύγαμε λοιπόν από το γήπεδο και πήγαμε στο ξενοδοχείο όπου μας επισκέφτηκε ο κ.   Θόδωρος Βαρδινογιάννης. Έκατσε και μίλησε μαζί μας ενώ εγώ έκατσα δίπλα του διότι ήταν φίλοι με τον πατέρα μου και με ήξερε και άρχισε να μου λέει ότι σήμερα θα είσαι καλύτερος. Εγώ είχα τον «πόνο μου» που δεν βρισκόμουν στα αρχικά πλάνα του προπονητή, του είπα, άσε κύριε Θοδωρή αλλά αυτός επέμενε και μου επανέλαβε για Τρίτη φορά ότι θα είμαι ο καλύτερος. Ο προπονητής μας είχε μια τακτική και πάντα έβαζε αυτούς που θα παίξουν στα ίδια δωμάτια και τους αναπληρωματικούς μαζί, οπότε ήταν πολύ εύκολο να γνωρίζεις αν θα παίξεις η όχι. Κάποια στιγμή και ενώ είχαμε φάει χτυπάει το τηλέφωνο στη ρεσεψιόν και ζητούσαν τον προπονητή να πάει στο δωμάτιο του και να απαντήσει, αυτό μου έχει μείνει ακόμη και σήμερα και ας μην ήξερα τι τηλέφωνο ήταν αυτό. Δέκα λεπτά πριν αποχωρήσει η ομάδα για να πάει στο Καραϊσκάκη χτυπάει η πόρτα του δωματίου μου και ήταν ο Γιώργος ο Καλλιγιάννης και μου είπε ότι με θέλει ο προπονητής. Μπήκα μέσα στο δωμάτιο του προπονητή, ο οποίος είχε ανοίξει ένα τάβλι και είχε έντεκα πούλια άσπρα από την μία πλευρά και έντεκα μπλε από την άλλη και μου είπε ότι είμαι τυχερός. Ο Μάρκου που έπαιζε στην ίδια θέση με εμένα και ήταν βασικός, γλίστρησε στην μπανιέρα και χτύπησε το πόδι του, οπότε θα έπαιζα εγώ στον αγώνα. Τότε γύρισα και είπα στον Κόβη, ότι όλοι εσείς που έρχεστε στο Ρέθυμνο, είτε προπονητές αλλά είτε ως παίκτες, είστε περαστικοί, ενώ εμείς είμαστε Ρεθυμνιώτες που γεννηθήκαμε σε αυτόν τον τόπο, εδώ θα ζήσουμε και θα πεθάνουμε. Το θυμάμαι ακόμη και σήμερα που γύρισα και του είπα ότι θα παίξω πρώτα για τον εαυτό μου, το Ρέθυμνο, για την Ε.Α.Ρ και τους φιλάθλους της ομάδας. Έπαιξε επίσης μαζί με εμένα και ο Βουράκης που τότε ενδιαφερότανε και η ΑΕΚ για εκείνον. Σε όλη την διάρκεια του πρωταθλήματος είχαμε κόντρα με τον Ηρόδοτο και ήταν πολύ σημαντικό παιχνίδι για εμάς και έπρεπε να το κερδίσουμε. Πήγαμε λοιπόν στο Καραϊσκάκη και αυτό που με θάμπωσε ήταν ο κόσμος του Ρεθύμνου που ανέβηκε απάνω και όλος ο κόσμος εκτός Κρήτης που ήρθε σε εκείνον τον αγώνα και μπήκαμε με ψυχή και πάθος. Βρεθήκαμε πίσω στο σκορ αλλά γυρίσαμε το παιχνίδι με δύο υπέροχα γκολ από Βουράκη και Πολύζο. Ο διαιτητής ήταν Α’ Εθνικής που ήταν ένας δίμετρος Θεσσαλονικιός και μου έχει μείνει που σήκωσε τα χέρια του και σφύριξε τρείς φορές την λήξη του αγώνα.

Ήταν μοναδική στιγμή η ομάδα συνέχισε να πρωταγωνιστεί τα επόμενα χρόνια στην Β΄Εθνική , φτάσαμε κοντά στο να πάμε και στην Α΄Εθνική που θα ήταν η μεγαλύτερη επιτυχία της ΕΑΡ που κατάφερε να ενώσει όλους του Ρεθυμνιώτες του νομού».  

Φραγκάκος Κωνσταντίνος: «Υπήρχε δυσπιστία στην ομάδα πριν τον αγώνα αλλά το ξεπεράσαμε»

Από την πλευρά του ο παλαίμαχος της ΕΑΡ Ντίνος Φραγκάκος θυμήθηκε την ατμόσφαιρα που επικρατούσε στο ξενοδοχείο πριν τον αγώνα, που δεν ήταν και η καλύτερη, τον διοικητή του που δεν του έδινε άδεια για το παιχνίδι, το πως με ένα σωτήριο τάκλιν απεσόβησε σίγουρο γκολ και τον κόσμο που πανηγύριζε στο τέλος.

«Εγώ στην ομάδα ήρθα τον Δεκέμβρη του 1987 και δεν ήταν εύκολο να έρθω αλλά με προσωπικές παρεμβάσεις του προπονητή του κύριου Κόβη προς το κύριο Βαρδινογιάννη, πέρασαν οι όποιες δυσκολίες υπήρχαν ξεπεράστηκαν και το αποτέλεσμα ήταν να αγωνιστώ σε 13 παιχνίδια στο δεύτερο γύρο. Η ΕΑΡ είχε φτιάξει μια πολύ δυνατή ομάδα με έναν προπονητή που λάτρευε την πειθαρχία και την δυνατή προπόνηση. Η ομάδα ήταν ανταγωνιστική σε όλο το πρωτάθλημα και πάλεψε με τον Ατρόμητο και τον Ηρόδοτο να είναι κοντά και να γίνεται μια μεγάλη μάχη αλλά κάποια στιγμή ο Ατρόμητος κατάφερε να ξεφύγει και ειδικά μετά την ήττα μας στο Περιστέρι σε έναν αγώνα που δεν αξίζαμε να χάσουμε. Έτσι ο Ατρόμητος κατάφερε να βγει πρωταθλητής και η δεύτερη θέση παιζότανε ανάμεσα σε εμάς και στον Ηρόδοτο, που είχαν και αυτοί πολλή καλή ομάδα. Οι τρείς τελευταίες αγωνιστικές ήταν καθοριστικές, με τις δύο ομάδες να προσπαθούν να απομακρυνθούν η μία από την άλλη, όμως η ομάδα μας ήταν αρκετά δοκιμασμένη, είχαμε κάνει εξαιρετική πορεία. Το πρωτάθλημα τότε παιζότανε σε ξερό αγωνιστικό χώρο και λίγες ομάδες ήταν εκείνες που είχανε χόρτο ( Ατρόμητος, Κέρκυρα, Αιγάλεω, Ηρόδοτος) αλλά εμείς παίζαμε εντελώς διαφορετικά σε σχέση με εκείνους. Εμείς καταφέραμε αυτό το μειονέκτημα να το ξεπεράσουμε και να το κάνουμε πλεονέκτημα και έτσι φτάσαμε στον αγώνα μπαράζ με τον Ηρόδοτο. Εκείνη την εβδομάδα επικρατούσε μια μεγάλη αναστάτωση και χωρίς να υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος λόγος και σε αυτό φταίει ο ερασιτεχνισμός των παραγόντων της ομάδας που βοήθησε σε αυτό. Δεν είχαν γνώση του πρωταθλήματος, βλέπανε τα πράγματα τελείως διαφορετικά και αυτό ήταν και κάλο αλλά και κακό. Θυμάμαι χαρακτηριστικά που ενώ ήμασταν έτοιμοι να φύγουμε εγώ είχα θέμα με τον στρατό γιατί τότε ήμουν φαντάρος και ο υποδιοικητής μου ήταν Ηρακλειώτης και οπαδός του Ηροδότου και προσπαθούσε να μην με αφήσει να ταξιδέψω. Ευτυχώς ο διοικητής μου, του κυρίου Κλάδου Βασίλη ήταν καθοριστική και ξεκίνησε το ταξίδι για τον μεγάλο τελικό. Πήγαμε στην Παιανία, και φτάνοντας στο ξενοδοχείο μου είχε κάνει εντύπωση το ευχάριστο περιβάλλον που είχαν φτιάξει οι εργαζόμενοι εκεί, με τον διευθυντή να μας ανακοινώνει ότι θα είναι εκεί για εμάς σε ότι χρειαστούμε, οποιαδήποτε ώρα. Αυτά ήταν τα πρώτα σημάδια για ένα πολύ καλό κλίμα το οποίο όμως δεν κράτησε πολύ γιατί υπήρχε αρκετή μυστικοπάθεια. Ξεκίνησε από τους παράγοντες και σιγά-σιγά πέρασε και σε εμάς και ξεκίνησε να υπάρχει μια δυσπιστία και αμφισβήτηση στους συμπαίκτες μας και θυμάμαι που κοιτούσα κάποιους από αυτούς και δεν ήμουν σίγουρος για το ποιοι θα είναι μαζί μας. Ο προπονητής έβγαζε την εντεκάδα και βλέπαμε άλλα πράγματα και ήταν πράγματα που δεν κολλάγανε, όμως περνώντας οι ώρες τα πράγματα έδεσαν και έφτιαξαν. Μεγάλο ρόλο σε αυτό έπαιξε η παρουσία του Γιώργου Καλλιγιάννη που γυρνούσε στα δωμάτια όλο το βράδυ και να προσπαθεί να μας φέρει κοντά και να επαναφέρει την εμπιστοσύνη και μετά ήρθε και η κουβέντα του Σαλβαράκη του Γιώργου που μας είπε ότι κύριοι εδώ που φτάσατε θα το πάρετε το παιχνίδι και το  έβλεπες στα μάτια του ότι το πίστευε. Γίνανε πολλά τις προηγούμενες ημέρες, όλα αυτά με τα τηλέφωνα και τις παρακολουθήσεις ίσχυαν και ήταν αλήθεια αλλά δεν τα αφήσαμε να μας επηρεάσουν. Φύγαμε για να πάμε στο «Καραϊσκάκη» και τα πράγματα ήταν πιο σοβαρά εκεί γιατί η ατμόσφαιρα ήταν τεταμένη και από τις δύο πλευρές και ειδικά μέχρι να ανακοινωθεί η εντεκάδα. Μπήκαμε στο γήπεδο και είδαμε στα δεξιά τους οπαδούς του Ηροδότου και στα αριστερά του δικούς μας, με την ατμόσφαιρα να είναι καταπληκτική. Εκεί εμφανίστηκε το πρώτο πρόβλημα και αλλάξαμε τις φανέλες μας, δεν παίξαμε με την άσπρη που ήταν η γούρικη μας αλλά με την μπλε και χαρακτηριστικό είναι ότι στις φωτογραφίες έχουμε βγει σε μερικές με άσπρη και τελικά παίξαμε με την μπλε. Κάναμε στον αγώνα τρομερή προσπάθεια, βρεθήκαμε πίσω στο σκορ από λάθος δικό μου και εκεί πείσμωσα πάρα πολύ, η ομάδα ανέβασε την απόδοση της και αποκορύφωμα ήταν ένα σωτήριο τάκλιν που έκανα και έσωσα ένα σίγουρο γκολ, και μάλιστα ο Καλαϊτζιδάκης μου φώναζε μπράβο. Πήραμε δύναμη κάναμε το 1-1 με τον Βουράκη.

Στο ημίχρονο πιστεύαμε στην νίκη και μετά ήρθε το γκολ του Πολύζου μας έδωσε την νίκη. Μετά βρήκα τον Κώστα Χανιωτάκη που έκλαιγε και με τον οποίο γνωριζόμασταν από όταν ήμασταν φαντάροι και μου ευχήθηκε καλή πορεία, με την απάντηση μου να είναι ότι εμείς πήραμε την άνοδο αλλά εκείνος την καλή μεταγραφή στον ΟΦΗ. Έγινε χαμός από τον κόσμος και τους πανηγυρισμούς και στα αποδυτήρια έδωσε ομιλία ο κύριος Θόδωρος Βαρδινογιάννης και είναι κρίμα που λάθη παραγόντων τον έδιωξαν. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι για πολλά χρόνια είχε και τον ΟΦΗ και την ΕΑΡ, με την άνοδο μας σε εκείνο το παιχνίδι να είναι η καλύτερη απάντηση σε όσους εκείνους που το λέγανε να αφήσει την ομάδα μας και να ασχοληθεί μόνο με τον ΟΦΗ».

Μέρος 2ο

Στη συνέχεια του αφιερώματος για τον μεγάλο αγώνα της ΕΑΡ με τον Ηρόδοτο στο μπαράζ του 1988, ο πρόεδρος του Ρεθυμνιακού αλλά και ο παλαίμαχος ποδοσφαιριστής της ΕΑΡ Μιχάλη Βουράκης, πήραν την σκυτάλη και είπαν την δική τους γνώμη αποκλειστικά στην εφημερίδα Ρέθεμνος.

Κωστής Παπαδάκης:« Ήταν ένας αγώνας που τον είδε όλη η Ελλάδα»

 O πρόεδρος του Ρεθυμνιακού αναφέρθηκε σε όλους τους ιστορικούς αγώνες που έχει δώσει η ομάδα, όπως με τον Ηλυσιακό σε έναν αγώνα που το γήπεδο είχε γεμίσει τρείς ώρες πριν την έναρξη του αγώνα και σε άλλα γεγονότα, ενώ έκλεισε με τον μεγάλο αγώνα του μπαράζ όπου οδήγησε την ΕΑΡ στην Β΄Εθνική.

«Είναι πραγματικά δύσκολο να αξιολογήσει κάποιος τους σημαντικότερους και ιστορικότερους αγώνες της ομάδας μας, ως Ρεθυμνιακός ή ΕΑΡ, στη μακριά πορεία μας.  Αναφέρουμε το 1975, όπου στο γήπεδο του Αιγάλεω γίνεται ο τελικός Κυπέλλου Ερασιτεχνών Ελλάδας μεταξύ του ΠΑΟΚ και του Ρεθυμνιακού (5-2) με τρία γκολ του Κώστα Ορφανού, μετέπειτα σέντερ φορ του ΠΑΟΚ-ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ και της Εθνικής Ελλάδας. Να θυμηθούμε το 1987, το παιχνίδι ΡΕΘΕΜΝΙΑΚΟΣ-ΗΛΥΣΙΑΚΟΣ σε ένα γήπεδο που γέμισε 3 ώρες πριν την έναρξη του αγώνα και που η γεμάτη παλμό εξέδρα έδωσε ώθηση στην ομάδα μας να νικήσει με 3-0 και να πάρει αυτή το εισιτήριο για τη Γ’ Εθνική.  Να θυμηθούμε μέσα στη 10ετή πορεία της ΕΑΡ, στα 1990, στην τότε πολύ δυνατή Β’ Εθνική τους επίσημους αγώνες που έδωσε η ομάδα μας, στο Κύπελλο Ελλάδας απέναντι στα «θηρία» ΟΛΥΜΠΙΑΚΟ-ΠΑΝΑΘΗΝΑΪΚΟ-ΑΕΚ-ΗΡΑΚΛΗ-ΠΑΝΙΩΝΙΟ, χωρίς να ηττηθεί μάλιστα σε κανένα παιχνίδι από κανέναν, πλην του ΠΑΝΙΩΝΙΟΥ. Τότε που 3.000-5.000 φίλαθλοι συνωστίζονταν σαν «τσαμπιά» στα γήπεδα της Σοχώρας και του Γάλλου, με κίνδυνο τη σωματική τους ακεραιότητα. Νομίζω, όμως, ότι ο αγώνας-ορόσημο στη μεγάλη και μακριά πορεία της ομάδας μας, αυτός που «στιγμάτισε» ποδοσφαιρικά όλο το  νομό Ρεθύμνου, είναι ο αγώνας μπαράζ μεταξύ ΕΑΡ-ΗΡΟΔΟΤΟΥ. Είμαστε στο Πρωτάθλημα της Γ΄ Εθνικής 1987-1988, όπου η ΕΑΡ, αν και νεοφώτιστη στην κατηγορία καταφέρνει και τερματίζει στη 2η θέση ισοβαθμώντας με τον ΗΡΟΔΟΤΟ. Πρωταθλητής αναδεικνύεται ο ΑΤΡΟΜΗΤΟΣ Περιστερίου που ανεβαίνει απευθείας στη Β’ Εθνική. Οι δύο ισοβαθμήσασες  ομάδες ΕΑΡ ΚΑΙ ΗΡΟΔΟΤΟΣ έχουν και μεταξύ τους ισόπαλα αποτελέσματα:   1-1 στο Ρέθυμνο και 1-1 στο Ηράκλειο, σε ένα επεισοδιακό γεμάτο ένταση παιχνίδι.  Οπότε, για τη 2η θέση που οδηγεί στη Β’ ΕΘΝΙΚΗ, ορίζεται αγώνας μπαράζ στο Γήπεδο Καραϊσκάκη (4-6-1988). Αγώνας που μεταδίδεται από το κρατικό κανάλι σε απευθείας μετάδοση και τον παρακολουθεί όλη η Ελλάδα, αφού τότε δεν υπήρχαν ακόμη ιδιωτικά κανάλια.  Έγινε, λοιπόν, τότε μια φοβερή κινητοποίηση των Ρεθεμνιωτών και μη φιλάθλων,  ντόπιων και εκτός Κρήτης (μέχρι και από την Αυστραλία – Αμερική ήλθαν απόδημοι Ρεθεμνιώτες). Με καράβια και αεροπλάνα μεταφέρεται ο Ρεθεμνιώτικος κόσμος στην Αθήνα και, τελικά, καταφέρνουν να παρευρεθούν στη μια κερκίδα του γηπέδου Καραϊσκάκη 5.000-6.000 φίλοι του Ρεθυμνιακού. Στην άλλη κερκίδα οι Ηρακλειώτες. Και βέβαια, δεν ξεχνιέται το τι επακολούθησε της νίκης με ανατροπή 2 – 1 και της ανόδου στη Β’ Εθνική, όπου και με την επιστροφή των χιλιάδων Ρεθεμνιωτών, η πόλη μας επί μέρες πανηγύριζε και γλεντούσε μοιάζοντας πραγματικά με «μεθυσμένη πολιτεία» (ο αγώνας υπάρχει στο YOUTUBE). Σε αυτό το σημείο θέλω να τονίσω ότι και τιμή και χαρά είναι για το Δ. Σ. της ομάδας μας που αντιπρόεδρός της είναι ο Γιώργης ο Ξηράκης, ο ποδοσφαιριστής με τις περισσότερες (267) συμμετοχές –«αρχιπιστός», στα χρόνια της ένδοξης πορείας της, ο οποίος με την αγωνιστική του δεινότητα και το ήθος του αποτέλεσε τον φυσικό ηγέτη στον αγωνιστικό χώρο. Παρομοίως, προπονητής της ομάδας μας είναι ο Γιώργος ο Λυρώνης, που επί χρόνια τίμησε κι αυτός τη φανέλα της ομάδας. Δεν ξεχνάει εύκολα κανείς τις επικές «μονομαχίες» του με παίκτες, όπως τον Τζόρτζεβιτς, Γιαννακόπουλο, Νινιάδη κ.α.,  μετέπειτα παίκτες του ΟΛΥΜΠΙΑΚΟΥ και όχι μόνο, αλλά και της Εθνικής Ελλάδας. Βεβαίως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι το ιδιαίτερα μεγάλο οικονομικό κόστος της ομάδας εκείνη την περίοδο,  δεν έπεφτε μόνο στις πλάτες των παραγόντων και του κόσμου της, αλλά το επωμιζόταν κατά κύριο λόγο η οικογένεια Βαρδινογιάννη με εκφραστή τον αείμνηστο Θοδωρή Βαρδινογιάννη, που χωρίς τη γενναιόδωρη συμβολή του, η ομάδα δεν θα μπορούσε να έχει την τόσο επιτυχημένη πορεία που είχε στα σαλόνια της Β’ Κατηγορίας».

Βουράκης Μιχάλης : « Μετά από το παιχνίδι ο κόσμος στο Ρέθυμνο μας υποδέχτηκε σαν ήρωες»

 Από την πλευρά του ο Μιχάλης Βουράκης θυμήθηκε την αγάπη του κόσμου που γέμιζε το γήπεδο σε κάθε προπόνηση της ομάδας, την ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα που επικρατούσε πριν το παιχνίδι και την οποία εκτόνωσε ο Θοδωρής Βαρδινογιάννης αλλά και την υποδοχή από όλους στο Ρέθυμνο στην επιστροφή της ομάδας.

«Εγώ έπαιζα στον ΟΦΗ και μετά πήγα στον Εργοτέλη όπου έπαιξα στην Γ΄Εθνικη κατηγορία και τις τελευταίες μέρες των μεταγραφών ο τότε προπονητής της ΕΑΡ, ο Κώστας Παπαθεοφάνους με τον οποίο είχα συνεργαστεί και στον Εργοτέλη με έπεισε να έρθω στο Ρέθυμνο για να παίξω ποδόσφαιρο σε μια ομάδα που έχει φιλοδοξίες και την βοηθάει και ο Θοδωρής Βαρδινογιάννης. Θυμάμαι χαρακτηριστικά στο πρώτο μου παιχνίδι που ήταν φιλικό κόντρα στον Ηρόδοτο που είχα πάθει σοκ με το γήπεδο και την αγάπη του κόσμου και την τόσο μεγάλη προσέλευση. Φτιάξαμε μια δυνατή ομάδα και είχαμε και τον κόσμο στον πλευρό μας, όμως η απειρία των παραγόντων στοίχισε στην ομάδα την πρώτη χρόνια και τερμάτισε στην 5η θέση. Την επόμενη χρονιά μαζί με τις προσθήκες που κάναμε καταφέραμε να κατακτήσουμε το πρωτάθλημα και να βγούμε στην Γ΄Εθνική. Την περίοδο 1986-87 όπου η ομάδα ανέβηκε από την Δ΄Εθνικη στην Γ΄Εθνική και έγινε προγραμματισμός με τον Κοβη σαν προπονητή ανέλαβε την ομάδα. Δεν υπήρχε τότε στόχος να ανέβουμε στην Β΄Εθνική τότε αλλά φέραμε καλούς ποδοσφαιριστές γιατί τότε από τις 18 ομάδες πέφτανε οι 10 και έπρεπε να κάνεις πρωταθλητισμό για να μείνεις. Εγώ είχα κάνει προφορική συμφωνία με την διοίκηση για δύο χρόνια αλλά οι παράγοντες δεν κράτησαν τον λόγο τους και με έβαλαν να υπογράψω συμβόλαιο για πέντε χρόνια στο οποίο όμως δε μου έδιναν χρήματα, με αποτέλεσμα να μην κατέβω στις προπονήσεις και έφυγα φαντάρος. Μετά ήρθε το τελευταίο παιχνίδι του πρώτου γύρου στην Προοδευτική και η ομάδα έχασε με 3-1, με αποτέλεσμα να πέσει στην 5η θέση. Συζήτησα με τον προπονητή, πήρα αναβολή από τον στρατό και κατέβηκα να παίξω στον δεύτερο γύρο. Έπαιζα κανονικά και μάλιστα το ντεμπούτο στην ενδεκάδα ήρθε κόντρα στον Ηρόδοτο στην Αλικαρνασσό. Πήγαμε λοιπόν στο μπαράζ με πολλές ωραίες αναμνήσεις και την συνεχή στήριξη του κόσμου όπου ερχόντουσαν 200-300 άτομα στις προπονήσεις για να μας δει. Όπου και να παίζαμε μας στηρίζανε και έτσι έγινε και στις 4 Ιουνίου του 1987 στο ιστορικό μπαράζ με τον Ηρόδοτο. Υπήρχαν κάποιες διαδικασίες τότε, καθώς υπήρχαν στησίματα, δωροδοκίες και κάποιες συζητήσεις με συναντήσεις που δημιούργησαν ένα κλίμα πριν τον αγώνα. Είχα βρεθεί λίγες μέρες πριν τον αγώνα στο Ηράκλειο και πήγα να δω τον Παπαθεοφάνους για να τον πειράξω και να του πω ότι και την πρόκριση θα πάρουμε και θα σκοράρω κόντρα στον Ηρόδοτο. Εγώ πάντα ήμουν τίμιος και έχω κάνει ένα καλό όνομα γενικά σε όλη την Ελλάδα, όπου και αν έπαιξα πάντα είχαν την καλύτερη γνώμη για εμένα και έχω κάνει πάρα πολλούς φίλους από το ποδόσφαιρο και δεν ασχολήθηκα ποτέ με όλα αυτά. Φύγαμε από εδώ την Πέμπτη και πήγαμε στο ξενοδοχείο που ήταν προτεινόμενο από τον Θόδωρο Βαρδινογιάννη, από μια οικογένεια που έχει προσφέρει πάρα πολλά στο Ρέθυμνο και αυτό πρέπει να το τονίσουμε. Πήγαμε στην Παιανία και εκεί γίνανε κάποια πράγματα που με στενοχώρησαν όταν έμαθα ότι ήμουν εκτός ενδεκάδας και ειδικά με αυτά που ακουγόντουσαν. Μπήκανε κάποια άτομα και εκτόνωσαν την κατάσταση μαζί με τον κύριο Βαρδινογιάννη και έτσι παίξαμε όλοι αυτοί που έπρεπε να παίξουμε και πήγαμε στο «Καραϊσκάκη» που ακόμη και σήμερα ανατριχιάζω με τον κόσμο και την ατμόσφαιρα που αντίκρυσα και αυτό που εγώ πίστεψα μέσα μου ήταν ότι θα βγω και θα είμαι ο καλύτερος του γηπέδου. Επίσης είχα έξτρα κίνητρο γιατί υπήρχαν άνθρωποι από την ΑΕΚ για να με δουν, και έτσι θεωρώ ότι έκανα μια τρομερή εμφάνιση. Όλα πήγαν καλά, κερδίσαμε και το βράδυ πήγαμε όλοι στο ΚΑΝ-ΚΑΝ μαζί με τις οικογένειες μας και τον κύριο Βαρδινογιάννη και διασκεδάσαμε. Την επόμενη μέρα επιστρέψαμε στο Ρέθυμνο και μας υποδέχτηκε ο κόσμος σαν ήρωες και μάλιστα μου έκανε εντύπωση που στην πολυκατοικία μου ήρθαν άνθρωποι που δεν ασχολούνταν με το ποδόσφαιρο να μου δώσουν συγχαρητήρια, αφού είχανε δει τον αγώνα από το κρατικό κανάλι. Αυτή ήταν η μεγάλη ΕΑΡ που κατάφερε η ενώσει όλη την τοπική κοινωνία και να κάνει όλους τους Ρεθυμνιώτες να ασχοληθούν με το ποδόσφαιρο».

0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ